Τα όσα έχω ακούσει το τελευταίο διάστημα αναφορικά με το ναυάγιο για λιμάνι και μαρίνα Λάρνακας είναι άνω ποταμών.

«Αναλύσεις» επί «αναλύσεων», για το πώς και το γιατί, ποιος και πόσο φταίει και τι είναι αυτό που οδήγησε ακόμα ένα μεγάλο έργο σε άδοξο τέλος.

Οι πλείστοι αναζητούν τα αίτια και τα αιτιατά στα συμβόλαια και τα συμβούλια που δεν λειτούργησαν και δεν τηρήθηκαν και, μεταξύ άλλων, ιδιαίτερα οι πολιτικοί και οι πολιτικάντηδες, τονίζουν και απαιτούν το έργο, με τον ένα τον άλλο τρόπο, να γίνει. Και σε αυτό το τελευταίο έγκειται κατά την άποψή μου και η αποτυχία του όλου εγχειρήματος.

Όχι μόνο του συγκεκριμένου αλλά και γενικότερα των μεγάλων και μικρών έργων στη χώρα μας. Κυρίως και πρώτιστα των κρατικών – δημόσιων, μη εξαιρουμένων ωστόσο των ιδιωτικών. Διότι, όλα συνδέονται και συγκοινωνούν μεταξύ τους για λόγους πολλούς, κυρίως δύο: την εξυπηρέτηση συμφερόντων (πολιτικο-κομματικών και οικονομικών) και την ανικανότητα που χαρακτηρίζει την μπανανία μας.

Δεν θα πω πολλά σε σχέση με το συγκεκριμένο έργο, καλώ μόνο τους λογικά σκεπτόμενους αυτού του τόπου να διερωτηθούν γιατί χρειάστηκαν πέραν των 20 χρόνων για να εξευρεθεί ενδιαφερόμενος επενδυτής για το λιμάνι και τη μαρίνα της Λάρνακας! Μήπως αυτό έχει να κάνει με τη βιωσιμότητα του έργου;

Ας δούμε όμως κάποια στοιχεία για να μπορέσουμε να καταλήξουμε στην ουσία:

 – Την 1η Απριλίου 2022 η Kition Ocean Holdings Ltd ανέλαβε το λιμάνι και τη μαρίνα της Λάρνακας για να τα αναπτύξει. Στόχος ήταν ένα χρόνο αργότερα να ξεκινήσουν τα βασικά έργα για τις αναγκαίες υποδομές.

Στις 8 Απριλίου του ίδιου έτους, σε επίσημη τελετή, παρόντος του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη, όλοι πανηγύριζαν για τη συμφωνία.

Ο ίδιος ο κ. Αναστασιάδης τόνιζε πώς «η σημερινή μέρα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και έτσι είναι, μια ιστορική μέρα για την πόλη της Λάρνακας και τους δημότες της, και όχι μόνο, αλλά και για την Κύπρο ολόκληρη (…)

Είναι αρκετό και μόνο να αναφέρω ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη επένδυση που έγινε ποτέ στην Κύπρο, με εκτιμώμενη συνολική δαπάνη €1,2 δισ., σε πλήρη ανάπτυξη του έργου. Το πλέον σημαντικό», πρόσθετε ο κ. Αναστασιάδης, «είναι ότι, πέραν της δημιουργίας τεσσάρων και πλέον χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας και την αναβαθμισμένη ταυτότητα που θα προσδώσει στο τουριστικό μας προϊόν, τα πρόσθετα, πέραν των επενδύσεων, εκτιμώμενα οφέλη για την οικονομία, υπολογίζεται να ξεπεράσουν τα €120 εκατ. ετησίως, κατά την περίοδο πλήρους ανάπτυξης».

 – Κι όμως, δύο χρόνια μετά τα εγκαίνια, τα μεγάλα λόγια και τις φανφάρες, μια συμφωνία για ένα έργο €1,2 δισ. κατέληξε στον κάλαθο και δεν αποκλείεται η Δημοκρατία να κληθεί να καταβάλει και αποζημιώσεις δεκάδων εκατ. ευρώ.

Το βασικό επομένως ερώτημα που προκύπτει είναι αν, μέσα σε αυτά τα δύο χρόνια, έχει αλλάξει κάτι τόσο σημαντικό, ώστε η επένδυση σε τόσο σύντομο χρόνο να θεωρείται μη βιώσιμη και να εγκαταλειφθεί. Η απάντηση δεν είναι εύκολη, μπορώ όμως να καταγράψω δύο πράγματα: την κατάργηση των χρυσών διαβατηρίων και την ανάπτυξη μιας ακόμα μαρίνας, αυτής στον Πρωταρά.

Μπορώ επομένως να υποθέσω ότι το έργο έχει εγκαταλειφθεί διότι η εταιρεία υπολόγιζε να πωλήσει τα ακίνητα και να ενοικιάσει τις θέσεις στη μαρίνα σε λεφτάδες που θα αποκτούσαν διαβατήριο και τώρα αυτή η προοπτική έχει σχεδόν εκμηδενιστεί. Είτε, ακόμα, γιατί το ενδιαφέρον θα είναι περιορισμένο, λόγω του ότι άλλη μία μαρίνα, λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά, θα είναι έτοιμη σύντομα. Αδυνατώ όμως να πιστέψω ότι ένας επενδυτής αυτού του μεγέθους δεν είχε λάβει υπόψη τις πιο πάνω δύο εξελίξεις.

Διερωτούμαι επομένως τι άλλο μπορεί να κρύβεται πίσω από τις συμφωνίες και τι έχει λεχθεί στα «σκοτεινά» δωμάτια και στις απ’ ευθείας επαφές για να αναληφθεί η ανάπτυξη ενός έργου €1,2 δισ. και μέσα σε διάστημα μόλις δύο ετών να εγκαταλειφθεί; Και σίγουρα κάτι κρύβεται.

Ένα όμως είναι ολοφάνερο: η ανικανότητα του κράτους μας να σχεδιάσει και να διαχειριστεί την ανάπτυξη μεγάλων έργων (αλλά και μικρών– δες π.χ. Ποταμός Λιοπετρίου). Κι αυτό οφείλεται σε δύο βασικούς παράγοντες:

– Πρώτον, στο ότι αποφασίζονται αναπτύξεις και έργα στη βάση σκοπιμοτήτων, και,

– Δεύτερον και βασικότερο, επειδή απουσιάζει ένας γενικός σχεδιασμός, ένα μάστερ πλαν ανάπτυξης υποδομών και έργων.

Είμαι απαισιόδοξος

Τι όμως δέον γενέσθαι; Εδώ, να μου επιτρέψετε, να είμαι απαισιόδοξος. Καθώς, ούτε η παρούσα Κυβέρνηση φαίνεται να είναι διατεθειμένη να δει τα πράγματα στην πραγματική τους διάσταση, να αναλάβει την ευθύνη και να πορευτεί με βάση τη λογική και το ρεαλισμό.

Διότι, όταν ακούω ότι το έργο θα γίνει πάση θυσία, καθώς το απαιτεί και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή ότι το Κατάρ είναι έτοιμο να αναλάβει την ανάπτυξη της μαρίνας και του λιμανιού της Λάρνακας, εξίσταμαι.

Θυμώνω γιατί εξακολουθώ να ζω σε μια χώρα που δεν αλλάζει με τίποτε και απογοητεύομαι γιατί η πατρίδα μου οδεύει από το κακό στο χειρότερο. Γιατί, το βαθύ κράτος (μαζί με το παρακράτος του), δυστυχώς δεν μπορεί να πνιγεί στα ρηχά νερά μιας απραγματοποίητης μαρίνας!

Πόσες μαρίνες μπορούν να είναι βιώσιμες;

Και ερωτώ τον αρμόδιο υπουργό αλλά και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας: Υπάρχει κάποια μελέτη που να καταδεικνύει πόσες μαρίνες και σε ποιες περιοχές της Κύπρου πρέπει και μπορούν να αναπτυχθούν για να είναι βιώσιμες;

Επιπλέον, φίλοι αναγνώστες, υπάρχει κάποιος από εσάς που αμφιβάλλει ότι πολλά έργα γίνονται για να ικανοποιηθούν οι τοπικές κοινωνίες και οι ημέτεροι, κομματικά, πολιτικά και άλλως πώς;

Υπάρχει λογικός άνθρωπος που αμφιβάλλει ότι πολλά έργα εξαγγέλλονται και προωθούνται ενόψει εκλογών, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι υπόλοιποι σημαντικοί παράγοντες που τα αφορούν, καθότι οι πολιτικάντηδες μας δεν τολμούν να πουν στους ψηφοφόρους την αλήθεια κατάμουτρα; Δεν νομίζω!

* Δημοσιογράφος (panicoscharal.j@gmail.com)

Φιλελεύθερος