Όταν χρειάζονται οι «διπλωματικές πηγές» να διευκρινίζουν τι εννοούσε ο πολιτικός προϊστάμενος, στην προκειμένη περίπτωση ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, τότε τρία τινά μπορούν να συμβαίνουν. 1. Δεν μιλά ξεκάθαρα και αφήνει να αιωρούνται διάφορα στην ατμόσφαιρα. 2. Μέτρησε τις αντιδράσεις και ανέκρουσε πρύμναν 3. Δεν γνωρίζει καλά το θέμα για το οποίο ομιλεί.

Ό,τι και να ισχύει, ακόμη και κάτι άλλο πέραν των πιο πάνω, η αντίδραση στις ερμηνείες που δόθηκαν στις αναφορές του κ. Γεραπετρίτη ήταν η αναμενόμενη. Και στην περίπτωση αυτή οι αόρατες «διπλωματικές πηγές» ζητούν και τα ρέστα! «Υπονομεύει την εθνική προσπάθεια για επανεκκίνηση συνομιλιών η παρερμηνεία των δηλώσεων του Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας», αναφέρθηκε στη δήλωση, που δόθηκε στα ΜΜΕ από το υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδος. Όταν, σημειώνεται στη δήλωση, πως η αναφορά στην «έλλειψη πολιτικής γενναιότητας» αφορούσε την Τουρκία, τότε ένα ερώτημα τίθεται: Και γιατί δεν ήταν σαφής στη συνέντευξή του; Δεν θα παρεξηγείτο η κατοχική δύναμη εάν την κατονόμαζε. Κι από τη στιγμή που ο λόγος του χαρακτηριζόταν από ασάφεια, απουσίαζε η Τουρκία από τις αναφορές του, κάθε ερμηνεία μπορεί να γίνει.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος, Γιώργος Γεραπετρίτης, «δανειζόμενος» την αναφορά που είπε ο Έλληνας Πρωθυπουργός στη Λευκωσία, στις 20 Ιουλίου, ότι «απορρίπτουμε το χρεοκοπημένο δόγμα ότι η ακινησία παράγει κίνηση», προχώρησε ένα βήμα ακόμη. Γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν πρωτοτύπησε, είπε το προφανές, θέλοντας να στείλει- όπως νόμισε- και κάποια μηνύματα, με αποδέκτη και τη Λευκωσία. Ο κ. Γεραπετρίτης επιχείρησε και μια ερμηνεία. Είπε πως: «Η ακινησία και η αδράνεια στο Κυπριακό, η έλλειψη πολιτικής γενναιότητας οδήγησε δυστυχώς σε πιο ακραίες θέσεις την Τουρκία. Στη λύση δηλαδή των δυο κρατών, της κυριαρχικής ισότητας, που είναι στην πραγματικότητα το αφήγημα των τελευταίων ετών εκ μέρους της Τουρκίας».

Δηλαδή, όταν ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας, αυτός που βρίσκεται σε επαφή, όπως είπε, με υψηλόβαθμους των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος συνομιλεί με τον Τούρκο ομόλογό του, Χακάν Φιντάν, επειδή «τα κανάλια λειτουργούν», κάνει τέτοιες τοποθετήσεις, τότε  τι θα υποστηρίξουν οι διάφοροι τρίτοι; Οι ακραίες τοποθετήσεις της κατοχικής πλευράς είναι αποτέλεσμα της ελληνοκυπριακής δειλίας; Της έλλειψης γενναιότητας; Επειδή δεν αποδέχθηκε το σχέδιο Ανάν ή δεν συναίνεσε στην εσαεί παρουσία τουρκικών στρατευμάτων και τη διατήρηση των εγγυήσεων στο Κραν Μοντάνα; Και τι εννοεί ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος; Να εξημερώσουμε το θηρίο με δώρα; Η Ελλάδα, ήταν στο Κραν Μοντανά και υπάρχουν και τα πρακτικά. Μπορεί να τα διαβάσει και να διαπιστώσει ποιος τα τίναξε όλα στον αέρα. Τι ζητούσε και τι ζητά η κατοχική πλευρά και ποια είναι τα όρια της Λευκωσίας. Μπορεί στην Κύπρο να πανηγυρίζουν οι οπαδοί της όποιας λύσης για τις…υποδείξεις της Αθήνας, αλλά δεν είναι αυτός ο ρόλος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η οποία έχει και συμβατικές κι άλλες υποχρεώσεις.

Το μόνο ελαφρυντικό που μπορεί να δοθεί στον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών είναι ότι δεν έχει μεγάλη τριβή με το Κυπριακό, δεν είναι εξοικειωμένος. Γιατί με τα χρόνια το Κυπριακό εκτός από άλυτο ζήτημα έχει και περίπλοκες λεπτομέρειες, πολλές από τις οποίες επηρεάζουν την ουσία. Κάποιος, γενική αναφορά είναι αυτή, να μην βλέπει, για παράδειγμα, διαφορά μεταξύ μιας διμερούς, τριμερούς, τετραμερούς, πενταμερούς, εξαμερούς σύναξης. Για τους πολλούς είναι απλά ένα διαδικαστικό ζήτημα. Και συνήθως τα διαδικαστικά δεν έχουν τόση σημασία. Στο Κυπριακό, ειδικά λόγω των τουρκικών μεθοδεύσεων, έχουν σημασία γιατί σε αυτά κρύβεται η ουσία.

Αλλά δεν πρέπει να θεωρούνται οι τοποθετήσεις αυτές του Έλληνα ΥΠΕΞ αποτέλεσμα της μη μεγάλης τριβής του με το Κυπριακό, αλλά έχουν σαφέστατο πολιτικό περιεχόμενο. Τα όσα είπε και μετά τα πήρε πίσω ο Έλληνας αξιωματούχος είναι η αντίληψη που ισχύει στην ελληνική ελίτ για το Κυπριακό και για τις… ευθύνες των Ελληνοκυπρίων για τη μη λύση.

Φιλελλήνων