Άμυνα
Financial Times: “Το ΝΑΤΟ προέτρεψε την ΕΕ να βελτιώσεις τις σχέσεις της με την Τουρκία” – Δηλαδή να εξοπλίζονται από την Άγκυρα
Τα τελευταία έρχονται καθώς οι Βρυξέλλες διερευνούν τρόπους για να εντείνουν τη συνεργασία με την Τουρκία και άλλους γείτονες εκτός ΕΕ ως μέρος μιας τεράστιας προσπάθειας κλιμάκωσης των ευρωπαϊκών αμυντικών δυνατοτήτων.

Το ΝΑΤΟ προτρέπει την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Τουρκία να βελτιώσουν τις σχέσεις τους καθώς η υποχώρηση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ από την εγγύηση της ασφάλειας της Ευρώπης ωθεί τις πρωτεύουσες της ηπείρου για να επανεξετάσουν γρήγορα τις συμμαχίες τους, σημειώνουν σε ρεπορτάζ τους οι Financial Times.
Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε προέτρεψε ιδιωτικά τους ηγέτες της ΕΕ να εντείνουν τη δέσμευση με τον Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μετά από χρόνια τεταμένων σχέσεων, σύμφωνα με αξιωματούχους που ενημερώθηκαν για τα σχόλιά του.
Τα τελευταία έρχονται καθώς οι Βρυξέλλες διερευνούν τρόπους για να εντείνουν τη συνεργασία με την Τουρκία και άλλους γείτονες εκτός ΕΕ ως μέρος μιας τεράστιας προσπάθειας κλιμάκωσης των ευρωπαϊκών αμυντικών δυνατοτήτων.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Χακάν Φιντάν παρευρέθηκε σε μια συγκέντρωση των βασικότερων στρατιωτικών δυνάμεων της Ευρώπης στο Λονδίνο νωρίτερα αυτόν τον μήνα για να συζητήσουν την υποστήριξη για την Ουκρανία και τα ευρύτερα αμυντικά ζητήματα.
Η παρουσία του ακολούθησε μια έκκληση του Ρούτε σε ιδιωτικό γεύμα με ηγέτες της ΕΕ νωρίτερα τον Φεβρουάριο, όπου τόνισε τη σημασία της αυξημένης συνεργασίας με την Τουρκία και προέτρεψε τους παρευρισκόμενους να συνεργαστούν με την Άγκυρα, σύμφωνα με τρία άτομα που ενημερώθηκαν για τη συζήτηση.
Εκπρόσωπος του Ρούτε, πρώην πρωθυπουργού της Ολλανδίας, ο οποίος κατά καιρούς είχε συγκρουστεί έντονα με τον Ερντογάν κατά τη διάρκεια της θητείας του, αρνήθηκε να σχολιάσει. Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ είπε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον Ιανουάριο ότι “η συμμετοχή συμμάχων εκτός ΕΕ στις αμυντικές βιομηχανικές προσπάθειες της ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας, πιστεύω, για την ασφάλεια της Ευρώπης”.
“Τα πράγματα αλλάζουν. Σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή πρέπει να αποφασίσετε ποιον θα θέλατε στην ομάδα σας, ανεξάρτητα από τυχόν προβλήματα που μπορεί να έχετε”, είπε ένας ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ σχετικά με τις σχέσεις με την Τουρκία. “Αλλά και η Τουρκία πρέπει επίσης να δώσει τέλος στην αμφίθυμη στάση της απέναντι στη Ρωσία”.
Έλληνας διπλωμάτης δήλωσε στους FT ότι η Αθήνα παραμένει “περισσότερο επιφυλακτική παρά δογματική” σχετικά με την αυξημένη αμυντική συνεργασία με την Άγκυρα. “Η Τουρκία πρέπει να είναι εποικοδομητική στην αντιμετώπιση των εκκρεμοτήτων με τα κράτη-μέλη”, πρόσθεσε, αναφερόμενος στην Ελλάδα και την Κύπρο.
“Αυτή τη στιγμή καθορίζουμε την καλύτερη πορεία δράσης”, είπε ο Φιντάν στους FT την περασμένη εβδομάδα όταν ρωτήθηκε για τον πιθανό αντίκτυπο του Τραμπ στις ρυθμίσεις ασφαλείας της Ευρώπης. “Εάν όλα αυτά καταλήξουν σε μια νέα ευρωπαϊκή δομή ασφάλειας, είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε”.

Άμυνα
Η Τουρκία στα πρόθυρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Το υπεροπτικό μάτι της Τουρκίας πέρα απ’ τη Τουρκία

Γράφει ο Κρεσέντζιο Σαντζίλιο
Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω τις δηλώσεις του οικονομολόγου Γιώργου Καρακατσάνη για τα σχέδια της Τουρκίας, δηλαδή του Ερντογάν, στα δρώμενα μέσα στο χώρο του Αρκτικού Κύκλου, με βάση τα δεδομένα της Συνθήκης του Spitsberg για τις νήσους Svalbald που υπογράφηκε το 1920 από 40 χώρες, με την οποία δινόταν μεν στη Νορβηγία η ιδιοκτησία του Αρχιπελάγους με την δυνατότητα δε όλες οι 40 χώρες να διεξάγουν εκεί εμπορικές δραστηριότητες υποκείμενες όμως στη νορβηγική νομοθεσία.
Όπως επίσης και για τη παράλληλη τουρκική παρουσία και στην Ανταρκτική με συνεργασίες και επιστημονικές αποστολές.
Οι Τούρκοι λοιπόν και στους δύο πόλους/
Δεν λέμε βέβαια τίποτα το καινούριο επισημαίνοντας πως η Τουρκία, δηλαδή ο Ερντογάν, έχει μεγάλες βλέψεις σε μια εκτεταμένη σειρά περιοχών από τη Μέση Ανατολή και Αφρική έως την Ασία.
Πέρα από το μεγάλης πνοής «πρόγραμμα» της γνωστής «Γαλάζιας Πατρίδας», που άμεσα συνδέεται και επεκτείνεται με την ενεργή τουρκική παρουσία σε ασιατικό και αφρικανικό έδαφος, ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος έχει επανειλημμένως αναφερθεί στην «ανάγκη» μεγαλουργίας της Τουρκίας, κάτι που υπερβαίνει κατά πολύ την ιδέα κατάκτησης κάποιου ενδεχόμενου «ζωτικού χώρου» εκ μέρους της.
Έτσι τώρα, με τη βοήθεια της αγγλο-γερμανο-πολωνικής «τρίαινας»(Starmer, Merz, Tusk) η Τουρκία ενδέχεται να τοποθετηθεί σε θέση «εγγυήτριας» ούτε λίγο ούτε πολύ της ίδιας της ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης!!
Και ασφαλώς με απτά, βαρυσήμαντα και διαχρονικά ανταλλάγματα.
Επομένως, διόλου απίθανο ένα απ’ αυτά να είναι και ο άμεσος στρατιωτικός «έλεγχος ασφαλείας» όλης της περιοχής από βόρειο Αιγαίο έως Ανατολική Μεσόγειο, Κρήτη/Κύπρο, μια εξέλιξη η συνέπεια της οποίας μάλλον θα είναι η συντριπτική συρρίκνωση των ελληνικών και κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων και η υποχρέωση σε ποιος ξέρει άλλες αμυντικές παραχωρήσεις χάρη στη «υπέρτερη» απαίτηση «ευρω-κοινοτικής ασφάλειας»!
Μακάρι όλα αυτά να είναι απλές εικασίες. Μακάρι.
Απ’ την άλλη, πάντως, μια τοιαύτη εξέλιξη πολύ απλά και άμεσα και ωμά θα μας αποδεικνύει (σάμπως δεν το ξέραμε!) πόσο ανίκανη και άχρηστη συνεχίζει να είναι η λεγόμενη Ευρωπαϊκή Ένωση στον τομέα της ανεξάρτητης αμυντικής τοποθέτησης της και πόσο ανίκανοι και άχρηστοι εξακολουθούν να είναι οι, έτσι κι αλλιώς, πολιτικοί νάνοι όχι μόνο στο κοινοτικό διευθυντήριο (κατά τα άλλα όμως πάμπλουτο!), αλλά και οι κυβερνώντες των επιμέρους κρατών-μελών.
Μέσα σε αυτά τα άκρως περιορισμένα, ασήμαντα πλαίσια οι ευρω-κοινοτικοί δείχνουν ακόμη μια φορά και επιβεβαιώνουν με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο, δυστυχώς για όλους εμάς τους κοινοτικούς πολίτες, ότι δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς την, επάνω τους, αμυντικο-στρατιωτική κηδεμονία κάποιων τρίτων.
Βλέποντας λοιπόν να πλησιάζει και να συγκεκριμενοποιείται ο κίνδυνος να εκλείψει η (τόσο βολική ως τώρα) αμερικανική αμυντικο-στρατιωτικο-στρατηγική κηδεμονία εντός της οποίας αυτοί οι κοινοτικοί κηφήνες ανεξέλεγκτα βολευόντουσαν, ευημερούσαν και πλούτιζαν κοροϊδεύοντας τους πολίτες τους, παραδομένοι ψυχή τε και σώματι στη νατοϊκή (βλέπε αμερικανική) «ομπρέλα προστασίας»,
δεν κατορθώνουν να ξεχωρίσουν καμία καλύτερη και ευνοϊκότερη λύση από το να στρέψουν τη προσοχή και αναζήτησή τους προς μια άλλη κηδεμονία! Αυτή της Τουρκίας!! Για τη «συμβατική» προστασία, μιας και την ασήμαντη πυρηνική την περιμένουν απ’ τη Γαλλία προπαντός. Σώθηκαν!
Και αντί να καθίσουν και να μελετήσουν στα σοβαρά και αντικειμενικά τί το στραβό, το στραβότατο έκαναν που τους οδήγησε στο σημείο να βρεθούν σήμερα μπροστά στο γκρεμό και να προσπαθήσουν να το διορθώσουν,
– αν και γνωρίζουν πολύ καλά τί στραβότατο έκαναν: φτάνει να κοιτάξουν λίγο παραπέρα, προς τη Ρωσία! –
το μόνο που νιώθουν είναι πως τίποτα άλλο δεν τους μένει παρά να ζητήσουν την… προστασία της Τουρκίας! Αλήθεια, η παράνοια στο αποκορύφωμά της!.
Ένα άλλο έγκλημα. Άλλη μια εξωφρενικά λανθασμένη επιλογή, όπως πάλι εξωφρενικά λανθασμένη επιλογή υπήρξε το 2022 η άνους, παρανοϊκή επιλογή υποταγής στην αμερικανική φρενίτιδα του ξεμωραμένου προέδρου Μπάιντεν ο οποίος σίγουρα έχει να κάνει με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, όπως και πιο πριν κάποιος άλλος Ομπάμα.
Και ασφαλώς μια τουρκική «συνδρομή» στην «ασφάλεια» των κοινοτικών πολιτών, δηλαδή στη δική μας ασφάλεια(!!), στην ασφάλεια των Ελλήνων πολιτών(!!) λ.χ., μπορεί και να προϋποθέτει στα μουγκά και μια ορισμένη «αναζωπύρωση» της διαδικασίας εισδοχής της Τουρκίας στην ΕΕ, έστω κι αν κάτι τέτοιο θα ήταν πράγματι τραγικά ολέθριο για τους Ευρωπαίους πολίτες, ήδη ανίκανοι να «ξεμπλέξουν» από τους ισλαμιστές λαθρομετανάστες, και το τέλος της Ευρώπης όπως τη γνωρίζουμε αιώνες τώρα.
Πάντως έως αυτή τη στιγμή δεν ακούστηκε καμία φωνή αντίρρησης στις αγγλο-γερμανο-πολωνικές πρωτοβουλίες για μια τουρκική «επιμελητεία» στη κοινοτική «ασφάλεια», δήθεν.
Ούτε και οι κάπως «παραδοσιακοί» εχθροί των Τούρκων, οι Αυστριακοί, αντέδρασαν. Βέβαια αυτοί ταλανίζονται τώρα από τόσες εσωτερικές πολιτικές διαμάχες με αφορμή την άνοδο της άκρας δεξιάς. Πού καιρός για τη… Τουρκία που, ευτυχώς γι’ αυτούς, δε βρίσκεται πάλι μπροστά στα τείχη της Βιέννης !
Ούτε όμως και σίγουρα πρώτοι ενδιαφερόμενοι Έλληνες έχουν αντιταχθεί, όπως θα αναμέναμε. Κανείς δεν κουνήθηκε. Κατανοητό, για την συμπολίτευση, όλο αγκαλιές και φιλιά με τους Τούρκους. Αλλά η, ας την πούμε αντιπολίτευση; Πού είναι; Όλοι ίδιοι. Οπότε πώς θα μπορούσαν αυτοί οι Έλληνες τουρκόπληκτοι να πάνε ενάντια στα τουρκικά «ήρεμα νερά» με τα οποία οι Τούρκοι καταλλήλως τους δένουν τα χέρια και καταλλήλως τους κλείνουν το στόμα;!
Και τότε, στη πραγματικότητα, η αλγεινή εντύπωση είναι πως ω μη γένοιτο και ευοδωθεί η κοινοτικο-τουρκική «συνεργασία», η θέση της Ελλάδας, ήδη σήμερα τελείως ανισόρροπη και άκρως επισφαλής, θα βρεθεί σε μια υπερ-δεινή κατάσταση, με την πιθανή, για λόγους «προστασίας» και με τις ευρω-κοινοτικές «ευλογίες», έντονη τουρκική στρατιωτική «επέκταση» σε όλο το Αιγαίο και την παράλληλη, αρνητικά αντίστοιχη υποχώρηση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων (προπαντός Ναυτικό και Αεροπορία) στις βάσεις τους.
Γερμανία και Ηνωμένο Βασίλειο, εχθροί της Ελλάδας, προκρίνουν μάλλον την τουρκική επέλαση. Η Γαλλία κάπως λιγότερο, αν και αυτό δεν είναι και τόσο σίγουρο. Οπότε… Τα ο είδαμε με τα Meteor.
Πάντως το ξαναλέμε: μη ξεχνάμε πως ο τουρκικός «καημός» είναι πάντα το Αιγαίο.
Και δεν αποκλείεται καθόλου ένα από τα ανταλλάγματα που η Τουρκία θα ζητήσει από την ΕΕ για την «εξασφάλιση» της «ασφάλειας» της να είναι η κυριαρχία(κατοχή) στο Αιγαίο με κοινοτική βούλα!
Και τότε, χαιρέτα μου τον πλάτανο.
Γιατί, μέσα σε όλα τα άλλα «οικήϊα κακά» που έγιναν και γίνονται, κανείς δεν ξέρει πώς οι Έλληνες πολίτες, που ήδη δείχνουν μεγάλη δυσαρέσκεια και εχθρότητα προς τη κυβέρνηση λόγω των Τεμπών και άλλων ανυπόφορων «στιγμών» της, θα αντιδράσουν εάν και όταν βρεθούν εγκλωβισμένοι σε τουρκική τανάλια στην ίδια τη δική τους θάλασσα!
Όσο για τους κοινοτικούς ταγούς οι οποίοι ανέκαθεν, για τους δήθεν «λόγους ειρήνης και ασφάλειας», μόνο «θυσίες» απ’ την Ελλάδα ζήτησαν να κάνει και παραχωρήσεις στους Τούρκους, όλα να τα περιμένομε τώρα που βρίσκονται «με το νερό στο λαιμό».
Ταυτόχρονα όμως και οι Έλληνες κυβερνήτες, μετά από όσα «έσυραν» στον νυν Αμερικανό πρόεδρο Τραμπ, για πρώτη φορά δεν έχουν Αμερικανούς «φίλους» να τους «σώσουν» (ποιος ξέρει;) από τους Τούρκους,
εκτός κι αν γίνει το θαύμα και οι Αμερικανοί, για να «χτυπήσουν» την εχθρική ΕΕ, «ξεχάσουν» τί είπε τα τελευταία τέσσερα χρόνια ο Έλληνας πρωθυπουργός (και οι συν αυτώ) για τον πρόεδρό τους και αποφασίσουν να «ξελασπώσουν» λίγο την Ελλάδα από τους Κοινοτικότουρκους «καταλαμβάνοντας» αυτοί με τον στόλο τους το Αιγαίο με αντάλλαγμα την ολική ελληνική υποταγή στα αμερικανικά προστάγματα ως πλέον 51η υπερπόντια πολιτεία στην Ευρώπη.
Όπως και να ‘ναι, η Ελλάδα και η κυβέρνησή της «χώθηκε» η ίδια σε μια μέγγενη από την οποία δεν βλέπουμε πώς μπορεί και εάν μπορεί να βγει ποτέ, και εάν βγει, μεν πόσα σπασμένα κόκαλα θα είναι.
Η συνολικά και ολικά λανθασμένη πολιτική της στην, όπως περίτρανα αποδείχθηκε, «λανθασμένη πλευρά της Ιστορίας» οδηγεί σε κάτι τέτοιες απόκρημνες ατραπούς με θανάσιμο κίνδυνο να κατακρημνιστεί!
Και κανείς δεν γνωρίζει εάν τουλάχιστον υπάρχει στην Ελλάδα κάποιος τον οποίο ο Τραμπ να θεωρεί φίλο και έμπιστο εν δυνάμει κυβερνητικό συνάδελφο.
Άμυνα
ReArm ή ReThink; Η Ασφάλεια της Ευρώπης στο Μικροσκόπιο
Αν η Ευρώπη αποτύχει να διατηρήσει την ενότητα της, θα μπορέσει ποτέ να αναδειχθεί ως στρατηγικά αυτόνομη δύναμη ή θα παραμείνει ένας οικονομικός γίγαντας με στρατιωτικά δεμένα χέρια;

Γράφει η Μαριάνα Συμεωνίδη
Η Ευρώπη εισέρχεται στην πιο κρίσιμη περίοδο επανεξοπλισμού από τον Ψυχρό Πόλεμο. Με απειλές να αυξάνονται και την αμερικανική στήριξη να τίθεται υπό αμφισβήτηση, το σχέδιο ενίσχυσης της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας φιλοδοξεί να μετατρέψει την ΕΕ σε αυτόνομο γεωπολιτικό παίκτη.
Αλλά είναι αυτό εφικτό;
Η πρωτοβουλία ReArm Europe, προσφάτως μετονομαζόμενη σε Readiness 2030, ανακοινώθηκε από την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με στόχο να κινητοποιηθούν έως και €800 δισ. για αμυντικές επενδύσεις σε ορίζοντα τετραετίας για την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της ΕΕ. Η κίνηση αυτή αντανακλά αφενός τις δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ Donald Trump περί ευρωπαϊκής αυτονομίας και αφετέρου τη συνειδητοποίηση ότι η Ευρώπη βρίσκεται πλέον σε μια «εποχή επανεξοπλισμού», λόγω της «αντίληψης» ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει τη σοβαρότερη απειλή ασφάλειας των τελευταίων δεκαετιών από την Ρωσική Ομοσπονδία. Στο πλαίσιο αυτό, το σχέδιο φιλοδοξεί να θωρακίσει αμυντικά την Ένωση, μέσω μιας άνευ προηγουμένου αύξησης των αμυντικών δαπανών και ικανοτήτων.
Η ανάλυση PESTLE (Political, Economic, Social, Technological, Legal, and Environmental) αποτελεί ένα μοντέλο επισκόπησης των παραγόντων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν μια επιχείρηση ή έναν οργανισμό με σκοπό τον βέλτιστο μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της/του. Μολονότι συνήθως χρησιμοποιείται για την ανάλυση επιχειρηματικών περιβαλλόντων, η εφαρμογή του σε ένα διεθνές σχέδιο προσφέρει μια διαφορετική προσέγγιση.
Η συστηματική αξιολόγηση πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών, τεχνολογικών, νομικών και περιβαλλοντικών παραμέτρων του εν λόγω σχεδίου μπορεί να αποκαλύψει προκλήσεις ή ευκαιρίες που ενδεχομένως να μην έχουν γίνει αντιληπτές.
Ιστορική Ανασκόπηση
Η ευρωπαϊκή συνεργασία στον τομέα της άμυνας εντάσσεται το πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ (Kοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας) και είναι εκ φύσεως περιορισμένη καθώς από την ίδρυσή της η ΕΕ περιοριζόταν στο εμπορικό και οικονομικό πεδίο αποφάσεων (Issing, 2004). Αν και εμφανίστηκε από τη δεκαετία του 1950, ο τομέας της ΚΕΠΠΑ παραδοσιακά βρίσκεται στο επίκεντρο των εθνικών συμφερόντων των κρατών και η ολοκλήρωσή της συναντά εμπόδια (Huff, 2013).
Πηγή: Inefán, 2023
Για αυτόν τον λόγο και εν όψει του ενιαίου θεσμικού πλαισίου που θεσμοθετήθηκε στο Μάαστριχτ, τα κράτη μέλη δεσμεύτηκαν ότι θα διατηρήσουν τις εξωτερικές τους πολιτικές στην ίδια κατεύθυνση με τις θέσεις της ΕΕ, υπό τον όρο ότι οι εθνικές κυβερνήσεις θα έλεγχαν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων (Fabbrini, 2013).
Ωστόσο, η αμφιβολία που πλανάται για την αμερικανική υποστήριξη υπό κυβέρνησης Τραμπ, ώθησε την εξέλιξη της συζήτησης και των πρωτοβουλιών σε επίπεδο ΕΕ για την ανάπτυξη μιας αυτόνομης ευρωπαϊκής αμυντικής βάσης. Σε άτυπη σύνοδο στις Βερσαλλίες το 2022 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δήλωσε αποφασισμένο να «αναλάβει περισσότερη ευθύνη για τη δική του ασφάλεια» και να αυξήσει σημαντικά τις επενδύσεις στην άμυνα και στις καινοτόμες στρατιωτικές τεχνολογίες (European Council, 2022).
Συμφωνώντας σε ουσιαστική άνοδο των αμυντικών δαπανών και σε κίνητρα για κοινές εξοπλιστικές προμήθειες, οι ηγέτες των κρατών έδωσαν το δικαίωμα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας (EDA) να καταγράψουν τις (μεγάλες) ελλείψεις στην ευρωπαϊκή άμυνα. Σε συνέχεια αυτών, η ΕΕ ενεργοποίησε τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό για την Ειρήνη (EPF) χρηματοδοτώντας για πρώτη φορά την στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε ένα προσωρινό πρόγραμμα κοινών προμηθειών για την αναπλήρωση αποθεμάτων (γνωστό ως EDIRPA). Παράλληλα, ενίσχυσε υφιστάμενα εργαλεία όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας (EDF), που είχε δημιουργηθεί το 2021 για τη συγχρηματοδότηση έρευνας και ανάπτυξης στον αμυντικό τομέα (Scazzieri 2025).
Το 2023 η πρόεδρος της Επιτροπής ανακοίνωσε την κατάρτιση της πρώτης Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Αμυντικής Βιομηχανίας (EDIS) (European Commission 2024). Στα τέλη του 2024, η Επιτροπή δημιούργησε θέση αρμόδιας επιτρόπου για την άμυνα και, μαζί με τον ύπατο εκπρόσωπο, ξεκίνησε τη σύνταξη Λευκής Βίβλου για την ευρωπαϊκή άμυνα.
Όλες αυτές οι διεργασίες προετοίμασαν το έδαφος για το ReArm Europe.
Η υποδοχή της πρωτοβουλίας στους κόλπους της ΕΕ υπήρξε γενικά θετική, αν και όχι χωρίς επιφυλάξεις. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με ψήφισμα του αποδέχθηκε το σχέδιο – εγκρίθηκε με 419 ψήφους υπέρ έναντι 204 κατά και 46 αποχές.
Ακολουθεί ανάλυση των παραγόντων που θα επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα ή μη της πρωτοβουλίας, μέσα από το πρίσμα της μεθόδου PESTLE.
Πολιτικοί παράγοντες
Το σχέδιο στηρίζεται στον στόχο της ΕΕ για αυτονομία στον τομέα της άμυνας, επιδιώκοντας να ενισχύσει τις ένοπλες δυνάμεις των κρατών και να μειώσει την εξάρτηση από εξωτερικούς συμμάχους, όπως οι ΗΠΑ. Σε ένα περιβάλλον όπου η αμερικανική δέσμευση θεωρείται λιγότερο εγγυημένη, η κίνηση αυτή έχει στόχο την ενίσχυση αξιοπιστίας της ΕΕ ως παράγοντα ασφάλειας.
Ωστόσο, η πολιτική σταθερότητα των κρατών αποτελεί έναν καταλυτικό παράγοντα στην τελική εφαρμογή του σχεδίου. Η Γαλλία και η Γερμανία, διαθέτοντας παραπάνω πόρους από τα υπόλοιπα κράτη της ΕΕ, αποτελούν τα ευρωπαϊκά «κλειδιά», αφενός για την σταθεροποίηση της ΕΕ στον εν λόγω τομέα και αφετέρου για τη λήψη τέτοιου είδους κοινών αποφάσεων (Schramm & Krotz, 2024; Friis & Tamnes, 2024). Οι εσωτερικές προκλήσεις των δυο κρατών δημιουργούν ένα περιβάλλον αβεβαιότητας για την τελική έκβαση του σχεδίου, καθώς αν δεν καταφέρουν να διατηρήσουν τον ηγετικό τους ρόλο, η συνοχή του σχεδίου τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Επίσης, ορισμένα κράτη-μέλη, όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία, έχουν εκφράσει επιφυλάξεις, ενώ εντός του Ευρωκοινοβουλίου υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που αντιτίθενται στην αύξηση των αμυντικών δαπανών. Η ευρεία στήριξη του Ευρωκοινοβουλίου δείχνει συναίνεση, όμως η μειοψηφία των 204 ευρωβουλευτών που καταψήφισαν υποδηλώνει και την ύπαρξη αντιστάσεων.
Οι γεωπολιτικές επιπτώσεις της πρωτοβουλίας είναι πολλαπλές. Πρώτον, ενισχύεται η αποτρεπτική ικανότητα της Ευρώπης έναντι απειλών, ιδιαίτερα της Ρωσίας. Η Μόσχα ήδη εξέλαβε τις ευρωπαϊκές ανακοινώσεις ως ένδειξη ότι η ΕΕ «μετασχηματίζεται ταχέως σε στρατιωτική συμμαχία» (Anadolu Agency, 2025), κατηγορώντας την ότι αντί για ειρηνικές λύσεις αυξάνει την αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Δεύτερον, το ReArm Europe αναδιαμορφώνει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, καθώς ο Πρόεδρος Τραμπ είχε επικρίνει έντονα την «δωρεάν ασφάλεια» που παρείχε η Αμερική μέσω ΝΑΤΟ.
Εντέλει, ο πολιτικός παράγοντας θα κριθεί από την ικανότητα της ΕΕ να δράσει με μία φωνή στον τομέα της άμυνας – κάτι πρωτόγνωρο – και να πείσει τόσο τους πολίτες της όσο και τους διεθνείς δρώντες ότι μπορεί να ανταποκριθεί στον επιδιωκόμενο ρόλο ως εγγυητής ασφαλείας.
Οικονομικοί παράγοντες
Το συνολικό ποσό των €800 δισ. σε βάθος τετραετίας αντιστοιχεί σε μια πρόσθετη ετήσια δαπάνη ~€200 δισ., δηλαδή σε σχεδόν διπλασιασμό των τρεχουσών ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος: το 2024 οι χώρες της ΕΕ δαπάνησαν περί €326 δισ. (1,9% του ΑΕΠ) στην άμυνα (Strupczewski and Gray 2025).
Η πρωτοβουλία στοχεύει οι δαπάνες να αυξηθούν σε επίπεδα γύρω ή άνω του 3% του ΑΕΠ συνολικά – κάτι που προσεγγίζει τις υποχρεώσεις που θα είχε η Ευρώπη αν έπρεπε να αμυνθεί «μόνη της». Πράγματι, εκτιμήσεις σημειώνουν ότι για να αποτραπεί ρωσική επιθετικότητα χωρίς την αμερικανική συνδρομή, η Ευρώπη θα χρειαζόταν περίπου €250 δισ. επιπλέον ετησίως και 300.000 περισσότερους στρατιώτες (Burilkov and Wolff, 2025).
Η προέλευση αυτών των πόρων συνιστά κρίσιμο οικονομικό ζήτημα. Το σχέδιο προβλέπει έναν συνδυασμό εθνικών και ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων. Το μεγαλύτερο μέρος θα προέλθει από τις αυξημένες εθνικές δαπάνες των κρατών-μελών – γι’ αυτό και προτείνεται να δοθεί στα κράτη δημοσιονομικός χώρος.
Συγκεκριμένα, η Επιτροπή εισηγήθηκε την ενεργοποίηση της «εθνικής ρήτρας διαφυγής» του Συμφώνου Σταθερότητας, ώστε οι επιπλέον αμυντικές δαπάνες να εξαιρεθούν από τον υπολογισμό του ελλείμματος. Με απλά λόγια, χώρες με ήδη υψηλό χρέος/έλλειμμα δεν θα «τιμωρηθούν» για τις στρατιωτικές επενδύσεις τους. Παράλληλα, η ΕΕ θα συνεισφέρει απ’ ευθείας με έναν νέο μηχανισμό δανείων €150 δισ. προς τα κράτη-μέλη για αμυντικές επενδύσεις (Burilkov and Wolff, 2025).
Επιπλέον, η Επιτροπή προτείνει την απελευθέρωση κονδυλίων της ΕΕ για την άμυνα: για πρώτη φορά οι χώρες θα μπορούν να αξιοποιήσουν χρήματα από τα διαρθρωτικά ταμεία (π.χ. Ταμείο Συνοχής) για έργα που σχετίζονται με την αμυντική βιομηχανία (Strupczewski and Gray, 2025). Πρόκειται για σημαντική μετατόπιση στην οικονομική πολιτική, καθώς μέχρι τώρα τα κονδύλια αυτά προορίζονταν αυστηρά για ανάπτυξη και σύγκλιση, όχι για στρατιωτικούς σκοπούς. Τέλος, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ανακοίνωσε ότι θα άρει τους περιορισμούς της στη χρηματοδότηση αμυντικών έργων και θα διευρύνει τα επιλέξιμα προς δανειοδότηση προγράμματα.
Οι οικονομικές επιπτώσεις μιας τέτοιας κολοσσιαίας χρηματοδότησης είναι πολυδιάστατες.
Από τη μία πλευρά, μπορεί να αποτελέσει μια μορφή δημοσιονομικής τόνωσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μέχρι σήμερα, μεγάλο μέρος των ευρωπαϊκών αμυντικών κονδυλίων «έφευγε» εκτός Ευρώπης – περίπου 78% των €75 δισ. που ξόδεψαν τα κράτη-μέλη για εξοπλισμούς το διάστημα Ιουν. 2022 – Ιουν. 2023 κατευθύνθηκαν σε προμηθευτές εκτός ΕΕ, με το 63% να πηγαίνει σε αμερικανικές εταιρείες (Barigazzi, 2024).
Από την άλλη πλευρά, η χρηματοδότηση του επανεξοπλισμού σε τόσο μεγάλη κλίμακα ενέχει και προκλήσεις βιωσιμότητας για την ευρωπαϊκή οικονομία. Πρώτον, αυξάνει σημαντικά τις δημόσιες δαπάνες και πιθανώς το δημόσιο χρέος. Παρότι το Σύμφωνο Σταθερότητας θα χαλαρώσει για την άμυνα, τα πραγματικά χρήματα θα δαπανηθούν και θα πρέπει να βρεθούν.
Το ερώτημα είναι από ποιόν;
Χώρες δημοσιονομικά επιβαρυμένες θα χρειαστεί να δανειστούν επιπλέον αν θελήσουν να ανέβουν στο 2-2,5% του ΑΕΠ σε αμυντικές δαπάνες. Ακόμη και με ευνοϊκή μεταχείριση στους δείκτες, το χρέος τους θα αυξηθεί. Αυτό δυνητικά δημιουργεί μεσοπρόθεσμους κινδύνους, ειδικά αν τα επιτόκια είναι υψηλά.
Εδώ, ο ρόλος της κινητοποίησης ιδιωτικών κεφαλαίων είναι κρίσιμος: αν η ευρωπαϊκή αμυντική αγορά γίνει πιο ελκυστική (με εγγυήσεις και σταθερό προσανατολισμό), επενδυτές και τράπεζες θα μπορούσαν να καλύψουν μέρος του κόστους, μειώνοντας την επιβάρυνση στους προϋπολογισμούς.
Μπορεί να ξεπεραστεί ο δισταγμός που υπάρχει επί του παρόντος, την ώρα που πολλοί επενδυτές αποφεύγουν τις επενδύσεις σε αμυντικές βιομηχανίες στο ευρωπαϊκό περιβάλλον;
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι οικονομολόγοι τονίζουν πως η προσέγγιση της Επιτροπής παραμένει βραχυπρόθεσμη και πιθανόν ανεπαρκής για το βάθος του προβλήματος. Έχει επισημανθεί ότι οι προτάσεις δίνουν έμφαση στο άμεσο δημοσιονομικό περιθώριο, αλλά δεν απαντούν πλήρως στο ζήτημα της διατηρήσιμης χρηματοδότησης μακροπρόθεσμα (Strupczewski and Gray, 2025).
Μετά τα τέσσερα χρόνια του σχεδίου τι ακολουθεί;
Αν η (κρινόμενη ως) απειλή παραμείνει, πως θα διατηρηθούν ψηλά οι αμυντικές δαπάνες; Και πώς θα δημιουργηθούν μόνιμες λύσεις;
Κοινωνικοί παράγοντες
Παραδοσιακά, σε πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες δινόταν προτεραιότητα στις κοινωνικές δαπάνες έναντι των στρατιωτικών. Ωστόσο, η δραματική αλλαγή του περιβάλλοντος ασφαλείας από το 2022 και μετά έχει επηρεάσει την κοινή γνώμη. Σύμφωνα με έρευνες, η πλειονότητα των Ευρωπαίων σήμερα αναγνωρίζει την ανάγκη ενίσχυσης της άμυνας: σε πρόσφατο Ευρωβαρόμετρο, το 79% των πολιτών τάχθηκε υπέρ περισσότερης αμυντικής συνεργασίας σε επίπεδο ΕΕ, ενώ το 65% συμφώνησε ότι πρέπει να δαπανώνται περισσότερα για την άμυνα (Nicoli, 2024).
Παρόλα αυτά, υφίστανται και κοινωνικές αντιδράσεις και επιφυλάξεις που δεν μπορούν να αγνοηθούν. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, υπάρχει έντονος δημόσιος διάλογος για το αν η χώρα πρέπει να εμπλακεί σε έναν νέο εξοπλισμό ή να αναλάβει ρόλο μεσολαβητή ειρήνης. Στη δε Γαλλία, τα συνδικάτα και κόμματα της αντιπολίτευσης ανησυχούν ότι η αύξηση της άμυνας στο >3% του ΑΕΠ μπορεί να σημάνει περικοπές στο κοινωνικό κράτος (Goury-Laffont, Kayali & Paillou, 2025). Αυτή η αντίφαση εμφανίζεται και στο επίπεδο του Ευρωκοινοβουλίου με τους 204 ευρωβουλευτές (σχεδόν το 1/3) που καταψήφισαν την πρόταση, εκφράζοντας προφανώς την άποψη σημαντικού τμήματος της κοινωνίας.
Ένας ακόμη κοινωνικός παράγοντας είναι η αντίληψη ασφάλειας των πολιτών. Ο πόλεμος στην Ουκρανία κλόνισε την «δεδομένη» αίσθηση ασφαλείας και επανέφερε τον φόβο του πολέμου στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Αυτό είχε διττή επίδραση: αφενός, ενίσχυσε τη στήριξη για ισχυρή άμυνα (ως αποτρεπτικό μέσο), αφετέρου όμως αύξησε και το γενικό αίσθημα ανασφάλειας.
Οι κυβερνήσεις με ποια κριτήρια θα πείσουν τις κοινωνίες τους ότι οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες όντως ενισχύουν την ασφάλειά τους και δεν τις εκθέτουν σε νέους κινδύνους;
Συνολικά, ενδεχομένως η πλειοψηφία να στηρίζει την ενδυνάμωση της αποτρεπτικής ισχύος, αλλά η στήριξη αυτή δεν είναι ανεπιφύλακτη: συνοδεύεται από την απαίτηση διαφάνειας, λογοδοσίας και ισορροπίας προτεραιοτήτων. Η κοινωνική συναίνεση είναι εντέλει ίσως ο πιο καθοριστικός παράγοντας: χωρίς αυτήν, καμία κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να διατηρήσει υψηλές στρατιωτικές δαπάνες επί μακρόν.
Τεχνολογικοί παράγοντες
Ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός αποτελεί πυρήνα αυτής της πρωτοβουλίας. Συγκεκριμένοι τεχνολογικοί τομείς έχουν τεθεί ως προτεραιότητα στο σχέδιο για την μελλοντική ευρωπαϊκή άμυνα. Η πρόεδρος της Επιτροπής ανέφερε ως παραδείγματα την αντιαεροπορική και πυραυλική άμυνα, τα συστήματα πυροβολικού μεγάλου βεληνεκούς, τους πυραύλους ακριβείας και τα πυρομαχικά, τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) και τα συστήματα κατά UAV, καθώς και τις τεχνολογίες κυβερνοάμυνας και στρατιωτικής κινητικότητας. Οι εκτεταμένες ρωσικές πυραυλικές επιθέσεις κατέδειξαν την ανάγκη για ισχυρή αντιαεροπορική άμυνα και ο ασύμμετρος πόλεμος με drones επίσης ανάδειξε την αξία τόσο των UAV όσο και των αντιαεροπορικών συστημάτων. Η υλοποίηση του σχεδίου θα δώσει τη δυνατότητα στις ευρωπαϊκές χώρες να συνεργαστούν σε τέτοιου είδους τεχνολογίες, αντί να δρουν μεμονωμένα.
Ένα βασικό ζήτημα που μπορεί να αντιμετωπίσει η πρωτοβουλία είναι ο μέχρι σήμερα κατακερματισμός της ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού υλικού. Στην Ευρώπη συνυπάρχουν πολλαπλά διαφορετικά οπλικά συστήματα για την ίδια χρήση (π.χ. πάνω από 10 τύποι αρμάτων μάχης, πληθώρα διαφορετικών τεθωρακισμένων οχημάτων, μαχητικών αεροσκαφών κ.ο.κ.), σε αντίθεση με τις ΗΠΑ που έχουν πολύ λιγότερους τύπους σε μεγαλύτερες ποσότητες. Αυτό οδηγεί σε χαμηλής κλίμακας οικονομίες, υψηλό κόστος συντήρησης και περιορισμένη αποτελεσματικότητα μεταξύ των ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων.
Επίσης, πολλές τεχνολογίες που αναπτύσσονται για στρατιωτικούς σκοπούς μπορούν να έχουν πολιτικές εφαρμογές (π.χ. δορυφορικά δίκτυα, κβαντικές επικοινωνίες, νέες τεχνολογίες υλικών). Για παράδειγμα, το πρόγραμμα δορυφορικής πλοήγησης GALILEO ενώ είναι πολιτικό, παρέχει και υπηρεσίες για στρατιωτική χρήση. Αναμφίβολα, μια πρόκληση θα είναι η αποτελεσματική διαχείριση των τεχνολογικών προγραμμάτων, καθώς το παρελθόν έχει δείξει ότι μεγάλα αμυντικά έργα στην Ευρώπη (όπως το μαχητικό Eurofighter ή το ελικόπτερο NH90) συχνά αντιμετώπισαν καθυστερήσεις, υπερβάσεις κόστους και διαφωνίες μεταξύ εταίρων. Για να αποδώσει η προσπάθεια, θα απαιτηθεί ισχυρός συντονισμός και αποφασιστικότητα να ξεπεραστούν εθνικοί ανταγωνισμοί της βιομηχανίας.
Τεχνολογικά, λοιπόν, το ReArm αποτελεί ευκαιρία αλλά και τεστ. Ευκαιρία να εκσυγχρονιστούν ριζικά οι ευρωπαϊκές ένοπλες δυνάμεις και τεστ, διότι η ΕΕ καλείται να αποδείξει ότι οι ευρωπαϊκές χώρες μπορούν να συνεργαστούν στενά σε θέματα υψηλής τεχνολογίας, ξεπερνώντας την «παράδοση» του παρελθόντος.
Νομικοί παράγοντες
Η υλοποίηση του σχεδίου συνεπάγεται σημαντικές νομικές και θεσμικές προσαρμογές στο πλαίσιο της ΕΕ. Δεδομένου ότι η άμυνα ήταν κατά βάση εθνική αρμοδιότητα, πολλές από τις προτάσεις αγγίζουν νέα εδάφη για την Ένωση και απαιτούν αλλαγές σε κανόνες, διαδικασίες και ίσως συνθήκες. Βασική νομική αλλαγή είναι η ήδη αναφερθείσα τροποποίηση του δημοσιονομικού πλαισίου: Η ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας για εθνικές αμυντικές δαπάνες θα αποτελέσει μια εξαίρεση από τους συνήθεις κανόνες περί ελλείμματος.
Μια δεύτερη σημαντική διάσταση είναι η επίσημη συμμετοχή της ΕΕ στη χρηματοδότηση της άμυνας. Ιστορικά, οι Συνθήκες της ΕΕ (άρθρο 41, ΣΕΕ) απαγορεύουν τη χρηματοδότηση δαπανών “που προκύπτουν από πράξεις με στρατιωτικές ή αμυντικές συνέπειες” από τον κοινό προϋπολογισμό. Αυτός είναι ο λόγος που εργαλεία όπως το European Peace Facility είναι εκτός προϋπολογισμού. Ωστόσο, η πρόταση για δανειακό μηχανισμό €150 δισ. ουσιαστικά εισάγει την ΕΕ ως δανειστή για αμυντικούς σκοπούς (Merler, 2025).
Αν και τυπικά τα δάνεια δεν βαραίνουν τον προϋπολογισμό, εφόσον εγγυούνται από τα κράτη, η διαδικασία απαιτεί νομική πράξη (πιθανόν βάσει του άρθρου 122 ΣΛΕΕ που έχει χρησιμοποιηθεί για έκτακτα οικονομικά μέτρα). Θα χρειαστεί ομοφωνία στο Συμβούλιο για να εγκριθεί ένα τέτοιο εργαλείο, καθώς θίγει ευαίσθητα ζητήματα κυριαρχίας.
Σημαντικές νομικές αλλαγές αφορούν και τους κανόνες προμηθειών και βιομηχανικής συνεργασίας. Για να διευκολυνθούν οι κοινές αγορές, η Επιτροπή έχει προτείνει ειδική ρύθμιση (Act in Support of Ammunition Production – ASAP) που επιτρέπει στην ΕΕ να συντονίζει και να συγχρηματοδοτεί κοινές συμβάσεις όπλων (European Commission, 2023). Αυτές οι νομικές πράξεις θα πρέπει να εγκριθούν από το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο.
Επιπλέον νομικά πεδία αποτελούν είναι οι συνθήκες ασφάλειας και διανομής του εξοπλισμού, καθώς και οι κανόνες σχετικά με την πνευματική ιδιοκτησία σε συνεργατικά προγράμματα, ώστε η τεχνογνωσία να διαμοιράζεται δίκαια. Στο διεθνές δίκαιο, η ΕΕ θα πρέπει να προσδιορίσει τη στάση της σε θέματα όπως οι έλεγχοι εξαγωγών όπλων, εφόσον σήμερα κάθε χώρα έχει τη δική της πολιτική.
Σε θεσμικό επίπεδο, ενδεχομένως να δούμε την αναβάθμιση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (EDA) και τη σύσταση μόνιμων δομών εντός της ΕΕ για τον συντονισμό της αμυντικής πολιτικής. Μακροπρόθεσμα, αν η ΕΕ κινηθεί προς μια «Αμυντική Ένωση», δεν αποκλείεται να χρειαστεί αναθεώρηση των Συνθηκών (π.χ. κατάργηση ομοφωνίας σε κάποιες πτυχές, ρητή συμπερίληψη κοινής άμυνας ως αρμοδιότητας). Προς το παρόν, η ευελιξία των ισχυουσών Συνθηκών δοκιμάζεται μέσω μηχανισμών όπως η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (PESCO) και το άρθρο 44 ΣΕΕ (ομάδες κρατών που προχωρούν μαζί).
Συνοπτικά, οι νομικοί παράγοντες συνιστούν ένα περίπλοκο πλέγμα αλλαγών: δημοσιονομικό δίκαιο, ενωσιακό δίκαιο περί αρμοδιοτήτων, κανονισμοί αγοράς και βιομηχανίας, διεθνείς δεσμεύσεις. Μέχρι στιγμής, η πολιτική βούληση δείχνει ότι τα κράτη είναι διατεθειμένα να «μαλακώσουν» ορισμένους κανόνες για να διευκολύνουν την αμυντική ενίσχυση (Strupczewski and Gray 2025).
Το ερώτημα που τίθεται είναι το εάν μπορεί η ΕΕ να μεταβεί από ένα κανονιστικό οικονομικό και εμπορικό πλαίσιο σε ένα πλαίσιο έκτακτης ανάγκης ασφάλειας.
Μια τέτοια στροφή δεν μπορεί να μην συνοδεύεται από το σεβασμό της δημοκρατικής νομιμότητας, η οποία κρίνεται ελλιπής.
Η πρόκληση θα είναι να προχωρήσουν οι αναγκαίες θεσμικές αλλαγές γρήγορα, χωρίς να διαρραγεί η νομική συνοχή της ΕΕ. Αν στο τέλος χρειαστεί αναθεώρηση Συνθήκης, θα είναι ένα νομικοπολιτικά σύνθετο εγχείρημα.
Περιβαλλοντικοί παράγοντες
Οι ένοπλες δυνάμεις και η αμυντική βιομηχανία αφήνουν σημαντικό οικολογικό αποτύπωμα, καθώς είναι μεγάλοι καταναλωτές ορυκτών καυσίμων. Μια μελέτη για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπολόγισε ότι το ανθρακικό αποτύπωμα των στρατών της ΕΕ ήταν περίπου 24,8 εκατομμύρια τόνοι CO₂ το 2019 – ισοδύναμο με τις ετήσιες εκπομπές ~14 εκατομμυρίων αυτοκινήτων.
Παραδοσιακά, ο στρατιωτικός τομέας εξαιρούνταν σε μεγάλο βαθμό από τις περιβαλλοντικές υποχρεώσεις: πολλές χώρες δεν εντάσσουν τις στρατιωτικές εκπομπές στους εθνικούς στόχους τους, ούτε υπάρχουν διεθνώς δεσμευτικές ρυθμίσεις για μείωση του «στρατιωτικού άνθρακα». Ωστόσο, το ίδιο το ΝΑΤΟ, για πρώτη φορά, έθεσε στόχους μείωσης: σκοπεύει να μειώσει τις δικές του (πολιτικές και στρατιωτικές) εκπομπές κατά τουλάχιστον 45% ως το 2030 και να φτάσει σε ουδετερότητα άνθρακα ως το 2050 (Siebold, 2022). Ο EDA έχει εκπονήσει μελέτες για τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής στην άμυνα και για μεθόδους «πράσινης» λειτουργίας των ενόπλων δυνάμεων (European Defence Agency, 2023)
Αν η ΕΕ θέλει να παραμείνει συνεπής στις κλιματικές δεσμεύσεις που η ίδια έθεσε, θα πρέπει να λάβει υπόψη της και τον περιβαλλοντικό παράγοντα στην υλοποίηση του ReArm Europe. Ήδη ευρωβουλευτές επισημαίνουν ότι τα τρέχοντα επίπεδα κατανάλωσης καυσίμων από τον στρατό είναι ασύμβατα με τον στόχο μείωσης -55% ως το 2030 (Schaik and Ramnath 2022).
Από την άλλη, υπάρχει το επιχείρημα ότι η κλιματική αλλαγή και η ενεργειακή μετάβαση προσφέρουν μια ευκαιρία εκσυγχρονισμού και για τις ένοπλες δυνάμεις. Κάποιες ευρωπαϊκές χώρες πρωτοπορούν: η Ολλανδία και η Σουηδία έχουν προγράμματα για «ενεργειακά αυτάρκεις καταυλισμούς», η Γερμανία δοκιμάζει μίγματα βιοκαυσίμων στην Πολεμική Αεροπορία, η Γαλλία σχεδιάζει «πράσινα» στρατόπεδα με χαμηλό ενεργειακό αποτύπωμα (European Defence Agency, 2023). Φυσικά, το περιβαλλοντικό κόστος της στρατιωτικής δράσης δεν δύναται να μηδενιστεί.
Η ΕΕ έχει δεσμευτεί σε κλιματική ουδετερότητα το 2050 – και αυτή η δέσμευση αφορά όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της άμυνας.
Η «τρέλα του εξοπλισμού» θα υπονομεύσει τους κλιματικούς στόχους για τους οποίους η ίδια η ΕΕ έχει εκφράσει έως τώρα μια εξαιρετικά βαρύνουσα σημασία;
Συμπερασματικά…
Το σχέδιο συνιστά μια τομή στον τομέα της ασφάλειας της ΕΕ. Σε μια συγκυρία «επικίνδυνων καιρών» η Ευρώπη επιχειρεί να απαντήσει συλλογικά στην πρόκληση της άμυνας, προχωρώντας πέρα από παλαιά δόγματα αδράνειας. Οι προοπτικές της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας είναι σημαντικές, εφόσον ξεπεραστούν τα εμπόδια που αναδείχθηκαν μέσα από την PESTEL ανάλυση που υιοθετήσαμε. Μια επιτυχημένη εφαρμογή του ReArm Europe θα είχε ως αποτέλεσμα μια Ευρώπη ικανή να προστατεύει την επικράτειά της και να συμβάλλει περισσότερο στις συμμαχικές υποχρεώσεις. Η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία θα μπορούσε μειώσει την εξάρτηση από εξωτερικούς προμηθευτές και θα ενίσχυε την αξιοπιστία της ΕΕ ως γεωπολιτικός δρών, μετριάζοντας την έως τώρα διπλωματική της ανεπάρκεια.
Ωστόσο, οι προκλήσεις δεν πρέπει να υποτιμηθούν, καθώς η υλοποίηση ενός τόσο «φιλόδοξου» προγράμματος αποτελεί ένα τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο. Το στοίχημα του ReArm Europe δεν είναι μόνο οικονομικό ή στρατιωτικό – είναι και βαθιά πολιτικό. Αν η Ευρώπη αποτύχει να διατηρήσει την ενότητα της, θα μπορέσει ποτέ να αναδειχθεί ως στρατηγικά αυτόνομη δύναμη ή θα παραμείνει ένας οικονομικός γίγαντας με στρατιωτικά δεμένα χέρια;
Βιβλιογραφία
Anadolu Agency. 2025. “Russia Slams EU’s Military Strategy as ‘Dangerous Geopolitical Games’.” Anadolu Agency. Accessed March 19, 2025. https://www.aa.com.tr/en/europe/russia-slams-eu-s-military-strategy-as-dangerous-geopolitical-games/3503552.
Barigazzi, Jacopo. 2024. “Buy Your Guns, Missiles and Tanks at Home, Draghi Tells EU Countries.” Politico. Accessed March 19, 2025. https://www.politico.eu/article/europe-defense-mario-draghi-arms-industry-guns-missiles-tanks-spending/.
Burilkov, Alexandr, and Guntram B. Wolff. 2025. “Defending Europe without the US: First Estimates of What Is Needed.” Bruegel. Accessed March 19, 2025. https://www.bruegel.org/analysis/defending-europe-without-us-first-estimates-what-needed.
European Commission. 2023. “Boosting Defence Production: Act in Support of Ammunition Production (ASAP).” Defence Industry and Space. Accessed March 19, 2025. https://defence-industry-space.ec.europa.eu/eu-defence-industry/asap-boosting-defence-production_en.
European Council. 2022. Versailles Declaration, 11 March 2022. Accessed March 19, 2025. https://www.consilium.europa.eu/media/54773/20220311-versailles-declaration-en.pdf.
European Defence Agency. 2023. “Climate Change and EU Defence: Released New Report Analysing the Links Between Climate, Energy and Defence.” European Defence Agency. Accessed March 19, 2025. https://eda.europa.eu/news-and-events/news/2023/06/08/climate-change-and-eu-defence-released-new-report-analysing-the-links-between-climate-energy-and-defence.
European Defence Agency. 2023. “Sustaining Europe’s Armed Forces.” EDA Webzine, Issue 11. Accessed March 19, 2025. https://eda.europa.eu/webzine/issue11/in-the-field/sustaining-europe-s-armed-forces.
European Defence Agency. 2024. “2024 Defence Review Paves Way for Joint Military Projects.” European Defence Agency. Accessed March 20, 2025. https://eda.europa.eu/news-and-events/news/2024/11/19/2024-defence-review-paves-way-for-joint-military-projects.
Fabbrini, Sergio. 2013. “Intergovernmentalism and Its Limits: Assessing the European Union’s Answer to the Euro Crisis.” Comparative Political Studies 46 (9): 1003–29.
Friis, Karsten, and Rolf Tamnes. 2024. “The Defence of Northern Europe: New Opportunities, Significant Challenges.” International Affairs 100 (2): 813–824.
Goury-Laffont, Victor, Laura Kayali, and Sarah Paillou. 2025. “Welfare vs. Warfare: France’s Political Parties Divided Over Cash for Defense.” Politico, March 11, 2025. https://www.politico.eu/article/france-russia-defense-welfare-vs-warfare-political-parties-divided/.
Huff, Ariela. 2013. “Problems and Patterns in Parliamentary Scrutiny of the CFSP and CSDP.” OPAL Online Paper Series 14 (2013).
Inefán. 2023. “Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας.” Inefán. Accessed March 19, 2025. https://inefan.gr/%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CE%AE-%CE%B5%CE%BE%CF%89%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE/
Issing, Otmar. 2004. “Economic and Monetary Union in Europe: Political Priority versus Economic Integration.” In Political Events and Economic Ideas, 37-54.
Merler, Silvia. 2025. “Sustainability Rules Are Not a Block on EU Defence Financing, but Reputational Fears Are.” Bruegel, Μάρτιος 17, 2025. https://www.bruegel.org/analysis/sustainability-rules-are-not-block-eu-defence-financing-reputational-fears-are.
Nicoli, Francesco. 2024. “Stronger Together: Public Preferences for Different European Defence Cooperation Designs.” Bruegel, January 29, 2024. https://www.bruegel.org/first-glance/stronger-together-public-preferences-different-european-defence-cooperation-designs.
Scazzieri, Luigi. 2025. “Towards an EU ‘Defence Union’?” Centre for European Reform, January 30, 2025. Accessed March 19, 2025. https://www.cer.eu/publications/archive/policy-brief/2025/towards-eu-defence-union.
Schaik, Louise, and Akash Ramnath. 2022. A European Green Deal: The Impact of European Climate Policy on Security and Defence. Clingendael Institute. Accessed March 19, 2025. https://www.clingendael.org/sites/default/files/2022-04/PB%20A%20European%20Green%20Deal.pdf.
Schramm, Lucas, and Ulrich Krotz. 2024. “Leadership in European Crisis Politics: France, Germany, and the Difficult Quest for Regional Stabilization and Integration.” Journal of European Public Policy 31 (5): 1153–1178.
Siebold, Sabine. 2022. “NATO Aims to Cut Emissions by 45% by 2030, Be Carbon Neutral by 2050.” Reuters, June 28, 2022. https://www.reuters.com/world/europe/nato-cut-emissions-by-45-by-2030-be-carbon-neutral-by-2050-stoltenberg-2022-06-28/.
Strupczewski, Jan, and Andrew Gray. 2025. “EU Proposes Borrowing 150 Billion Euros in Big Rearmament Push.” Reuters, March 4, 2025. https://www.reuters.com/world/europe/eu-defence-plans-could-mobilise-800-billion-euros-von-der-leyen-says-2025-03-04/.
Capital.gr. 2025. “Φον ντερ Λάιεν: Η Ευρώπη σε εποχή επανεξοπλισμού — Το σχέδιο για τις αμυντικές δαπάνες μπορεί να αγγίξει τα 800 δισ. ευρώ.” Capital.gr, 4 Μαρτίου 2025. https://www.capital.gr/diethni/3904723/fon-nter-laien-i-europi-se-epoxi-epanexoplismou-to-sxedio-gia-tis-amuntikes-dapanes-mporei-na-aggixei-ta-800-dis-euro.
Άμυνα
Flug Revue: Σκέτη απογοήτευση τα F-16 που έδωσαν οι ΗΠΑ στην Ουκρανία
Για παράδειγμα, η σύγκριση μεταξύ του ουκρανικού F-16 και του ρωσικού Su-35S αποκαλύπτει μεγάλες τεχνικές διαφορές που επηρεάζουν την ικανότητα μάχης.

Από το καλοκαίρι του 2024, η Ουκρανία διαθέτει κάπου 20 μαχητικά αεροσκάφη F-16 , από τα αποθέματα του ΝΑΤΟ, για να αντιμετωπίσει τη Ρωσική υπεροπλία στον αέρα.
Μόνο που ο ρόλος αυτών των F-16 στον πόλεμο, είναι πολύ περιορισμένος, προς μεγάλη ικανοποίηση των Ρώσων που κυριαρχούν στον αέρα. Γιατί απλά, τα ουκρανικά F-16 είναι παμπάλαια και δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τα ρωσικά αεροσκάφη.
Οπως γράφει το γερμανικό περιοδικό Flug Revue που ασχολείται με θέματα της αεροπορίας, τα μαχητικά αεροσκάφη που παραδόθηκαν στην Ουκρανία είναι κυρίως παλαιότερα μοντέλα F-16A/B, τα οποία κατασκευάστηκαν αρχικά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Μερικά από αυτά τα αεροσκάφη έλαβαν τη λεγόμενη «Αναβάθμιση μέσης ζωής (Mid-Life Upgrade -MLU) τη δεκαετία του 1990.
Παρά τον εκσυγχρονισμό αυτόν , δεν πληρούν τεχνολογικά τα πρότυπα των τελευταίων εκδόσεων F-16 που χρησιμοποιούνται στις αεροπορικές δυνάμεις των κρατών μελών του ΝΑΤΟ.
«Οι ΗΠΑ παρέδωσαν 16 μαχητικά αεροσκάφη F-16 στην Ουκρανία, αλλά αντί να είναι ένα θαυματουργό όπλο, το αμερικανικό μαχητικό αποδείχθηκε μια …απογοήτευση». Όπως αναφέρει η εξειδικευμένη ιστοσελίδα Bulgarian Military , η Ουκρανία έλαβε επίσης ορισμένα τέτοια F-16 από την Ολλανδία, τη Δανία, το Βέλγιο και τη Νορβηγία.
Η σύγκριση με τα ρωσικά Sukhoi
Για παράδειγμα, η σύγκριση μεταξύ του ουκρανικού F-16 και του ρωσικού Su-35S αποκαλύπτει μεγάλες τεχνικές διαφορές που επηρεάζουν την ικανότητα μάχης. Το Su-35S, μια περαιτέρω εξέλιξη του σοβιετικού Su-27 από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, έχει μεγάλα πλεονεκτήματα σε αρκετούς βασικούς τομείς.
Η διαφορά στα συστήματα ραντάρ είναι εντυπωσιακή. Το ραντάρ Westinghouse AN/APG-66 με μηχανική σάρωση δέσμης που είναι εγκατεστημένο στα F-16 που διαθέτει η Ουκρανία, έχει βεληνεκές περίπου 150 χιλιομέτρων. Αντίθετα, το ραντάρ Irbis-E του Su-35S, το οποίο είναι εξοπλισμένο με μια ηλεκτρονικά κατευθυνόμενη κεραία, λέγεται ότι μπορεί να ανιχνεύσει στόχους έως και 400 χιλιόμετρα μακριά, όπως αναφέρει το Flug Revue.
Το γερμανικό περιοδικό τονίζει επίσης την έλλειψη ικανότητας δικτύου των F-16 της Ουκρανίας. «Τα ουκρανικά F-16 δεν έχουν πρόσβαση στην υπηρεσία δεδομένων του ΝΑΤΟ Link-16, γεγονός που περιορίζει τη δικτύωσή τους. Οι ΗΠΑ αρνούνται να δώσουν αυτή την τεχνολογική δικτύωση, από φόβο μήπως η τεχνολογία αυτή πέσει στα χέρια των Ρώσων».
Μια ιδιαίτερα κρίσιμη πτυχή των F-16 που δόθηκαν στην Ουκρανία αφορά τον ηλεκτρονικό πόλεμο. Χωρίς ενημερώσεις από τις ΗΠΑ, οι παρεμβολές AN/ALQ-131 του F-16 φέρεται να είναι άχρηστες , έναντι των ρωσικών συστημάτων ραντάρ. Η υποστήριξη ανεστάλη προσωρινά τον Μάρτιο του 2025, γεγονός που επηρεάζει την επιχειρησιακή ικανότητα των ουκρανικών αεροσκαφών , αναφέρει το ειδικό blog 19fortyfive .
Απογοήτευση των Ουκρανών
Ο Γιούρι Ιγκνατ, εκπρόσωπος της ουκρανικής Πολεμικής Αεροπορίας, εξέφρασε την απογοήτευσή του: «Τα F-16 των εταίρων μας δεν είναι αρκετά εξελιγμένα ώστε να ανταγωνίζονται άμεσα τα Su-35.
Αυτή η δήλωση σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή από την προηγούμενη θέση που είχε εκφράσει τον Μάιο του 2023, όταν δήλωνε με σιγουριά: «Αν έχουμε το F-16, θα κερδίσουμε αυτόν τον πόλεμο».
Σύμφωνα με την ουκρανική ιστοσελίδα Defense Express, η εξάρτηση από την τεχνολογική υποστήριξη των ΗΠΑ είναι σημαντική. Αλλά δεν υπάρχει κανένα μαγικό κουμπί που μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιος για να αναβαθμίσει εξ αποστάσεως το F-16 από την Ουάσιγκτον.
Παρά τους τεχνικούς περιορισμούς και τις εξαρτήσεις, τα ουκρανικά F-16 συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται κυρίως για αεράμυνα βαθιά μέσα στο ουκρανικό έδαφος. Ωστόσο, αποφεύγεται σε μεγάλο βαθμό οι αερομαχίες με ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη ή οι επιθέσεις σε καλά αμυνόμενους επίγειους στόχους, κοντά στην πρώτη γραμμή.
Γαλλική βόηθεια
Ως εναλλακτική λύση στα F-16, η Ουκρανία βασίζεται όλο και περισσότερο στα γαλλικά μαχητικά Mirage 2000. Τα γαλλικά αεροσκάφη έχουν πλεονέκτημα ότι τα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου τους, λειτουργούν ανεξάρτητα από την υποστήριξη των ΗΠΑ. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν έξι Mirage 2000 σε υπηρεσία στην Ουκρανία.
-
Άμυνα3 εβδομάδες πριν
Ισραηλινή δημοσιογράφος: “Με τη διάλυση του NATO η Τουρκία θα βρεθεί σε μεγάλο κίνδυνο! Θα χωριστεί στα δύο”
-
Πολιτική1 μήνα πριν
Έρχεται «τσουνάμι» αποκαλύψεων και στην Ελλάδα για USAID! Οι ΜΚΟ του Soros και οι Πρέσπες του Τσίπρα
-
Πολιτική2 εβδομάδες πριν
Έλληνας από τον Δομοκό αιχμάλωτος των Ουκρανών
-
Πολιτική2 μήνες πριν
Αποκάλυψη Στρος Καν! Με έφαγαν οι ΗΠΑ όπως και τον Καραμανλή!
-
Απόψεις2 μήνες πριν
Διαβεβαιώνω τον κ. Μητσοτάκη ότι η κυβέρνησή του δεν έχει μέλλον
-
Πολιτική3 εβδομάδες πριν
Συναγερμός από τον δήμαρχο Αλεξανδρούπολης! “Αθόρυβος εποικισμός – Βούλγαροι και Τούρκοι αγοράζουν σπίτια στην περιοχή”
-
Αναλύσεις16 ώρες πριν
Μάικλ Ρούμπιν στη Hellas Journal: Η σύλληψη Ιμάμογλου σηματοδοτεί ότι ο Ερντογάν θα απελευθερώσει τον Οτζαλάν μέσα σε νεκροσακούλα!
-
Αναλύσεις2 μήνες πριν
Ο Τραμπ δεν ξεχνά τί έκανε η Ελλάδα!