Ακολουθήστε μας

Αναλύσεις

Ένοχη πράξη!

Η παρουσία  Ελλήνων πολιτών στα κατεχόμενα της Κύπρου, πόσο μάλλον η συνάντηση με τους κατακτητές,  αποτελούν σοβαρά νομικά, πολιτικά, ηθικά  ζητήματα. 

Δημοσιεύτηκε στις

1.Το γεγονός

Ο κατοχικός ηγέτης Ερσίν Τατάρ συναντήθηκε   με εκπροσώπους του Ελληνο-τουρκικού Φόρουμ στο λεγόμενο «προεδρικό» Μέγαρο που είναι χτισμένο πάνω σε καταπατημένη ελληνοκυπριακη ιδιοκτησία,  σε μια συνάντηση στην οποία συμμετείχαν Έλληνες πολίτες, μέλη του ΕΛΙΑΜΕΠ. Μάλιστα  φωτογραφήθηκαν με  σύμβολα του κατοχικού καθεστώτος μαζί με τον Τατάρ να προεδρεύει της συνάντησης!
Σύμφωνα με ανακοίνωση της «Προεδρίας» στο ψευδοκράτος «κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Τατάρ εξήρε το έργο του φόρουμ –το οποίο αποτελείται από ακαδημαϊκούς και διπλωμάτες από την Τουρκία και την Ελλάδα– τονίζοντας τη σημασία του στην προώθηση της αμοιβαίας κατανόησης μεταξύ των λαών, παρουσιάζοντας  την γνωστή τουρκική θέση για” λύση” δύο κρατών, στη βάση της κυρίαρχης ισότητας και της ίσης διεθνούς υπόστασης. Επίσης ο κατοχικός ηγέτης εξέφρασε ανησυχία για «εκφοβισμούς και συλλήψεις» από την «ελληνοκυπριακή πλευρά» σε σχέση με τις περιουσίες, ενώ συνάντηση έγινε και στην ψευδοβουλή όπου τα μέλη παρακάθησαν στο ίδιο τραπέζι με τον ψευδοβουλευτή του CTP, Φικρί Τόρος και  αντάλλαξαν απόψεις για την τελευταία κατάσταση στην Κύπρο.
Εδώ οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η εξαφάνιση, η αποσιώπηση της παραπάνω είδησης είναι  πραγματικά εξωφρενική και ενοχική εκ του αποτελέσματος .

2. Οι νομικές διαστάσεις της (έμμεσης) αναγνώρισης των κατεχομένων

Η (έμμεση) αναγνώριση των κατεχομένων της Κύπρου, δηλαδή του ψευδοκράτους που έχει ανακηρυχθεί στα κατεχόμενα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτελεί ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα με πολυποίκιλες διαστάσεις στο διεθνές δίκαιο.
Το ψευδοκράτος που ανακηρύχθηκε το 1983, η “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου” (ΤΔΒΚ), είναι προϊόν παράνομης εισβολής και κατοχής από την Τουρκία το 1974. Ως εκ τούτου, δεν αναγνωρίζεται από τη διεθνή κοινότητα, εκτός από την ίδια την Τουρκία, από την οποία εξαρτάται πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ έχει επανειλημμένα καταδικάσει την ανακήρυξη της ΤΔΒΚ και έχει καλέσει όλα τα κράτη να μην την αναγνωρίσουν. Αυτό σημαίνει ότι η “ΤΔΒΚ” δεν διαθέτει διεθνή νομική προσωπικότητα και δεν θεωρείται κράτος βάσει του διεθνούς δικαίου.
Στο διεθνές δίκαιο, υπάρχει η διάκριση μεταξύ αναγνώρισης de jure (νόμιμης) και de facto (πραγματικής). Η de jure αναγνώριση δηλώνει την πλήρη αποδοχή της νομιμότητας και αποτελεσματικότητας μιας κρατικής οντότητας. Η de facto αναγνώριση είναι πιο ανεπίσημη και μπορεί να προκύπτει από πράξεις και επαφές. Στην περίπτωση της ΤΔΒΚ, δεν υπάρχει de jure αναγνώριση, ενώ οποιεσδήποτε de facto ενέργειες (π.χ. εμπορικές συναλλαγές, τεχνικές διευθετήσεις, συζητήσεις όπως του φόρουμ) δεν ισοδυναμούν με de jure αναγνώριση, και ενδέχεται να εγείρουν νομικά ζητήματα.
Άρα η “έμμεση αναγνώριση” αναφέρεται σε ενέργειες ή πολιτικές που, αν και δεν συνιστούν ρητή αναγνώριση του ψευδοκράτους, μπορεί να ερμηνευθούν ως τέτοια ή να δημιουργήσουν τετελεσμένα που υπονομεύουν τη θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως έγγραφα,   νόμιμη ιδιοκτησία, παραγωγή και εμπορία προϊόντων από παράνομες περιουσίες,  θέματα κυκλοφορίας,  υπηρεσιών, υγείας (και πολλά άλλα) και  εγείρουν ζητήματα  για έμμεση αναγνώριση, ακόμη και αν επίσημα οι επαφές αυτές γίνονται σε “μη πολιτικό” ή “ανθρωπιστικό” πλαίσιο. Μάλιστα η αποδοχή ή αναγνώριση διαβατηρίων ή άλλων επίσημων εγγράφων που εκδίδονται από τις αρχές του ψευδοκράτους από τρίτα κράτη, ακόμη και για πρακτικούς λόγους (π.χ. διέλευση “συνόρων”), περιουσίες κλπ, είναι ένα ευαίσθητο σημείο που μπορεί να ερμηνευθεί ως de facto αναγνώριση.
Συνεπώς οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου  οι οποίες έχουν επιβεβαιώσει το δικαίωμα ιδιοκτησίας και έχουν καταδικάσει τις παραβιάσεις από την Τουρκία, υπογραμμίζοντας την παράνομη φύση των πράξεων του ψευδοκράτους, δεν απασχόλησαν τα μέλη του ΕΛΙΑΜΕΠ;
Η χρήση και αποδοχή όρων που υποδηλώνουν κρατική υπόσταση, κανονικότητα , νομιμότητα, για τα κατεχόμενα (“Βόρεια Κύπρος,” “κυβέρνηση,” “κοινοβούλιο”, χάρτες, σύμβολα κλπ) από πολίτες της Ελληνικής Δημοκρατίας, που δεν έχει αναγνωρίσει την παρανομία, δεν δημιουργεί   εντύπωση της νομιμοποίησης;
Η (έμμεση) αναγνώριση, με τις παραπάνω πράξεις  έχει σοβαρές επιπτώσεις,  ενισχύει την de facto διαίρεση και υπονομεύει την κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, οδηγεί στη δημιουργία και εδραίωση τετελεσμένων επί του εδάφους, καθιστώντας δυσκολότερη την αναίρεση της κατοχής, περιπλέκει τις προσπάθειες για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό, καθώς δίνει νομιμοφάνεια στην παράνομη κατάσταση, επηρεάζει αρνητικά τα ανθρώπινα δικαιώματα των εκτοπισμένων Ελληνοκυπρίων, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα στην περιουσία.

3. Το πολιτικό ζήτημα

Η επίσκεψη στα κατεχόμενα της Κύπρου, η συνάντηση Ελλήνων πολιτών με τους εκπροσώπους της κατοχικής Τουρκίας, αναιρούν  τα Ηνωμένα Έθνη και τη διεθνή  κοινότητα (πλην της Τουρκίας) που  θεωρούν τις περιοχές αυτές ως έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας που βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή από το 1974. Η επίσκεψη εκεί, ακόμα και για εκπαιδευτικούς, επιστημονικούς ή συναφείς λόγους, μπορεί να ερμηνευθεί και να παρουσιαστεί ως “κανονικοποίηση” της κατάστασης ή/και  σιωπηρή αποδοχή της διχοτόμησης.
Η παρουσία  των Ελλήνων πολιτών στα κατεχόμενα ήδη χρησιμοποιείται από την Άγκυρα και την κατοχική ηγεσία ως εργαλείο προπαγάνδας για να δείξουν ότι το ψευδοκράτος λειτουργεί κανονικά και ότι υπάρχει “ειρηνική συνύπαρξη”, ενισχύοντας έτσι την επιχειρηματολογία τους για λύση δύο κρατών, η οποία απορρίπτεται κατηγορηματικά από την Κυπριακή Δημοκρατία, την Ελλάδα και τη διεθνή κοινότητα.
Επιπλέον υπάρχει μια ηθική διάσταση μέσα στο πολιτικό ζήτημα:  Η επίσκεψη στα κατεχόμενα, οι συνομιλίες με τους κατακτητές, δεν  είναι έλλειψη σεβασμού προς τους χιλιάδες εκτοπισμένους Ελληνοκύπριους, τους αγνοούμενους, τους πεσόντες και τις οικογένειες τους, που υπέστησαν τις συνέπειες της τουρκικής εισβολής και κατοχής;  Γιατί όσοι έχουν στοιχειώδη μνήμη αρνούνται τις επισκέψεις στα κατεχόμενα ως ένας τρόπος για να διατηρηθεί ζωντανή η μνήμη της κατοχής και να υπενθυμίζεται η ανάγκη για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού;

4. Συμπέρασμα θλίψης….

Η παρουσία  Ελλήνων πολιτών στα κατεχόμενα της Κύπρου, πόσο μάλλον η συνάντηση με τους κατακτητές,  αποτελούν σοβαρά νομικά, πολιτικά, ηθικά  ζητήματα.
Με άλλα λόγια, το θέμα είναι εξόχως σημαντικό, ιδιαίτερα ευαίσθητο και η απόφαση για επίσκεψη στα κατεχόμενα δεν είναι μια προσωπική επιλογή ή μία απλή απόφαση, πόσο μάλλον από τα μέλη του συγκεκριμένου φορέα.  Συνεπώς δεν υφίσταται καμία δικαιολογία του τύπου “δεν ξέραμε”, “μας παγίδεψαν”, ” δεν είναι αυτό που νομίζετε””  και άλλα τέτοια αστεία…. Ήταν πλήρως ενημερωμένοι για το νομικό πλαίσιο, τους πιθανούς κινδύνους και τις πολιτικές προεκτάσεις της πράξης αυτής. Τελεία και παύλα!

Γεννήθηκε στην Αλεξανδρούπολη από προγόνους διασωθέντες της Γενοκτονίας (1908-1922) και των Ολοκαυτωμάτων κατά τη διάρκεια της Ναζιστικής και Φασιστικής Κατοχής (1941-1944), όπου η οικογένειά του είχε και στις δύο αυτές τραγικές για τον Ελληνισμό περιόδους, θύματα, ορφανά και αγνοούμενους. Σπούδασε Κοινωνικές Επιστήμες, είναι διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών και ασχολείται με το ζήτημα της Γενοκτονίας, με τα εγκλήματα από τις Ναζιστικές και Φασιστικές δυνάμεις Κατοχής, με τα θέματα   της Βορείου Ηπείρου,  της Θράκης, του Αιγαίου, της Κύπρου, της Μακεδονίας, καθώς και με τις πτυχές της σύγχρονης ελληνικής παρουσίας στη χερσόνησο του Αίμου, στην ανατολική Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο.  Για τα παραπάνω ζητήματα έχει μιλήσει σε συνέδρια και εκδηλώσεις, εντός και εκτός Ελλάδας και για τη δραστηριότητά του έχει τιμηθεί τόσο στο εσωτερικό όσο και το εξωτερικό και επιπλέον έχει τιμηθεί από την Προεδρία  της Ελληνικής Δημοκρατίας και το  Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας,  για την μακροχρόνια και ανιδιοτελή του συμπαράσταση   στον πάσχοντα συνάνθρωπο. Τα κείμενα  του Θεοφάνη Μαλκίδη έχουν δημοσιευθεί σε αυτοτελείς μελέτες, επιστημονικά περιοδικά, συλλογικούς τόμους και πρακτικά συνεδρίων στην Ελλάδα και το εξωτερικό και   έχουν μεταφρασθεί στην αγγλική, γαλλική, ιταλική, ισπανική, αρμενική, ρωσική, ρουμανική, αλβανική και τουρκική γλώσσα. 

Αναλύσεις

Καύκασος: Διπλωματικές κινήσεις και απροκάλυπτη παρέμβαση

Νέες εξελίξεις στην εξωτερική πολιτική της Αρμενίας. Το ζήτημα αφορά την πρόταση των Ηνωμένων Πολιτειών να μισθώσουν για 100 χρόνια έναν διάδρομο κατά μήκος των συνόρων της επαρχίας Σιουνίκ, πρόταση γύρω από την οποία οι μυστικές διαπραγματεύσεις έχουν αρχίσει σταδιακά να έρχονται στο φως.

Δημοσιεύτηκε

στις

Καύκασος: Διπλωματικές κινήσεις και απροκάλυπτη εξωτερική παρέμβαση κάτω από τον μανδύα μιας εμπορικής λύσης

Υπό το φως των πρόσφατων αποκαλύψεων και επίσημων δηλώσεων, έχουν ανακύψει νέες εξελίξεις στην εξωτερική πολιτική της Αρμενίας. Το ζήτημα αφορά την πρόταση των Ηνωμένων Πολιτειών να μισθώσουν για 100 χρόνια έναν διάδρομο κατά μήκος των συνόρων της επαρχίας Σιουνίκ, πρόταση γύρω από την οποία οι μυστικές διαπραγματεύσεις έχουν αρχίσει σταδιακά να έρχονται στο φως.

Ο πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών στην Τουρκία, Tom Barrack, σε πρόσφατες δηλώσεις του επιβεβαίωσε όσα μέχρι πρότινος θεωρούνταν μόνο ως δημοσιογραφικές αποκαλύψεις. Δήλωσε:

«Η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν διαφωνούν για έναν δρόμο μήκους 32 χιλιομέτρων, και ερχόμαστε εμείς και λέμε, δώστε μας αυτόν τον δρόμο με ενοίκιο. Όλες οι πλευρές θα ωφεληθούν».

Αν αυτή η επιβεβαίωση του Αμερικανού διπλωμάτη ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, τότε αυτό σημαίνει ότι ένας δρόμος στο κυρίαρχο έδαφος της Αρμενίας μετατρέπεται σε ζώνη που ελέγχεται από ξένη εταιρεία. Από την άποψη του διεθνούς δικαίου, αυτό σημαίνει παραχώρηση εδαφικής κυριαρχίας. Το ζήτημα δεν αφορά πλέον τις υποδομές αλλά εισέρχεται στον τομέα της εθνικής ασφάλειας και της κρατικής κυριαρχίας.

Ο ερευνητής-δημοσιογράφος Ragip Soylu έγραψε στο Middle East Eye ότι ένα τέτοιο σχέδιο είχε συζητηθεί ήδη κατά τη διακυβέρνηση Trump ως εμπορική λύση σε μια εκρηκτική περιφερειακή κατάσταση. Έτσι, μια αμερικανική εταιρεία θα γινόταν υπεύθυνη για τη διακίνηση εμπορευμάτων, ενώ ταυτόχρονα θα αναλάμβανε και πολιτικά τον ρόλο του ουδέτερου εγγυητή. Ωστόσο, άλλες πηγές υποστηρίζουν ότι η αρχική πρωτοβουλία διαμορφώθηκε στην Άγκυρα. Η Τουρκία, σύμφωνα με την παραδοσιακή στρατηγική της, προσπαθεί να μετατρέψει τo Σιουνίκ σε κρίκο ενός νότιου διαδρόμου, ελέγχοντας όχι μόνο την οικονομία, αλλά και τις γεωπολιτικές ισορροπίες.

Μια άλλη πηγή, που φαίνεται να έχει άμεσες πληροφορίες για τις διαπραγματεύσεις, ανέφερε ότι η αρχική εκδοχή του σχεδίου είχε γίνει αποδεκτή και από την Αρμενία και από το Αζερμπαϊτζάν. Ωστόσο, η αρμενική πλευρά φέρεται να ζήτησε η ίδια εταιρεία να ελέγχει και τη διαδρομή από την πλευρά του Ναχιτσεβάν, αίτημα το οποίο το Μπακού απέρριψε κατηγορηματικά. Αυτή η πραγματικότητα δείχνει ότι όχι μόνο το Σιουνίκ, αλλά ολόκληρη η περιοχή έχει μετατραπεί σε πεδίο σύγκρουσης διεθνών συμφερόντων.

Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Αρμενίας, Mnatsakan Safaryan, ουσιαστικά δεν διέψευσε ότι το Γερεβάν έχει συζητήσει τέτοια πρόταση. Τόνισε μόνο την «διπλωματική ασάφεια» χωρίς σαφή τοποθέτηση. Αντίθετα, η εκπρόσωπος του Πρωθυπουργού, Nazeli Baghdasaryan, δήλωσε κατηγορηματικά ότι «η Αρμενία ποτέ δεν έχει συζητήσει ούτε συζητά οποιονδήποτε τρίτο έλεγχο στο έδαφός της». Αυτή η ξεκάθαρη αντίφαση μέσα στην ίδια την κυβέρνηση φανερώνει τη σύγχυση και την αδυναμία πολιτικής στρατηγικής. Όταν υπάρχει τέτοια ασυμφωνία γύρω από κρίσιμο ζήτημα εξωτερικής πολιτικής, καθίσταται προφανής η έλλειψη υπευθυνότητας και σαφούς πλαισίου, ενώ αναδύεται και η πιθανότητα πίεσης από εξωτερικούς παράγοντες.

Τον Σεπτέμβριο του 2023, ο πρωθυπουργός Πασινιάν είχε δηλώσει δημόσια: «Η Αρμενία είναι έτοιμη να εφαρμόσει την ίδια μεταχείριση που εφαρμόζει το Ιράν προς το Αζερμπαϊτζάν».
Αν όμως οι αποκαλύψεις του Αμερικανού πρέσβη είναι ακριβείς, τότε το υπό συζήτηση σχέδιο παραβιάζει όλες τις βάσεις αυτής της δήλωσης.

Το περιεχόμενο των μυστικών διαπραγματεύσεων γύρω από το Σιουνίκ διαφωτίζεται περισσότερο όταν εξετάσουμε τη συνάντηση Πασινιάν – Αλίεφ που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο Άμπου Ντάμπι. Αν και δεν υπήρξε επαρκής ενημέρωση της κοινής γνώμης, η συνάντηση σχολιάστηκε με ανακοινώσεις από τα υπουργεία Εξωτερικών των δύο χωρών, με εμφανείς διαφορές.

Η πλευρά του Αζερμπαϊτζάν ανακοίνωσε ότι «η συνάντηση ήταν χρήσιμη ως προς το άνοιγμα περιφερειακής επικοινωνίας, τη σύνδεση Ναχιτσεβάν – Αζερμπαϊτζάν και τον καθορισμό οικονομικών διαδρόμων».

Κατά το Μπακού, οι δύο πλευρές «κατέγραψαν προσεγγίσεις ως προς τη λογική της απεμπλοκής των εμπορικών ροών».
Η αρμενική πλευρά δήλωσε ότι συζητήθηκαν «όροι συμφωνίας ειρήνης» και «γενικές δυνατότητες προσέγγισης», χωρίς όμως να διευκρινιστεί το περιεχόμενο και το κόστος τους.

Αυτές οι διαφορές στο ύφος δείχνουν ότι η Αρμενία προσπαθεί να αποκρύψει από το εσωτερικό κοινό τις υποχωρήσεις που πραγματοποιούνται, ενώ το Μπακού προβάλλει με διαφάνεια ότι έχει ήδη επιτύχει σημαντικές συμφωνίες, κυρίως σε σχέση με την απεμπλοκή και τις επικοινωνιακές οδούς.

Κατά την εκτίμηση πολιτικών αναλυτών, η συνάντηση στο Άμπου Ντάμπι ενδέχεται να αποτέλεσε το πλαίσιο συμφωνιών διακυβέρνησης, οι οποίες τώρα επιχειρείται να υλοποιηθούν μέσω της αμερικανικής διπλωματικής παρέμβασης. Παρά τη γνωστή επιφυλακτικότητα των ΗΠΑ να εμπλέκονται σε περιφερειακές υποθέσεις, τη Δευτέρα ο Πρόεδρος Τραμπ δήλωσε ότι «η σύγκρουση μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν πλησιάζει σε επιτυχή επίλυση». Το ανέφερε κατά τη συνάντησή του με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι το Γερεβάν και το Μπακού βρίσκονται κοντά στην επίλυση των διαφορών τους.

Στο ίδιο πλαίσιο μπορεί να ενταχθεί και το πρόσφατο ταξίδι του Πασινιάν στην Ευρώπη και οι υποστηρικτικές δηλώσεις που διατυπώθηκαν εκεί.

Αυτή η διαδικασία εκτυλίσσεται τη στιγμή που η εξουσία ασκεί ευρείας κλίμακας πιέσεις στο εσωτερικό μέτωπο κατά της αντιπολίτευσης. Οι συλλήψεις πολιτικών και θρησκευτικών παραγόντων, οι κατασκευασμένες κατηγορίες περί “πραξικοπήματος”, οι “αποκαλύψεις” στημένων σκανδάλων κατά της Εκκλησίας και η μαζική προπαγανδιστική ατμόσφαιρα εξυπηρετούν έναν σκοπό: Να κατευθύνουν τη προσοχή του κόσμου σε «μια εσωτερική αστάθεια», κρατώντας τον μακριά από την ατζέντα των αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής.

Σε κάθε περίπτωση, οι πρόσφατες ταχείες αποκαλύψεις έδειξαν ότι οι σχέσεις Πασινιάν – Αλίεφ έχουν εμβαθυνθεί περαιτέρω. Με την κυβέρνηση να λαμβάνει κρίσιμες αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής αποφεύγοντας τον κοινοβουλευτικό διάλογο και την κοινή γνώμη, η Αρμενία βρίσκεται αντιμέτωπη με τα σοβαρότερα προβλήματα κυριαρχίας και ασφάλειας. Οι εξωτερικές πιέσεις και τα εσωτερικά πολιτικά παιχνίδια ενδέχεται να οδηγήσουν σε εθνική απώλεια χωρίς επιστροφή.

Μετάφραση από την αρμενική γλώσσα του άρθρου του Κερόπ Εκιζιάν στην Εφημερίδα Αζάτ Ορ

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Χάος στη Συρία!

Παρέμβαση του Ευάγγελου Μπασάρ Μούσσα στον Focus Fm

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Παρέμβαση του Ευάγγελου Μπασάρ Μούσσα στον Focus Fm

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Παρά τρίχα Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος!

Ο Τραμπ υιοθετεί τον πόλεμο του Μπάιντεν με τη Ρωσία

Δημοσιεύτηκε

στις

Σταύρος Καλεντερίδης: Ο Τραμπ υιοθετεί τον πόλεμο του Μπάιντεν με τη Ρωσία

👉 Σενάρια βομβαρδισμού της Μόσχας και της Αγ. Πετρούπολης
👉 Ο Πούτιν αγνοεί το τελεσίγραφο και συνεχίζει τον πόλεμο
👉 Τι γίνεται με τους Έλληνες και τους Δρούζους της Συρίας;

Συνέχεια ανάγνωσης

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Δημοφιλή