Απόψεις
Γι’αυτό οι Τούρκοι τρέμουν το μένος του Ισραήλ! Η προφητεία του μέντορα του Ερντογάν που “στοιχειώνει” την Άγκυρα
Πως ερμηνεύεται η ανησυχία από πλευράς Τουρκίας όσως συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή μετά την επιχείρηση “Rising Lion” του Ισραήλ εναντίον του Ιράν.

Γράφει ο Λάζαρος Καμπουρίδης
Έτσι εξηγούνται οι φοβίες των Τούρκων.
Στην Τουρκία δεν είναι λίγοι αυτοί οι οποίοι πιστεύουν ότι ο επόμενος στόχος του Ισραήλ μετά το Ιράν θα είναι η Τουρκία!!!
Υπάρχει υπόβαθρο στο θέμα αυτό. Πρώτος το είπε ο μέντορας του Ερντογάν, ισλαμιστής πρώην πρωθυπουργός της Τουρκίας και ιδρυτής του κόμματος Refah Partisi, Ν. Ερμπακάν.
Αυτός λοιπόν πριν από πολλά χρόνια είχε πει ότι το Ισραήλ πρώτα θα πλήξει τη Συρία, ακολούθως το Ιράν και στη συνέχεια την Τουρκία.
Επειδή ο Ερμπακάν ενέπνευσε με τις ισλαμικές – αντιδυτικες του θεωρίες μεγάλες μάζες του τουρκικού λαού, η πεποίθηση αυτή έχει σφηνωθεί για τα καλά στο μυαλό των Τούρκων και φυσικά του Ερντογάν.
Το έχω πει πολλές φορές. Οι Τούρκοι έχουν θέμα με την ψυχολογία τους όταν αισθάνονται την απειλή κοντά τους.
Καταλαβαίνουν μόνο από επίθεση.

Απόψεις
Πόση συμπερίληψη χωράει στην ιστορία; Υπήρχαν μαύροι ή μουσουλμάνοι Βίκινγκς;
«Σύγχρονες πολιτικές εμμονές, είτε αυτές είναι δικαιολογημένες είτε όχι, υπονομεύουν την κατανόησή μας για το παρελθόν», δηλώνει ο Ντέιβιντ Αμπουλάφια, ομότιμος καθηγητής ιστορίας του Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ

Εχει σημασία τελικά εάν ένας ηθοποιός, ο οποίος υποδύεται ένα ιστορικό πρόσωπο, είναι λευκός, μαύρος ή Ασιάτης; Εάν κρίνουμε από τις «κόντρες» που ξέσπασαν τα τελευταία χρόνια για τον «μαύρο Αννίβα», τη «μαύρη Κλεοπάτρα», τον «γαλανομάτη Ιησού» και, μεταξύ πολλών άλλων, τους «μαύρους Βίκινγκς» των σύγχρονων τηλεοπτικών σειρών, τότε προφανώς τα χρώματα έχουν τη σημασία τους, όχι μόνο στα μάτια εκείνων που αντιδρούν αλλά και, ως επιλογές που στέλνουν συγκεκριμένα μηνύματα, στα χέρια όσων έκαναν το κάθε casting.
«Σύγχρονες πολιτικές εμμονές, είτε αυτές είναι δικαιολογημένες είτε όχι, στην πραγματικότητα διαστρεβλώνουν την ιστορία. Κοιτάζουν όσα έχουν προηγηθεί μέσα από ένα είδος διαστρεβλωτικού καθρέφτη, πράγμα το οποίο υπονομεύει την κατανόησή μας για το παρελθόν», δηλώνει στην «Κ» ο Ντέιβιντ Αμπουλαφία, ομότιμος καθηγητής ιστορίας του Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ.

– Αναφέρατε σε πρόσφατο άρθρο σας τις ερμηνείες περί «ύπαρξης» μουσουλμάνων Βίκινγκ που ενθαρρύνουν κάποιες φιλανθρωπικές οργανώσεις στη Βρετανία. Υπήρξαν -ιστορικά- μαύροι ή μουσουλμάνοι Βίκινγκ;
Δεν αποκλείεται ένας πολύ μικρός αριθμός μαύρων σκλάβων να έφτασε στη Σκανδιναβία. Υπήρχε, άλλωστε, δουλεία στη Σκανδιναβία εκείνη την περίοδο. Ωστόσο, οι πιθανότητες να γίνουν κάποιοι από αυτούς πραγματικά Βίκινγκ πολεμιστές θα ήταν πολύ μικρές, επειδή οι ομάδες των πολεμιστών έτειναν να απαρτίζονται από τους φυλάρχους και τον κύκλο τους. Σε τελική ανάλυση, το ερώτημα είναι άλλο: Υπάρχουν ιστορικά στοιχεία που να αποδεικνύουν κάτι τέτοιο; Και η απάντηση είναι αρνητική. Οχι, δεν υπάρχουν στοιχεία για τέτοιους ανθρώπους. Ακόμη κι αν αυτοί υπήρξαν, ο αριθμός θα ήταν τόσο μικρός που δεν υπάρχει καμία ιστορία να ειπωθεί.
– Λέτε, λοιπόν, ότι δεν υπάρχουν ιστορικά στοιχεία, ωστόσο έχουμε δει τέτοια πρόσωπα σε ταινίες και τηλεοπτικές σειρές τελευταία. Εχει σημασία, τελικά, αν ένας ηθοποιός είναι μαύρος ή λευκός σε μια ταινία; Πώς πρέπει να προσεγγίζουμε την απεικόνιση ιστορικών προσώπων;
Η ερώτηση σχετικά με την απεικόνιση είναι ενδιαφέρουσα επειδή σε κάποιες περιπτώσεις αυτές οι διαφορετικές απεικονίσεις μπορεί να λειτουργήσουν εξαιρετικά καλά. Θυμάμαι πριν από χρόνια σε ένα από τα έργα του Σαίξπηρ, το «Πολύ κακό για το τίποτα», είχαν έναν μαύρο ηθοποιό στον ρόλο του Δον Πέδρο, και το χρώμα του δέρματός του ήταν ένας τρόπος, κατά μία έννοια, να αναδειχθεί το γεγονός ότι ήταν ξεχωριστός. Από εκεί και πέρα ωστόσο, υπάρχουν απεικονίσεις που θέλουν να στείλουν άλλου τύπου μηνύματα και καταλήγουν να λειτουργούν ως παραποιήσεις του ιστορικού παρελθόντος. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι υπήρχαν μαύροι στο Λονδίνο τον 16ο αιώνα, και έτσι πλέον ακούμε πολλά για τους μαύρους Τυδώρ (σ.σ. black Tudors). Ωστόσο, ο αριθμός τους ήταν αρκετά μικρός. Νομίζω ότι δεν είναι ιδιαίτερα ωφέλιμο σε κανέναν να κάνει τους κατοίκους της Μεγάλης Βρετανίας να φαντάζονται ότι επειδή οι ίδιοι είναι μαύροι ή μελαχρινοί ή οτιδήποτε άλλο, άνθρωποι σαν αυτούς ζούσαν σε σημαντικούς αριθμούς σε αυτήν τη χώρα πριν από εκατοντάδες χρόνια. Αυτή είναι μια παραποίηση της ιστορίας.
– Κάποιοι ισχυρίζονται ότι αυτό που περιγράφετε είναι μια προσπάθεια να ξαναγραφτεί η ιστορία με τρόπο που να ταιριάζει σε νέα αφηγήματα περί διαφορετικότητας και συμπερίληψης.
Ναι, για αυτό ακριβώς πρόκειται σε μεγάλο βαθμό. Και αυτό είναι αναπόφευκτο να ανησυχεί, νομίζω, κάθε σοβαρό ιστορικό, επειδή η ιστορία έχει να κάνει με την προσπάθεια ανάκτησης της αλήθειας για το παρελθόν. Σύγχρονες πολιτικές εμμονές, είτε αυτές είναι δικαιολογημένες είτε όχι, στην πραγματικότητα διαστρεβλώνουν την ιστορία. Στην πραγματικότητα, κοιτάζουν το παρελθόν μέσα από ένα είδος διαστρεβλωτικού καθρέφτη, πράγμα το οποίο όμως υπονομεύει την κατανόησή μας για το παρελθόν.
– Πιστεύετε, όμως, ότι συμβάλλουν στην προώθηση της διαφορετικότητας και της συμπερίληψης;
Προφανώς και θέλουμε μια κοινωνία στην οποία οι άνθρωποι θα έχουν ίσες ευκαιρίες. Ωστόσο, όλο αυτό έχει πια προχωρήσει πολύ παραπέρα. Eτσι, τώρα έχουμε την απαίτηση όχι μόνο για ισότητα, αλλά για την αμερικανική χρήση του όρου «ισότητα» (σ.σ. equity) που δεν περιλαμβάνει απλώς την παροχή ίσων ευκαιριών στους ανθρώπους αλλά σημαίνει στην πραγματικότητα το να ευνοείς εκείνους που θεωρείς μειονεκτούντες. Ωστόσο, ποιος αποφασίζει ποιοι είναι μειονεκτούντες και ποιοι όχι; Αυτό από μόνο του είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα. Και αυτό περιλαμβάνει θετικές διακρίσεις (σ.σ. positive discrimination), οι οποίες όμως στη χώρα μου θεωρούνταν κάτι το παράνομο. Είχαμε μια τέτοια υπόθεση στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, όπου διαφημίζονταν θέσεις εργασίας ακαδημαϊκού προσωπικού και μία από τις απαιτήσεις ήταν οι υποψήφιοι να υποβάλουν μια δήλωση δύο σελίδων σχετικά με το τι σημαίνει για αυτούς το τρίπτυχο EDI («Equity, Diversity, and Inclusion», «Ισότητα, Διαφορετικότητα και Συμπερίληψη»). Εγώ και κάποιοι άλλοι καταφέραμε να πείσουμε το πανεπιστήμιο ότι αυτό ήταν παράνομο, ότι στην πραγματικότητα δεν μπορείς να το απαιτείς στο πλαίσιο μιας αίτησης για πρόσληψη. Νομίζω λοιπόν ότι είναι μια από εκείνες τις περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι απλώς προχωρούν ολοένα πιο πέρα, με αποτέλεσμα όμως στην πραγματικότητα να δυσφημούν μια έννοια που θα μπορούσε να είναι αρκετά χρήσιμη αν εφαρμοζόταν με συνετό τρόπο, όχι ως εργαλείο διακρίσεων, αλλά ως μέσο ενίσχυσης των ευκαιριών για τον πληθυσμό γενικότερα.
– Μπορείτε να ανακαλέσετε άλλες προσπάθειες που θα μπορούσαν να θεωρηθούν απόπειρες να ξαναγραφτεί η ιστορία;
Αυτό που έχουμε αυτήν την στιγμή στη Βρετανία είναι, για παράδειγμα, το επιχείρημα ότι το Στόουνχεντζ χτίστηκε από μαύρους. Και πάλι, θα μπορούσε κανείς να πει ότι όλα αυτά παρουσιάζονται με τις πιο αγαθές προθέσεις, ως ένας τρόπος ώστε άτομα από εθνοτικές μειονότητες να συνδεθούν με το παρελθόν. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις μιλάμε για ευσεβείς πόθους που δεν στέκουν ιστορικά. Ο κρίσιμος κανόνας που πρέπει να ακολουθεί κανείς όταν γράφει ιστορία είναι να κάνει πίσω, όχι να προσπαθεί να εισαγάγει ηθικές αξίες του 21ου αιώνα σε αυτό που εξετάζει, αλλά να προσπαθεί να κατανοήσει την στάση των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Σε σχέση με τη δουλεία για παράδειγμα, η ιδέα ότι ένα άτομο μπορεί να κατέχει ένα άλλο άτομο είναι για εμάς σήμερα αδιανόητη. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε πώς θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί ότι θα μπορούσε να κατέχει ως ιδιοκτησία του ένα άλλο άτομο. Ωστόσο, ιστορικά πρέπει να δεχτούμε ότι οι άνθρωποι το έκαναν αυτό, ότι μέχρι και τον 19ο αιώνα υπήρχαν άνθρωποι που πίστευαν ότι ήταν μέρος ενός νορμάλ τρόπου σκέψης. Δεν το αποδεχόμαστε, λοιπόν, αλλά αυτό που κάνουμε είναι να το περιγράφουμε. Προσπαθούμε να εξηγήσουμε τι σήμαινε στην πραγματικότητα αυτό. Τι σήμαινε για τους σκλάβους; Τι σήμαινε για τους ιδιοκτήτες τους; Για την οικονομία; Ωστόσο, υπάρχει η ανησυχία ότι η συγγραφή της ιστορίας έχει πια κυριαρχηθεί τόσο πολύ από μοντέρνες ιδεολογίες που χάνουμε την επαφή με τον τρόπο με τον οποίο κατανοούσαμε το παρελθόν προσπαθώντας να εισέλθουμε στον κόσμο όσων έζησαν τους προηγούμενους αιώνες.
Απόψεις
Οι Αλώσεις του Ελληνισμού!
Η ιστορική πραγματικότητα είναι αμείλικτη και μας διδάσκει πως, ως Ελληνισμός, εάν και αυτή τη φορά, δεν καταφέρουμε να εντοπίσουμε και να απομονώσουμε μια για πάντα τους εσωτερικούς αυτούς εχθρούς, τους δήθεν ανοιχτόμυαλους, τους πολιτικά «ορθούς» και τους δήθεν ρεαλιστές, μοιραίως θα θυσιάζουμε «Παλαιολόγους» και θα υφιστάμεθα «Αλώσεις»!

Η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως την 29η Μαΐου του έτους 1453 μ.Χ. αποτελεί αναμφισβήτητα ιδιαίτερο σταθμό στο γεωπολιτικό γίγνεσθαι της εποχής, καθώς και γεγονός που σημάδεψε σημαντικά την παγκόσμια ιστορία επί τέσσερις τουλάχιστον αιώνες.
Γράφει ο Νικόλαος Ταμουρίδης Αντγος (ε.α)-Επίτιμος Α’ Υπαρχηγός ΓΕΣ
Ερευνώντας τα βασικά αίτια της πτώσης, αν ταξιδέψουμε στο άλλοτε κραταιό Βυζάντιο στις παραμονές της αλώσεως, διαπιστώνουμε ότι οι τελευταίοι αυτοκράτορες Παλαιολόγοι, εκτός του αγώνα εναντίον των εξωτερικών εχθρών Τούρκων, έδιναν συγχρόνως και έναν άλλο ιδιότυπο εσωτερικό αγώνα, πολύ πιο σημαντικό ίσως για την άμυνα της Πόλης. Ένα αγώνα εναντίον του «εσωτερικού εχθρού», των «πρόθυμων ηλιθίων», που δούλευαν συνειδητά υπέρ του εαυτού τους και των εχθρών της αυτοκρατορίας και εναντίον της ενότητας και της ανάκτησης της ισχύος της.
Ακόμη και εκείνη την εποχή που προηγήθηκε της αλώσεως, η λατρεία της εξουσίας και του χρήματος, η ατολμία στις αποφάσεις, η λεγόμενη πολιτική του «κατευνασμού», καθώς και η λανθασμένη επιλογή συμμαχιών από ανίκανους και δουλοπρεπείς «ηγέτες», έκριναν κατά πολύ τα μετέπειτα θλιβερά γεγονότα.
Υπενθυμίζουμε βέβαια ως σημαντικό γεγονός, ότι είχε προηγηθεί η Άλωση της Πόλης το 1204 από τους Φράγκους, τους δυτικούς «σταυροφόρους», η οποία σήμανε ουσιαστικά το τέλος της γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής υπεροχής του ζωτικού αυτού κέντρου επικοινωνίας του τότε πολιτισμένου κόσμου.
Η σοβαρά «τραυματισμένη» αυτοκρατορία όμως είχε ακόμη δυνάμεις. Έτσι πέτυχε την ανακατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως το 1261, αλλά το κακό είχε ήδη συντελεστεί σε μεγάλο βαθμό. Κι αυτό ήταν η καταστροφικά αμφιταλαντευόμενη πολιτική των κέντρων εξουσίας μεταξύ Δύσης και Ανατολής, γεγονός που διαδραμάτισε κρισιμότατο ρόλο στη μετέπειτα πορεία της. Από την μια πλευρά η πιεστική επιλογή της «ένωσης των εκκλησιών» και της παράδοσης των γεωπολιτικών και γεωοικονομικών προνομίων της Αυτοκρατορίας σε «δυτικούς συμμάχους» και από την άλλη οι πιέσεις από τους ανατολίτες κατακτητές, οδήγησαν στην σταδιακή κατάρρευση, κυρίως από λανθασμένες στρατηγικές επιλογές.
Μοιραίως λοιπόν φτάσαμε στο βράδυ της αποφράδας εκείνης ημέρας, όταν ο Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, θυσιαζόμενος, διατράνωνε την διαχρονικά μνημειώδη και ιστορική απάντηση των υπερηφάνων Ελλήνων όταν καλούνται να παραδώσουν «γην και ύδωρ»: «Τό δέ τήν Πόλιν σοί δοῦναι οὔτ’ ἐμόν ἐστί οὔτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ· κοινή γάρ γνώμη πᾶντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καί οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν»!
Η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Οθωμανούς Τούρκους, και η θυσία του τελευταίου Αυτοκράτορα αποτέλεσαν την τελική φάση μιας, επί δύο και πλέον αιώνες, καθοδικής πορείας του σπουδαιότερου ανθρώπινου πολιτισμού προς την παρακμή.
Ερχόμενοι τώρα στην σημερινή εποχή και στην σύγχρονη Ελλάδα, διαβλέπουμε καθαρά να επικρατεί ακριβώς η ίδια καταστροφική νοοτροπία. Οι ίδιες και χειρότερες πολιτικές, καθώς και ο εσωτερικός κίνδυνος. Δουλοπρεπείς, ραγιάδες πολιτικοί καταστρέφουν, κατά το πλείστον συνειδητά, τις εθνικές, πνευματικές, πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές δομές της πατρίδας μας και επιτρέπουν τον καταστροφικό εποικισμό της χώρας από αμέτρητους αλλοεθνείς και αλλόθρησκους. Ουσιαστικά, γυαλίζουν από τη μια πλευρά τα σκαρπίνια των γραβατωμένων δανειστών της Δύσης και από την άλλη τις μπότες των πασάδων της Ανατολής.
Η ιστορική πραγματικότητα είναι αμείλικτη και μας διδάσκει πως, ως Ελληνισμός, εάν και αυτή τη φορά, δεν καταφέρουμε να εντοπίσουμε και να απομονώσουμε μια για πάντα τους εσωτερικούς αυτούς εχθρούς, τους δήθεν ανοιχτόμυαλους, τους πολιτικά «ορθούς» και τους δήθεν ρεαλιστές, μοιραίως θα θυσιάζουμε «Παλαιολόγους» και θα υφιστάμεθα «Αλώσεις»!
Αναλύσεις
Casus Belli και ελληνική κυριαρχία
Για πρώτη φορά στα χρονικά του διεθνούς συστήματος ασφαλείας, ένα μέλος του ΝΑΤΟ απειλεί με στρατιωτική επέμβαση ένα άλλο μέλος της ίδιας Συμμαχίας, επειδή αυτό επιθυμεί να ασκήσει τα νόμιμα κυριαρχικά του δικαιώματα.

Ένα από τα πλέον εκρηκτικά ζητήματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις επανήλθε στο προσκήνιο των στρατηγικών αναλύσεων του κανονισμού SAFE, με αιχμή το casus belli, την απειλή πολέμου που διατηρεί επισήμως η Τουρκία εναντίον της Ελλάδας από το 1995, σε περίπτωση που η χώρα μας επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια, όπως προβλέπεται ρητά από το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS 1982).
Μια απειλή πολέμου εντός του ΝΑΤΟ
Η διατήρηση ενός τέτοιου δόγματος από πλευράς Άγκυρας συνιστά παγκόσμια πρωτοτυπία. Για πρώτη φορά στα χρονικά του διεθνούς συστήματος ασφαλείας, ένα μέλος του ΝΑΤΟ απειλεί με στρατιωτική επέμβαση ένα άλλο μέλος της ίδιας Συμμαχίας, επειδή αυτό επιθυμεί να ασκήσει τα νόμιμα κυριαρχικά του δικαιώματα.
Η Τουρκία, επικαλούμενη «εθνικά ζωτικά συμφέροντα», υποστηρίζει πως η επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο θα την “εγκλωβίσει”, υπονομεύοντας την ελεύθερη ναυσιπλοΐα και στρατηγική της επιρροή. Πρόκειται για επιχειρήματα που δεν αντέχουν στη νομική ή γεωστρατηγική εξέταση, καθώς η Τουρκία έχει ήδη επεκτείνει τα δικά της χωρικά ύδατα στα 12 ν.μ. στη Μαύρη Θάλασσα και την Ανατολική Μεσόγειο, αποδεχόμενη την ίδια συνθήκη που απορρίπτει στο Αιγαίο.
Η θέση της Ελλάδας και η ευρωπαϊκή διάσταση
Η Ελλάδα, ως κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει ξεκάθαρη θέση: Το casus belli είναι απαράδεκτο και αντίκειται τόσο στο Διεθνές Δίκαιο όσο και στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη. Μια ενδεχόμενη επέκταση στα 12 ν.μ. αποτελεί νόμιμη, κυριαρχική επιλογή, όχι πρόκληση. Το να παραμένει αυτή η απειλή ενεργή, δημιουργεί συνθήκες μόνιμης έντασης και αποσταθεροποιεί την Ανατολική Μεσόγειο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ζητήσει επανειλημμένα από την Τουρκία να άρει το casus belli, ενώ και οι ΗΠΑ έχουν δηλώσει ότι η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. αποτελεί δικαίωμα κάθε παράκτιου κράτους σύμφωνα με το διεθνές νομικό πλαίσιο.
SAFE Forum: Η πολιτικο-στρατηγική διάσταση του casus belli
Κατά τη διάρκεια των πρόσφατων συνεδριάσεων του Strategic Analysis and Forecasting for Europe (SAFE), επισημάνθηκε από πολλούς συμμετέχοντες, τόσο στρατιωτικούς όσο και διπλωματικούς αναλυτές, ότι το casus belli δεν είναι απλώς μια ρητορική απειλή, αλλά αποτελεί κεντρικό εργαλείο στρατηγικής αποτροπής της Τουρκίας, ενταγμένο στο πλαίσιο του αναθεωρητισμού της.
Η Άγκυρα, μέσω του δόγματος αυτού, προσπαθεί να επιβάλει ένα πλαίσιο «συνεκμετάλλευσης» και αναθεώρησης των διεθνώς κατοχυρωμένων συνόρων και δικαιωμάτων, μετατρέποντας μια κυρίαρχη πράξη της Ελλάδας σε «αιτία πολέμου». Η ρητορική αυτή συνδέεται άμεσα με τη γενικότερη στρατηγική της “γαλάζιας πατρίδας” και των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Η απάντηση: Διεθνής πίεση και στρατηγική ψυχραιμία
Στο πλαίσιο του SAFE, τονίστηκε ότι η απάντηση της Ελλάδας δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη. Απαιτείται ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος, προσεκτικός διπλωματικός σχεδιασμός, αλλά και διεθνοποίηση του ζητήματος. Το casus belli δεν είναι μόνο ελληνοτουρκική διαφορά· είναι πρόβλημα του ΝΑΤΟ, της Ε.Ε. και του διεθνούς δικαίου.
Εξωτερική πολιτική σε κρίση: Η Ελλάδα “πυροβολεί τα πόδια της” έναντι της Τουρκίας
Η παγίδα της “φιλίας” και το ευρωπαϊκό άλλοθι για την Άγκυρα
Η πρόσφατη πολιτική προσέγγιση Ελλάδας–Τουρκίας, όπως αυτή επισφραγίστηκε με τις δημόσιες δηλώσεις για «ελληνοτουρκική φιλία», φαίνεται να έχει γυρίσει μπούμερανγκ για την Αθήνα. Σε διπλωματικό επίπεδο, η Ελλάδα στην προσπάθειά της να κατευνάσει τις εντάσεις και να ενισχύσει το προφίλ της ως δύναμη σταθερότητας, φαίνεται να έχει υποτιμήσει τις συνέπειες της εικόνας που εκπέμπει προς την Ευρώπη.
Η εντύπωση που δημιουργείται στο εξωτερικό, και ιδίως εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι πως δεν υπάρχει πλέον ουσιαστικό πρόβλημα μεταξύ των δύο χωρών. Αυτή η ψευδής εικόνα «ομαλότητας» έχει ως αποτέλεσμα αρκετοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι να επανέρχονται με μεγαλύτερη ζέση στην ιδέα ένταξης της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα, μια εξέλιξη που προκαλεί προβληματισμό, αν όχι ανησυχία.
Ξεχνώντας το casus belli και την Κύπρο
Η ουσία, ωστόσο, δεν αλλάζει: η Τουρκία εξακολουθεί να διατηρεί ενεργό το casus belli κατά της Ελλάδας για τρεις δεκαετίες και συνεχίζει να κατέχει στρατιωτικά το 37% της Κυπριακής Δημοκρατίας εδώ και 51 χρόνια. Αυτές οι πραγματικότητες φαίνεται να παραγνωρίζονται από την ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία, που επιλέγει την προσέγγιση της Άγκυρας στο όνομα της γεωστρατηγικής ισορροπίας, παραμερίζοντας τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.
Η κριτική για την ελληνική στρατηγική
Πολλοί αναλυτές μιλούν πλέον ανοιχτά για σοβαρά στρατηγικά λάθη της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής απέναντι στην Τουρκία τα τελευταία χρόνια, τα οποία έχουν αποδυναμώσει τη διαπραγματευτική ισχύ της Αθήνας και έχουν επιτρέψει στην Άγκυρα να επανεμφανίζεται ως “συνεργάτης ασφαλείας” της Δύσης, χωρίς να έχει κάνει ουσιαστικές παραχωρήσεις.
Η τοποθέτηση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, Νίκου Δένδια, περί του SAFE και της πιθανής ενσωμάτωσης της Τουρκίας στον πυρήνα της ευρωπαϊκής άμυνας, είχε σαφώς πιο επιθετικό και αιχμηρό ύφος, υπενθυμίζοντας εμμέσως τις χρόνιες προκλήσεις της Τουρκίας. Ωστόσο, η στάση αυτή δεν αρκεί να αναστρέψει την ήδη παγιωμένη εντύπωση, ιδιαίτερα όταν η ευρύτερη κυβερνητική γραμμή κινείται προς την κατεύθυνση της εξομάλυνσης και της σιωπηρής αποδοχής της “νέας πραγματικότητας”.
Το εσωκομματικό στοιχείο
Δεν περνά απαρατήρητο και το πολιτικό υπόβαθρο της παρέμβασης Δένδια. Πέρα από τον θεσμικό του ρόλο, η στάση του αποτυπώνει και μια διαφορετική φωνή στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας, που φλερτάρει, όπως λένε πολιτικοί αναλυτές, με μια πιο ανεξάρτητη και εθνικά αιχμηρή τοποθέτηση απέναντι στα κρίσιμα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.
Το αν αυτή η στάση θα εξελιχθεί σε εσωκομματική διαφοροποίηση ή θα αποτελέσει εργαλείο πίεσης προς την κυβέρνηση, μένει να φανεί.
Συμπερασματικά
Η ελληνική διπλωματία φαίνεται να έχει υποπέσει σε ένα στρατηγικό λάθος: επένδυσε υπερβολικά στην εικόνα της “καλής γειτονίας”, χωρίς τις απαραίτητες εγγυήσεις και χωρίς να επιβάλει την αναγνώριση των θεμελιωδών ζητημάτων ασφάλειας. Η «καλή εικόνα» που παρουσιάζεται προς τα έξω έχει οδηγήσει σε αποπροσανατολισμό της ευρωπαϊκής πολιτικής έναντι της Τουρκίας.
Το τίμημα αυτής της πολιτικής, κατά πολλούς “αυτογκόλ”, ενδέχεται να το πληρώσει η Ελλάδα σε κρίσιμα πεδία, με πρώτο και κυριότερο το ευρωπαϊκό σύστημα άμυνας, στο οποίο η Τουρκία επιδιώκει να εισχωρήσει χωρίς να αλλάξει στάση ούτε στο Αιγαίο ούτε στην Κύπρο.
-
Πολιτική2 μήνες πριν
Ομολογία αποτυχίας! Οι Τούρκοι εγκαταλείπουν τη “Γαλάζια Πατρίδα” δια στόματος του εμπνευστή της
-
Αναλύσεις3 μήνες πριν
Μάικλ Ρούμπιν στη Hellas Journal: Η σύλληψη Ιμάμογλου σηματοδοτεί ότι ο Ερντογάν θα απελευθερώσει τον Οτζαλάν μέσα σε νεκροσακούλα!
-
Πολιτική2 εβδομάδες πριν
Ανατροπή στην ανατροπή! Ο Σίσι βάζει τα πράγματα στη θέση τους για το Σινά – Καμία προσβολή της μοναδικής και ιερής θρησκευτικής θέσης της Μονής -Δεν αλλάζει πουθενά το καθεστώς
-
Πολιτική2 μήνες πριν
Τούρκοι εισέβαλαν στην Καβάλα για να δείξουν «απειλητική» πινακίδα της ματωμένης Κύπρου! (video)
-
Άμυνα1 μήνα πριν
Χειρουργική επιχείρηση! Η Ινδία χτύπησε το Πακιστάν με SCALP και HAMMER που εκτοξεύτηκαν από Rafale
-
Διεθνή1 μήνα πριν
Ινδός στρατηγός απειλεί με πυρηνικό αφανισμό την Τουρκία
-
Διεθνή2 μήνες πριν
Με την ουρά στα σκέλια! Φιντάν: Η Τουρκία δεν επιθυμεί καμία αντιπαράθεση με το Ισραήλ στη Συρία
-
Άμυνα4 εβδομάδες πριν
Το 20% της αεροπορικής ισχύος του Πακιστάν διέλυσε σε ένα βράδυ η Ινδία!