Γενικά θέματα
Ο κίνδυνος που φοβίζει την Τουρκία
Η Άγκυρα και το τουρκικό βαθύ κράτος θεωρούν ότι οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή, που ευνοούν το Ισραήλ και τον περιφερειακό του ρόλο, σε συνδυασμό με τη γεωπολιτική αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την ανάληψη της προεδρίας της Ε.Ε. για το πρώτο εξάμηνο του 2026 δημιουργούν συνθήκες που είναι δυνατόν να θέσουν σε κίνδυνο ακόμα και την ίδια την κατοχή του βόρειου τμήματος του νησιού, που συνεχίζεται από το 1974.
Γιατί η Τουρκία ανησυχεί για την Κύπρο
Η Αγκυρα και το βαθύ τουρκικό κράτος θεωρούν ότι οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή, που ευνοούν το Ισραήλ, είναι δυνατόν να θέσουν σε κίνδυνο ακόμα και την ίδια την κατοχή του βόρειου τμήματος του νησιού
- Του Σάββα Καλεντερίδη
Το αποτέλεσμα των παράνομων εκλογών της Κυριακής 19 Οκτωβρίου στα κατεχόμενα της Κύπρου, που αμφισβήτησε την πολιτική των δύο κρατών της Αγκυρας, πυροδότησε σειρά αντιδράσεων ανάμεσα σε κορυφαίους πολιτικούς, με πιο ενδεικτική αυτήν του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, ηγέτη του παρακρατικού-παραστρατιωτικού μηχανισμού, που λειτουργεί ως εξισορροπητικός παράγοντας του βαθέος κράτους στο πολιτικό σύστημα και στην κοινωνία. Ο Μπαχτσελί, που συγκυβερνά με τον Ερντογάν, το ίδιο βράδυ μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ζήτησε από το ψευδοκοινοβούλιο να μην αναγνωρίσει το αποτέλεσμα των εκλογών και να πάρει απόφαση για ένωση των Κατεχομένων με την Τουρκία.
Ακολούθησε σειρά άρθρων, που θεώρησαν καταστροφικό το αποτέλεσμα και κινήθηκαν στην ίδια γραμμή με εκείνην του Μπαχτσελί.
Ο Εμρέ Κογκάρ, βετεράνος αρθρογράφος στην «Τζουμχουριέτ», θύμισε στους αναγνώστες του την παράδοση της Κύπρου στους Βρετανούς, με άρθρο που έχει τίτλο: «Πώς έχασε ο Αμπντουλχαμίτ την Κύπρο;»
Στο άρθρο του αναφέρεται πρώτα σε άλλο άρθρο, του πρέσβη ε.τ. Σουχά Ομέρ για το ίδιο θέμα, ο οποίος γράφει:
«Το αποτέλεσμα των εκλογών της ΤΔΒΚ δεν είναι μια επιλογή μεταξύ μιας “λύσης δύο κρατών” και μιας “ομοσπονδίας”, αλλά ένα σαφές μήνυμα που καταδεικνύει την απόρριψη των πολιτικών του ΑΚΡ και του Τατάρ, που ακολουθούν τον Ερντογάν. Είναι πρωτίστως προς το συμφέρον της Τουρκίας να ερμηνεύσει σωστά αυτό το μήνυμα και να ευθυγραμμιστεί με τον πρόεδρο Ερχούρμαν. Το να πέσει στη θέση του Αμπντουλχαμίτ Β΄, ο οποίος κατέστησε μια τεράστια αυτοκρατορία ανίκανη να προστατεύσει τα συμφέροντα της χώρας και του λαού του, και ο οποίος έδωσε το νησί της Κύπρου στη Βρετανία για να διατηρήσει τον θρόνο του, είναι το τελευταίο κακό που μπορεί να επιβληθεί στη Δημοκρατία της Τουρκίας».
Στη συνέχεια ο Κογκάρ, αναφερόμενος στις συνθήκες κάτω από τις οποίες η Κύπρος παραδόθηκε στους Βρετανούς, αναφέρει ότι μετά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-1878 η Ρωσία κατέλαβε το Ερζερούμ στην Ανατολή και προχώρησε μέχρι το προάστιο Αγιος Στέφανος της Κωνσταντινουπόλεως στη Δύση, όπου και υπεγράφη η ομώνυμη συνθήκη, με την οποία ο σουλτάνος παραχωρούσε τα εδάφη για τη δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας, που εξασφάλιζε την έξοδο της Ρωσίας στο Αιγαίο.
Το γεγονός αυτό κινητοποίησε το Λονδίνο, το οποίο, εκμεταλλευόμενο την αδυναμία του Αμπντουλχαμίτ, ο οποίος ζήτησε αμυντική υποστήριξη από τη Βρετανία έναντι της Ρωσίας, απαίτησε τη διοίκηση και την κατοχή της Κύπρου ως αντάλλαγμα για αυτήν την υποστήριξη.
Και συνεχίζει ο Κογκάρ ως εξής:
Στις 2 Μαΐου 1878 η Βρετανία μετέφερε τη βρετανική προσφορά μέσω του πρέσβη της στην Κωνσταντινούπολη Χένρι Λέγιαρντ: «Εάν η Ρωσία επιτίθετο στα οθωμανικά εδάφη στην Ασία (Ανατολία και Συρία), η Βρετανία θα παρείχε ένοπλη υποστήριξη, αλλά η Κύπρος θα καταλαμβανόταν και θα διοικούνταν από τη Βρετανία».
Το βρετανικό υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε την προσφορά στις 16 Μαΐου. Στις 23 Μαΐου 1878 ο λόρδος Σόλσμπερι έστειλε ένα μυστικό τηλεγράφημα στον Λέγιαρντ δίνοντας εντολή να δώσει στον σουλτάνο προθεσμία 48 ωρών.
Αυτό το τελεσίγραφο, το οποίο όριζε προθεσμία το βράδυ της Κυριακής 25 Μαΐου, ανέφερε ότι, εάν η προσφορά δεν γινόταν δεκτή, η Βρετανία θα απέσυρε τη φιλία της, θα διέκοπτε τις διαπραγματεύσεις και τελικά θα οδηγούσε στην κατάληψη της Κωνσταντινούπολης και στη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Σύμφωνα με τους όρους του τελεσιγράφου, οι δεσμεύσεις της Βρετανίας ήταν οι εξής:
Ενοπλη επέμβαση και αμυντική υποστήριξη σε περίπτωση που η Ρωσία επιχειρούσε να καταλάβει οθωμανικά ασιατικά εδάφη (περιοχές όπως το Καρς, το Αρνταχάν και το Μπατούμι). Η δέσμευση αυτή είχε ως στόχο να περιορίσει τα κέρδη της Ρωσίας πριν από το Συνέδριο του Βερολίνου.
Σύμφωνα με το τελεσίγραφο, οι οθωμανικές δεσμεύσεις ήταν οι εξής:
-Το νησί της Κύπρου θα κατεχόταν και θα διοικούνταν από τη Βρετανία.
-Το νησί θα χρησιμοποιούνταν ως στρατηγική βάση για την προστασία της Συρίας και της Ανατολίας. Επιπλέον, θα εφαρμόζονταν μεταρρυθμίσεις για τους χριστιανούς υπηκόους στην Αρμενία.
Επιπλέον, τόνιζε ότι η Βρετανία μπορούσε να προστατεύσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία όχι μόνο από τους Ρώσους αλλά και από άλλες δυνάμεις, απειλώντας να αναστείλει κάθε βοήθεια σε περίπτωση άρνησης.
Ο σουλτάνος Αμπντουλχαμίτ Β’ αποδέχτηκε αυτή τη συνθήκη στις 25 Μαΐου 1878. Μικρές αλλαγές έγιναν κατόπιν αιτήματος του σουλτάνου, όπως για παράδειγμα η συνέχιση των ισλαμικών δικαστηρίων και η διαχείριση των περιουσιών των ιδρυμάτων. Η Σύμβαση της Κύπρου υπογράφηκε στις 4 Ιουνίου 1878. Η συνθήκη κρατήθηκε μυστική μέχρι πριν από το Συνέδριο του Βερολίνου (13 Ιουνίου – 13 Ιουλίου 1878).
Με βάση αυτήν, η Βρετανία θα υπερασπιζόταν τα ασιατικά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έναντι οιασδήποτε επιθέσεως της Ρωσίας, ενώ η Κύπρος θα παρέμενε ονομαστικά οθωμανικό έδαφος, αλλά θα κατεχόταν και θα διοικούνταν από τη Βρετανία. Οποιοδήποτε πλεόνασμα εσόδων από το νησί (περίπου 92.000 λίρες σε ετήσιο φόρο) θα καταβαλλόταν στους Οθωμανούς, οι οποίοι θα ήταν υπεύθυνοι για τους θρησκευτικούς, εκπαιδευτικούς και δικαστικούς θεσμούς του νησιού. Η συνθήκη ανακοινώθηκε τις παραμονές ενάρξεως του Συνεδρίου του Βερολίνου, στις 8 Ιουλίου 1878, ενώ στις 11 Ιουλίου, δύο ημέρες πριν από τη λήξη του, ο βρετανικός στόλος αποβιβάστηκε στη Λάρνακα και ανέλαβε τη διοίκηση της Κύπρου.
Η συμφωνία αυτή υπογράφηκε από τον σουλτάνο Αμπντουλχαμίτ Β’. Ηταν μια προσπάθεια του Αμπντουλχαμίτ να κερδίσει τη Βρετανία ως σύμμαχο εναντίον της Ρωσίας, αλλά το νησί ουσιαστικά έπεσε υπό βρετανική κυριαρχία και έλεγχο. Ως αποτέλεσμα, το 1914, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Βρετανία προσάρτησε επίσημα την Κύπρο, την οποία είχε ήδη de facto καταλάβει και διοικήσει.
Δεν είναι τυχαία η ιστορική αναφορά του βετεράνου Τούρκου αρθρογράφου. Η Αγκυρα και το τουρκικό βαθύ κράτος θεωρούν ότι οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή, που ευνοούν το Ισραήλ και τον περιφερειακό του ρόλο, σε συνδυασμό με τη γεωπολιτική αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την ανάληψη της προεδρίας της Ε.Ε. για το πρώτο εξάμηνο του 2026 δημιουργούν συνθήκες που είναι δυνατόν να θέσουν σε κίνδυνο ακόμα και την ίδια την κατοχή του βόρειου τμήματος του νησιού, που συνεχίζεται από το 1974.
Προς εξαγωγήν συμπερασμάτων…
Γενικά θέματα
Ο Πόλεμος του Πετρελαίου: Πώς η Ρωσία Προσπαθεί να Επιβιώσει, ενώ Κίνα, Ινδία και Τουρκία Απειλούνται από τις Κυρώσεις των ΗΠΑ
Για τη Ρωσία, οι κυρώσεις είναι εμπόδια που πρέπει να παρακαμφθούν, και η ικανότητα της χώρας να τις παρακάμψει δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Οι προηγούμενες μέθοδοι περιλαμβάνουν την αλλαγή εμπόρων και ασφαλιστών, τη λειτουργία ενός σκιώδους στόλου, την ανάπτυξη εναλλακτικών συστημάτων διακανονισμού και την αναζήτηση αγοραστών πέρα από τους παραδοσιακούς εταίρους. Ενώ ο χώρος για ελιγμούς είναι περιορισμένος, δεν είναι εντελώς κλειστός.
Η απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ στις 22 Οκτωβρίου 2025 να προσθέσει τη Rosneft, τη Lukoil και τις θυγατρικές τους στον Κατάλογο Ειδικά Οριζόμενων Υπηκόων (SDN) του Γραφείου Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων (OFAC) του Υπουργείου Οικονομικών, απαγορεύει στις οντότητες των ΗΠΑ να συναλλάσσονται με αυτές τις ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες. Το πιο σημαντικό, στέλνει ένα σαφές μήνυμα στους παγκόσμιους αντισυμβαλλομένους της Rosneft και της Lukoil ότι ο κίνδυνος δευτερογενών κυρώσεων είναι πιο πιθανός από πριν. Αυτές οι οντότητες περιλαμβάνουν διυλιστήρια, εταιρείες ασφάλισης και logistics, εμπόρους (traders) και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο.
Δεδομένου ότι η Rosneft και η Lukoil αποτελούν περίπου το μισό της ημερήσιας παραγωγής πετρελαίου της Ρωσίας, οι κυρώσεις κατά των μεγάλων ρωσικών πετρελαϊκών εταιρειών είναι πιθανό να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στα κυβερνητικά έσοδα. Αυτός είναι πιθανώς ο λόγος πίσω από το γεγονός ότι δεν προστέθηκαν οι Rosneft και Lukoil στον Κατάλογο SDN νωρίτερα, με την ελπίδα ότι ο συνδυασμός κυρώσεων σε διάφορους κλάδους θα είχε αρκετή επίδραση στα ρωσικά έσοδα ώστε να πιέσει τη Ρωσία να συνάψει συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στην Ουκρανία. Οι κυρώσεις των ΗΠΑ στόχευαν επίσης να εξυπηρετήσουν τα εγχώρια συμφέροντα ορισμένων Ευρωπαίων συμμάχων –ιδίως της Βουλγαρίας, της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας– που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό πετρέλαιο, και να διατηρήσουν τις εμπορικές σχέσεις με Ασιάτες εταίρους, ιδιαίτερα την Ινδία.
Οι πρόσφατες κυρώσεις ακολουθούν τη λογική των μέτρων που ελήφθησαν νωρίτερα τόσο από τις διοικήσεις του Ντόναλντ Τραμπ όσο και του Τζο Μπάιντεν, καθώς και από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), για να διαβρώσουν τα πετρελαϊκά έσοδα της Μόσχας και να μαλακώσουν τις ρωσικές απαιτήσεις στην Ουκρανία. Μεταξύ των δράσεων που ακολουθήθηκαν στο παρελθόν ήταν οι εθελοντικές μειώσεις αγορών, η εισαγωγή ανώτατου ορίου τιμής μέσω της G7, η στοχοποίηση του σκιώδους στόλου πετρελαίου, και η επιβολή δασμών στις εξαγωγές της Ινδίας προς τις Ηνωμένες Πολιτείες ως τακτική πίεσης για να αναγκαστεί η Ινδία να εγκαταλείψει τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου. Εξετάζοντας αναδρομικά, αναπτύχθηκε ένα ποικίλο σύνολο εργαλείων, αλλά ο αντίκτυπος στον υπολογισμό πολέμου της Μόσχας ήταν περιορισμένος.
Τώρα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει αναπτύξει μία από τις πιο αυστηρές χρηματοοικονομικές κυρώσεις σε δύο εταιρείες που εξάγουν περισσότερο από το ήμισυ του ρωσικού αργού πετρελαίου. Αρχικά, η ανακοίνωση κέρδισε δυναμική, και οι αναφορές ειδήσεων δείχνουν ότι σχεδόν όλοι οι παγκόσμιοι εταίροι της Rosneft και της Lukoil αξιολογούν τον κίνδυνο συνέχισης της συνεργασίας ενόψει της προθεσμίας της 21ης Νοεμβρίου 2025, οπότε και οι κυρώσεις θα τεθούν σε ισχύ.
Η Αποτελεσματικότητα των Κυρώσεων Εξαρτάται από την Αντίδραση των Παγκόσμιων Εμπορικών Εταίρων
Ο πρώτος και πιο κρίσιμος παράγοντας για τον προσδιορισμό του αντίκτυπου του νέου πακέτου κυρώσεων είναι η θέση των κύριων χωρών που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, της Ινδίας, της Τουρκίας, και ορισμένων μικρότερων χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Οι επίσημες θέσεις των χωρών-εταίρων της Ρωσίας έχουν σημασία, όπως και η αυστηρή επιβολή των κυρώσεων και η προθυμία του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ να επιβάλει δευτερογενείς κυρώσεις. Η συνολική αποτελεσματικότητα θα εξαρτηθεί από ένα μείγμα εξωτερικών παραγόντων: τις θέσεις των βασικών κρατικών εταίρων, την ικανότητα της Ρωσίας να ελιχθεί στο νέο περιβάλλον και τις παρενέργειες των κυρώσεων. Κανένας από αυτούς δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Οι πρώτες επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της Μόσχας είναι πιθανό να φανούν εντός τριών έως έξι μηνών.
Αρχικά, όπως ανέφερε το Reuters, τέσσερις κρατικές κινεζικές πετρελαϊκές εταιρείες – οι PetroChina, China Petroleum & Chemical Corporation (Sinopec), China National Offshore Oil Corporation (CNOOC) και Zhenhua Oil – ανέστειλαν τις αγορές ρωσικού πετρελαίου και επαναξιολογούν την κατάσταση. Ωστόσο, ένα κρίσιμο στοιχείο θα είναι η επίσημη θέση του Πεκίνου, η οποία παραμένει ασαφής. Το Υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας (MFA) καταδίκασε τις ευρωπαϊκές κυρώσεις από το 19ο πακέτο, που εισήχθησαν ταυτόχρονα με τους ορισμούς SDN των ΗΠΑ τον Οκτώβριο του 2025, οι οποίες στόχευαν ιδιωτικά διυλιστήρια που εισάγουν ρωσικό πετρέλαιο: τις Liaoyang Petrochemical, Shandong Yulong Petrochemical, και τον εμπορικό βραχίονα της PetroChina, Chinaoil Hong Kong. Το MFA της Κίνας τις χαρακτήρισε παράνομες και καταδίκασε τις κυρώσεις του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ ως μονομερείς και χωρίς καμία βάση στο διεθνές δίκαιο. Αυτή είναι η πάγια θέση του Πεκίνου, υποδεικνύοντας ότι η Κίνα πιθανότατα θα συνεχίσει να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο με έκπτωση, πιθανώς μέσω εναλλακτικών οδών που περιλαμβάνουν μικρότερα διυλιστήρια και εμπόρους, προστατεύοντας παράλληλα τις κορυφαίες πετρελαϊκές της εταιρείες. Ένα άλλο αποτέλεσμα είναι λιγότερο πιθανό, αλλά όχι εντελώς αποκλεισμένο, καθώς η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο βρίσκονται σε διαδικασία επαναπροσδιορισμού των εμπορικών τους σχέσεων και μπορεί τελικά να υιοθετήσουν μια πιο κοντινή θέση σχετικά με το πώς να επηρεάσουν τη Μόσχα.
Η θέση του Νέου Δελχί είναι ακόμη πιο ασαφής λόγω της έλλειψης επίσημης κυβερνητικής καθοδήγησης, παρά τις αναφορές που δείχνουν ότι η Ινδία είναι έτοιμη να μειώσει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου. Εάν επιβεβαιωθεί, αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει όχι μόνο τα κρατικά διυλιστήρια αλλά και τα ιδιωτικά, όπως η Reliance Industries Limited (RIL) και η Nayara Energy, όπου η Rosneft είναι σημαντικός μέτοχος. Αυτές οι εταιρείες αντιπροσωπεύουν το $16\%$ των συνολικών εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου της Ινδίας και διαθέτουν δίκτυο διανομής στη χώρα. Σε ένα σενάριο όπου μόνο τα κρατικά διυλιστήρια απαγορεύεται να αγοράζουν και στα ιδιωτικά επιτρέπεται να συνεχίσουν τις συναλλαγές ανεξάρτητα, η Μόσχα θα κέρδιζε κάποιο χώρο και χρόνο.
Η Δημοκρατία της Τουρκίας αναμένεται επίσης να συνεχίσει να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο. Πριν από την ανακοίνωση των κυρώσεων, ο Τούρκος Υπουργός Ενέργειας Αλπαρσλάν Μπαϊρακτάρ δήλωσε ότι η αγορά ρωσικού πετρελαίου είναι εμπορική απόφαση για τις εταιρείες, κάτι που μπορεί να τις εξαιρέσει από μια πλήρη απαγόρευση.
Η Ικανότητα της Ρωσίας να Αποφύγει τις Κυρώσεις θα Καθορίσει τον Αντίκτυπο
Για τη Ρωσία, οι κυρώσεις είναι εμπόδια που πρέπει να παρακαμφθούν, και η ικανότητα της χώρας να τις παρακάμψει δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Οι προηγούμενες μέθοδοι περιλαμβάνουν την αλλαγή εμπόρων και ασφαλιστών, τη λειτουργία ενός σκιώδους στόλου, την ανάπτυξη εναλλακτικών συστημάτων διακανονισμού και την αναζήτηση αγοραστών πέρα από τους παραδοσιακούς εταίρους. Ενώ ο χώρος για ελιγμούς είναι περιορισμένος, δεν είναι εντελώς κλειστός. Πρόσφατες αναφορές δείχνουν ότι η Ρωσία προμήθευσε μια μικρή ποσότητα πετρελαίου στο νεοανοιγμένο διυλιστήριο Kulevi στη Γεωργία και έστειλε διυλισμένα προϊόντα στη Συρία. Το καλύτερο παράδειγμα προσαρμοστικότητας στις κυρώσεις είναι η Gazprom Neft και η Surgutneftegaz, οι οποίες υπέστησαν κυρώσεις στις αρχές του 2025 και εξακολουθούν να λειτουργούν. Οι εταιρείες στις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις αναδρομολόγησαν τις εξαγωγές, δημιούργησαν παράλληλα εμπορικά δίκτυα και προσέφεραν μειωμένες τιμές για να προσελκύσουν νέους πελάτες.
Οι Παρενέργειες των Κυρώσεων είναι Απρόβλεπτες
Πρόσθετοι παράγοντες που θα καθορίσουν την επιτυχία των κυρώσεων είναι οι παρενέργειες που δεν έχουν ακόμη φανεί, ιδίως όσον αφορά την τύχη των υπερπόντιων δραστηριοτήτων των ρωσικών εταιρειών και την κίνηση των παγκόσμιων τιμών πετρελαίου. Αυτά είναι σημαντικά στοιχεία του παζλ, τα οποία πιθανότατα ελήφθησαν υπόψη πριν ανακοινωθούν οι κυρώσεις. Ωστόσο, όπως έχει φανεί και στο παρελθόν, η Μόσχα μπορεί να προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί αυτές τις επιπτώσεις προς όφελός της. Εάν οι παγκόσμιοι παραγωγοί δεν αυξήσουν την παραγωγή για να καλύψουν την αυξανόμενη ζήτηση που προκαλείται από τη μείωση του ρωσικού πετρελαίου, η Ρωσία θα μπορούσε ακόμη και να επωφεληθεί πουλώντας μικρούς όγκους σε υψηλότερες τιμές. Ένα τέτοιο σενάριο θα υπονόμευε τον στόχο της μείωσης των ρωσικών εσόδων του προϋπολογισμού και της επιβράδυνσης της ικανότητας της χώρας να χρηματοδοτεί την πολεμική της βιομηχανία.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι εύλογο ότι η Ρωσία μπορεί να επιχειρήσει να συντονίσει διπλωματικές και άλλες προσπάθειες για να περιορίσει την προσφορά από τις χώρες της Κεντρικής Ασίας και το Ιράν. Η Μόσχα έχει επιρροή στη ροή του Καζακστάν μέσω του αγωγού Caspian Pipeline Consortium (CPC), ο οποίος διέρχεται από ρωσικό έδαφος και αντιπροσωπεύει το $1\%$ της παγκόσμιας προσφοράς. Η διακοπή θα επηρέαζε άμεσα τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά θα μπορούσε να διαταράξει την αγορά πετρελαίου. Επίσης, δεν πρέπει να αποκλειστεί κάποιος συντονισμός μεταξύ Ρωσίας και Ιράν, καθώς οι κυρώσεις καθορίζουν τη θέση της Ρωσίας στο παγκόσμιο πετρέλαιο να μοιάζει περισσότερο με εκείνη του Ιράν, όπου η Μόσχα μετατρέπεται από διεθνή προμηθευτή πετρελαίου σε χώρα που διαχειρίζεται έναν τομέα πετρελαίου με πλήρεις κυρώσεις.
Πιο μακριά, οι προσπάθειες υπονόμευσης των εξαγωγών του Αζερμπαϊτζάν δεν θα πρέπει να αποκλειστούν εντελώς, ειδικά καθώς η Ρωσία αντιμετωπίζει την πιθανή απώλεια της ευρωπαϊκής αγοράς και μπορεί να την απασχολούν λιγότερο οι επιπτώσεις εάν εμπλακεί σε «γκρίζες» δραστηριότητες για να σαμποτάρει τις εξαγωγές του Μπακού, οι οποίες είναι λιγότερο από $1\%$ παγκοσμίως, αλλά είναι ιδιαίτερα απαραίτητες για την Ευρώπη.
Μια άλλη πιθανή παρενέργεια που θα μπορούσε να υπονομεύσει τους στόχους των κυρώσεων είναι ένα σενάριο στο οποίο η Ρωσία επωφελείται από την πώληση των παγκόσμιων περιουσιακών στοιχείων έρευνας, παραγωγής και διύλισης (upstream and downstream) των ρωσικών εταιρειών. Η Lukoil κατέχει διυλιστήρια στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, καθώς και σημαντικές δραστηριότητες έρευνας και παραγωγής στην Αίγυπτο, τη Γκάνα, το Ιράκ και τη Νιγηρία. Βραχυπρόθεσμα, τα έσοδα από την εκποίηση θα μπορούσαν να βοηθήσουν τη Ρωσία να διαχειριστεί τις προκλήσεις που θέτουν οι τελευταίες κυρώσεις.
Γενικά θέματα
Εξομολόγηση αξιωματικού ΟΗΕ για 1974: «Οι Τούρκοι λεηλάτησαν τα πάντα»
Πρόκειται για τον Άλβαρ Γιόχανσον, μέλος της πολιτικής αστυνομίας της UNFICYP, ο οποίος μίλησε στη σουηδική εφημερίδα Värnamo Tidning στις 4 Νοεμβρίου 1975.
Ένας Σουηδός αστυνομικός του ΟΗΕ που υπηρέτησε στην Κύπρο αμέσως μετά την τουρκική εισβολή του 1974 περιγράφει μια ζοφερή πραγματικότητα στη βόρεια πλευρά του νησιού, μιλώντας για «συστηματικές λεηλασίες» και για «αδυναμία του ΟΗΕ να προστατεύσει τους εγκλωβισμένους Ελληνοκύπριους». Πρόκειται για τον Άλβαρ Γιόχανσον, μέλος της πολιτικής αστυνομίας της UNFICYP, ο οποίος μίλησε στη σουηδική εφημερίδα Värnamo Tidning στις 4 Νοεμβρίου 1975.
Σύμφωνα με το ιστολόγιο Υπερβόρειοι, στις μαρτυρίες του μεταφέρει εικόνες εγκατάλειψης, οικονομικής κατάρρευσης και έντονης ανθρώπινης δυστυχίας. Όπως αναφέρει, τα ξενοδοχεία και οι τουριστικές επιχειρήσεις που κάποτε ευημερούσαν στην Αμμόχωστο και σε άλλες περιοχές του βορρά έμειναν ακατοίκητα, καθώς το ελληνικό προσωπικό εκδιώχθηκε και οι τουρκικές αρχές δεν τα ανέλαβαν ποτέ. «Πέρσι ήταν γεμάτα· σήμερα παραμένουν άδεια», σημειώνει, περιγράφοντας μια οικονομία που είχε «παγώσει» μέσα σε λίγους μήνες.
Σύμφωνα με τον Γιόχανσον, Τουρκικές δυνάμεις και άτομα που βρίσκονταν υπό τον έλεγχό τους λεηλάτησαν καταστήματα και βιομηχανίες, μεταφέροντας πολύτιμο εξοπλισμό στην Τουρκία. Την ίδια ώρα, χιλιάδες Ελληνοκύπριοι εγκατέλειπαν τον βορρά προς τον νότο, ενώ οι εγκλωβισμένοι που έμειναν πίσω ζούσαν υπό καθεστώς ασφυκτικού περιορισμού.
Ένα από τα καθήκοντά του ως αστυνομικού του ΟΗΕ ήταν να μεταφέρει συντάξεις σε ηλικιωμένους Ελληνοκύπριους σε χωριά της κατεχόμενης ζώνης – μια από τις λίγες μορφές πρακτικής στήριξης που μπορούσαν να προσφέρουν οι δυνάμεις του ΟΗΕ, λόγω της περιορισμένης δυνατότητάς τους να επέμβουν. Ο ίδιος καταγγέλλει ότι πολλές φορές η ουδετερότητα του ΟΗΕ οδηγούσε σε αδράνεια, αφήνοντας τους κατοίκους εκτεθειμένους.
Ο Γιόχανσον περιγράφει περιστατικά που, όπως λέει, σημάδεψαν την αποστολή του: ηλικιωμένοι Ελληνοκύπριοι που μεταφέρονταν βίαια από τα σπίτια τους χωρίς καμία ενημέρωση, αγρότες που εμποδίζονταν να τρυγήσουν τα χωράφια τους, ακόμη και ένας πυροβολισμός εναντίον αγρότη που προσπάθησε να επισκευάσει εξοπλισμό άρδευσης στην ουδέτερη ζώνη – περιστατικό που καταγράφηκε ως «ατύχημα» λόγω υποτιθέμενης παρεξήγησης του Τούρκου φρουρού.
Παρά τις δυσκολίες, ο Σουηδός αστυνομικός υπογραμμίζει πως η συνεργασία μέσα στο πολυεθνικό σώμα της UNFICYP ήταν εξαιρετική, με προσωπικό από Αυστραλία, Αυστρία, Σουηδία, Καναδά, Φινλανδία, Δανία και Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, προειδοποιεί ότι εκείνη την περίοδο αναμενόταν μείωση της δύναμης του ΟΗΕ, γεγονός που προκαλούσε ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία.
Ο ίδιος δηλώνει ότι διατηρεί θετικά συναισθήματα για την Κύπρο και θα ήθελε να επιστρέψει ως τουρίστας. Όμως, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, «από τη δουλειά του ΟΗΕ έχει χορτάσει».
ΠΗΓΗ: SigmaLive
Γενικά θέματα
Χρυσανθόπουλος: Τι μου είπε ο Γερμανός πρέσβης για τις αποζημιώσεις;
Συνέντευξη του πρέσβη ε.τ. Λεωνίδα Χρυσανθόπουλου στη δημοσιογράφο Τζένη Πατέλη
-
Άμυνα1 μήνα πρινΑποκάλυψη Ινδού στρατηγού! Πως ινδική φρεγάτα εξανάγκασε σε οπισθόχωρηση τρία τουρκικά πολεμικά πλοία
-
Δημοκρατία2 μήνες πρινΜε τη σημαία δεν παίζουμε! Η Pizza Fan διέκοψε τη συνεργασία με κωμικό που προσέβαλε την ελληνική σημαία
-
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ3 μήνες πρινΣημαντικό ορόσημο στην Αγγλία! Ολόκληρη ενορία Προτεσταντών στο Χάλιφαξ μεταστράφηκε στην Ορθοδοξία
-
Αναλύσεις4 εβδομάδες πρινΠολλαπλά «εγκεφαλικά» μοίρασε ο μεγάλος Εμίρ Κουστουρίτσα με όσα είπε για τη woke ατζέντα
-
Πολιτική2 μήνες πρινΕνδιαφέρουσα στιχομυθία Μαρινάκη-Τζονσον! “Προτιμώ να κρατήσει κομμάτια της Ουκρανίας η Ρωσία για να μην πεθαίνουν παιδιά” πρότεινε ο πρόεδρος του Ολυμπιακού! “Ποια κομμάτια της Τσεχοσλοβακίας θα δίνατε στον Χίτλερ;” απάντησε ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας
-
Άμυνα5 ημέρες πρινΤέξας – Αεροπορική Βάση Sheppard: Ένας Έλληνας πιλότος κερδίζει τον σεβασμό της Αμερικής
-
Άμυνα2 μήνες πρινΣτα κάγκελα τα τουρκικά ΜΜΕ! Η Ελλάδα “κλείδωσε” τουρκικά Μη Επανδρωμένα Αεροσκάφη
-
Διεθνή2 μήνες πρινΗ Άγκυρα «μαζεύει τα πανιά» της: Η αιφνιδιαστική ακύρωση της άσκησης «Γαλάζια Πατρίδα»