Ακολουθήστε μας

Ιστορία - Πολιτισμός

Χατζηχριστοδουλής Τσαγγάρης: Ο εθνομάρτυρας του 1821 από την Πέτρα Σολέας

Δημοσιεύτηκε στις

Πρώτη δημοσίευση: Πολίτης, Παράθυρο, Λοξές ματιές στον πολιτισμό

Αφιερωμένο στην Τασούλα Δαυίδ για όσα μου πρόσφερε και στην Αρετή Παπαδοπούλου για όσα μου διηγήθηκε

Ένας σχεδόν άγνωστος εθνομάρτυρας που απαγχονίστηκε από τους Τούρκους το 1821 είναι ο Χατζηχριστόδουλος ή Χατζηχριστοδουλής Τσαγγάρης από την Πέτρα. Ωστόσο, το τραγικό του τέλος  αναφέρεται σε ποιητάρικο άσμα, αλλά και η προφορική παράδοση διέσωσε στη μνήμη των κατοίκων της Πέτρας αλλά και στους απογόνους του, όπως θα αναφέρουμε στη συνέχεια, το τραγικό του τέλος. Ακόμη, γραπτή μαρτυρία διαβεβαιώνει ότι κάτοικος της Πέτρας είχε στην κατοχή του έγγραφο στην τουρκική με το οποίο δημευόταν η περιουσία του και ο εν λόγω προύχοντας της Πέτρας θα απαγχονιζόταν. Ο κάτοχος του εγγράφου, όπως ο ίδιος αναφέρει, το είχε δανείσει, αλλά τελικά δεν του το επέστρεψαν. Πολύ πιθανόν το έγγραφο αυτό να σώζεται στα κατάλοιπα των κληρονόμων ή και απογόνων του εν λόγω ατόμου.

Η Πέτρα Σολέας, γενέθλιος τόπος του εθνομάρτυρα Χατζηχριστοδουλή Τσαγγάρη, μας κίνησε από πολύ ενωρίς το ενδιαφέρον, όταν κατά τη διάρκεια των αρχειακών ερευνών μας έτυχε να ανακαλύψουμε στοιχεία για τους φεουδάρχες της. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον ήταν το γεγονός όταν είχαμε ανακαλύψει και την αγοραπωλησία του χωριού από τη βενετική διοίκηση της Κύπρου από έναν πλοιοκτήτη – φεουδάρχη και γενικά οικονομικά εύρωστο με απώτερη καταγωγή από τη Γένουα, ο οποίος είχε αποκτήσει ως φέουδο την Πέτρα. Πρόκειται για τον Ιάκωβο Negron, ωστόσο, και άλλα γνωστά πρόσωπα που απαντούν κατά τον 15ο  αιώνα στην ιστορία της Κύπρου, αλλά και γνωστοί φεουδάρχες του 16ου αιώνα, είχαν συνδεθεί με την Πέτρα και τον τελευταίο φεουδάρχη της επί Βενετοκρατίας, τον Ούγο Φλάτρο, κτήτορα του ομώνυμου προμαχώνα στην ανατολική πλευρά της βενετικής οχύρωσης της Λευκωσίας.

Η Πέτρα ήταν φέουδο που δόθηκε από τον βασιλιά Πέτρο Β´ Lusignan  τον 15ο αιώνα στον ευνοούμενό του Thibaldo Belfarage, ο οποίος επιμόνως του ζητούσε να του παραχωρήσει και το γειτονικό με την Πέτρα χωριό Ελιά. Τελικά, όμως, είχε τραγικό τέλος, αφού η βασιλομήτορα Ελεονώρα είχε αντιληφθεί την επιρροή που είχε στον άπειρο γιο της και γι’ αυτό ανηλεώς τον καταδίκασε σε θάνατο. Η Πέτρα κατά τη Φραγκοκρατία αναφέρεται επίσης και ως βασιλικό φέουδο, και σύμφωνα με μία πηγή του 1468 υπήρχε στην Πέτρα και βασιλική κατοικία (manoir de nostre casal de Petres), όπως αναφέρεται σε κάποια εντολή του βασιλιά Ιακώβου Β´ Lusignan. Πολύ πιθανόν το οικόσημο που σύμφωνα με μαρτυρία βρισκόταν στην κατοικία Δαυίδ και έφερε λέοντα και σταυρό να παραπέμπει στον θυρεό των Lusignan. Στα μέσα του 15ου αιώνα, η Πέτρα παραχωρήθηκε μαζί με άλλα χωριά στην Έλενα Grigner, θυγατέρα του  Ιάκωβου de Grigner κόμη Rochas και της Μαργαρίτας Lusignan, ανεψιάς του βασιλιά  της Κύπρου.

H Πέτρα Σολέας με τους φεουδάρχες της κατά τον 15ο και 16ο αιώνα, είχε και το δικό της «μερτικό» στην εκατόμβη του 1821. Όταν άρχισε να δημιουργείται το Αρχείο Προφορικής Παράδοσης των Κατεχομένων Περιοχών της Κύπρου, στο Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, πριν από τρεις δεκαετίες αρχίσαμε μαζί με άλλους ερευνητές να εργαζόμαστε γι’ αυτό τον σκοπό. Τότε, μια ευγενής κυρία από την Πέτρα έτυχε να έχει τη φροντίδα του σπιτιού μας και θελήσαμε να μάθουμε περισσότερα για το χωριό της. Μας ενδιέφερε να πληροφορηθούμε τι είχε βιώσει έως το 1974, αλλά και τι είχε ακούσει από τους δικούς της και τι διέσωσαν για το παρελθόν κατά τη Λατινοκρατία, την Τουρκοκρατία, την Αγγλοκρατία κ.ά. για την Πέτρα. Τότε ήταν για πρώτη φορά που είχαμε ακούσει για τον εθνομάρτυρα Χατζηχριστοδουλή από την Πέτρα και ποιος ήταν. Η ίδια κυρία μας διηγήθηκε ότι οι Τούρκοι απογύμνωσαν τον προύχοντα του χωριού Χατζηχριστοδουλή από κάθε περιουσιακό στοιχείο και στη συνέχεια τον απαγχόνισαν. Αργότερα πληροφορηθήκαμε, μέσα από μια μελέτη για έναν παπά με το όνομα Πέτρος από την Πέτρα που είχε στην κατοχή του ένα πολύ ενδιαφέρον χειρόγραφο με γιατροσόφια και ότι ήταν απόγονος, και συγκεκριμένα γιος του εθνομάρτυρα Χατζηχριστόδουλου ή Χατζηχριστοδουλή Τσαγγάρη. Ας σημειωθεί ότι ο Χατζηχριστοδουλής είχε και έναν άλλο γιο με το όνομα Χατζηγιάννης.

Περί Χατζηχριστόδουλου Τσαγγάρη από την Πέτρα

Ήδη από το 1870 ένας ποιητάρης είχε καταγράψει σε στίχους τις φοβερές σφαγές του 1821 και μεταξύ άλλων έκανε αναφορά και στον απαγχονισμό του προύχοντα από την Πέτρα Χατζηχριστόδουλου Τσαγγάρη. Αναφορά στον εθνομάρτυρα Χατζηχριστόδουλο Τσαγγάρη γίνεται και σε μελέτημα για τον Αρχιμανδρίτη Γρηγόριο Μαχαιριώτη χωρίς άλλες λεπτομέρειες ή οποιαδήποτε παραπομπή σε πηγή. Εύλογα τα πιο πάνω στοιχεία σχολιάστηκαν από τον λόγιο εκπαιδευτικό και συγγραφέα Χαράλαμπο Παπαδόπουλλο ότι τα στοιχεία αυτά παρατίθενται χωρίς αναφορά σε κάποια πηγή. γεγονός που γεννά δικαιολογημένα αμφισβητήσεις κατά πόσον ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Η απάντηση στα γραφόμενα του Κύπριου λογίου και συγγραφέα ήρθε από έναν εκπαιδευτικό και ομοχώριο του Χατζηχριστοδουλή, η σύζυγος του οποίου είχε συγγένεια με τον εθνομάρτυρα από την Πέτρα. Πρόκειται για τον διδάσκαλο Νικόλαο Καμένο, παππού του καλαδελφού μας Μάικ Χατζηγαβριήλ, ο οποίος μάλιστα διαβεβαίωνε με επιστολή του τον Χαράλαμπο Παπαδόπουλλο ότι, όχι μόνο ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα τα στοιχεία για τον εθνομάρτυρα Χατζηχριστοδουλή, αλλά δήλωνε ότι κατείχε και τεκμήριο της καταδίκης του σε θάνατο που είχε συνταχθεί στην τουρκική. Συγκεκριμένα, σε επιστολή του τον Αύγουστο του 1931 γράφει, μεταξύ άλλων, στον Χαράλαμπο Παπαδόπουλλο, ο οποίος αμφισβητούσε τα περί Χατζηχριστοδουλή επειδή στα όσα είχαν δει το φως δεν αναφέρονταν πηγές.  «… Γράφετε για τον μαρτυρικό θάνατο του εγχωρίου μου Χατζή  Χριστοδούλου Τσαγγάρη και σημειώνετε ότι η πληροφορία αυτή είναι αδηλώτου πηγής. Ίσως ο συγγραφέας να μην είχε  θετικάς πληροφορίας. Σας πληροφορώ λοιπόν ότι σώζεται παρ’ εμοί το έγγραφον της καταδίκης του, τουρκιστί γεγραμμένον (Ιούλιος 1821), διά του οποίου καταδικάζεται ως επαναστάτης και δημεύεται η περιουσία του. Το έγγραφον παρέδωσα προς μετάφρασιν και δημοσίευσιν. Δυστυχώς, όμως, ακόμη δεν  είδε το φως, ως βλέπω· σήμερον δε βρίσκεται εις τας χείρας του κ. Κ. Μυριανθοπούλου προς μετάφρασιν».

Διήγηση Αρετής Παπαδοπούλου

Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός  ότι εκτός των όσων έχουν δημοσιευτεί μέχρι σήμερα και των όσων  διαφύλαξε και μας διηγήθηκε για τον Χατζηχριστοδουλή πριν από τρεις δεκαετίες η Ανδρομάχη Μιχαήλ από την Πέτρα, τα όσα επιπρόσθετα μας διηγήθηκε μία απόγονος του εθνομάρτυρα Χαζηχριστόδουλου Τσαγγάρη, η κ. Αρετή Παπαδοπούλου, με την οποία είχαμε την τύχη να συνομιλήσουμε. Η μνήμη του εθνομάρτυρα προπάτορά τους, όπως μας ανέφερε η απόγονός του, ήταν πολύ έντονη στην Πέτρα, ωστόσο από όσα θυμάται μικρή εξακολουθούσε ακόμη να υπάρχει ο φόβος των φοβερών σφαγών και απαγχονισμών του 1821. Το γεγονός αυτό συνάγεται από τις διηγήσεις της αδελφής της γιαγιάς της Κλειούς, που έφερε το όνομα Αγάθη, η οποία λόγω ενός ατυχούς γεγονότος είχε μείνει τυφλή. Η γιαγιά αυτή, η οποία ας σημειωθεί ήταν δισέγγονη του Χατζηχριστοδουλή, τους διηγόταν πάντοτε ιστορίες, μύθους και θρύλους. Πολύ συχνά η Αγάθη, εγγονή του παπά Πέτρου της Πέτρας που κατείχε χειρόγραφο με γιατροσόφια και δισέγγονη του Χατζηχριστοδουλή, άρχιζε τη διήγηση για τον προπάππό της κάπως έτσι: «… Ήταν μια φορά ένας Χατζηχριστοδουλής, Χατζηχριστοδουλής, Ττοουλής…Ττοουλής…». Ωστόσο, η γιαγιά Αγάθη ποτέ δεν συμπλήρωνε την ιστορία και όταν ακόμη οι μικρές ανεψούλες της,  τής ζητούσαν να συνεχίσει τη διήγηση, πάντοτε η διήγηση σταματούσε απλώς και μόνο στο όνομα του Χατζηχριστοδουλή… Παρ’ όλα αυτά, σε τακτά χρονικά διαστήματα, όσο ζούσε η γιαγιά Αγάθη διηγόταν: « Ήταν μια φορά ένας Χατζηχριστοδουλής, Χατζηχριστοδουλής,…Ττοουλής, Ττοουλής », όμως ποτέ δεν ολοκλήρωνε τη φοβερή ιστορία του προπάτορά της …

Ο Χατζηχριστοδουλής ανήκε σε πολυμελή οικογένεια και είχε έξι αδέλφια. Εκτός από μεγάλες εκτάσεις κτημάτων, είχε αποκτήσει οικονομική επιφάνεια μάλλον διενεργώντας εμπόριο, αφού ταξίδευε συχνά στη Μικρά  Ασία, στον Λίβανο ή και σε άλλες γειτονικές χώρες με την Κύπρο. Ίσως να εμπορευόταν βαμβάκι, αφού στα υπάρχοντά του πριν την εκτέλεσή του σημειώνεται μεγάλη ποσότητα. Η σύζυγός του, όπως διέσωσε η προφορική παράδοση,  ονομαζόταν Μόνα και ήταν Μικρασιάτισσα. Ένας γέροντας από την Πέτρα με το όνομα Ιλαρίων διηγόταν ότι η σύζυγος του Χατζηχριστοδουλή, Μόνα, ήταν πολύ όμορφη, ντυνόταν συνήθως στα λευκά και φορούσε κόκκινο βελούδινο φέσι. Ο Χατζηχριστοδουλής είχε αδελφό τον Χατζηαναστάση, που αργότερα οι απόγονοί του υιοθέτησαν το επίθετο Λεβέντη που είχε νυμφευθεί με την αδελφή του δραγομάνου Χατζηγεωργάκη Κορνέσιου, η οποία ονομαζόταν Ελένη. Όταν συνέλαβαν τον Χατζηχριστοδουλή οι Τούρκοι για να τον απαγχονίσουν, η σύζυγος και τα παιδιά του, για να γλυτώσουν, έντρομοι κατέφυγαν στα κουσουλάτα, δηλαδή στα προξενεία της Λάρνακας.

Απευθείας από τον εθνομάρτυρα κατάγεται η οικογένεια Δαυίδ, αφού η δισέγγονη του Χατζηχριστοδουλή, Κλειώ, παντρεύτηκε τον Γεώργιο Δαυίδ και ο γιος του ζεύγους Αλκιβιάδης είναι ο πατέρας του Γιώργου Δαυίδ, της Τασούλας και των υπόλοιπων μελών της οικογένειάς τους. Ο κλάδος της οικογένειας του εθνομάρτυρα Χατζηχριστοδουλή και ο κλάδος του αδελφού του Χατζηαναστάση μετέπειτα Λεβέντη, μετά από τέσσερις γενεές οι οικογένειες των δύο αδελφών συνδέθηκαν εκ νέου με τον γάμο της Καλλιόπης Λεβέντη και του Αλκιβιάδη Δαυίδ. Συνεπώς η Τασούλα και ο Γιώργος Δαυίδ κατάγονται και από πατέρα και μητέρα  από τον εθνομάρτυρα Χατζηχριστοδουλή.

Επίσης, απόγονοι της οικογένειας Χατζηχριστοδουλή είναι οι οικογένειες Οικονομίδη και Παπαδοπούλου από την Πέτρα. Αναφέρουμε απλώς ενδεικτικά την κ. Αρετή Παπαδοπούλου, τις φίλες Ρίτσα Οικονομίδη Κυριάκου, Φρόσω Οικονομίδη Χατζηλούκα, τον Γλαύκο Οικονομίδη κ.ά. Επισημαίνεται και πάλι ότι και η γνωστή  κυπριακή οικογένεια Λεβέντη κατάγεται από τον εθνομάρτυρα Χατζηχριστοδουλή, αφού ο προπάτορας της οικογένειας  Χατζηαναστάσης ήταν αδελφός του Χατζηχριστοδουλή.

Τελειώνοντας το κείμενο αυτό, σημειώνουμε το εξής συγκινητικό, όπως μας το διηγήθηκε η κ. Αρετή Παπαδοπούλου. Διατηρεί πάντοτε στη μνήμη της, όπως μας τόνισε, το μνημονοχάρτι της γιαγιάς της Κλειούς, όπου πρώτο- πρώτο σημειωνόταν το όνομα του εθνομάρτυρα Χατζηχριστοδουλή, ακολουθούσε αυτό του παπά Πέτρου και ύστερα των άλλων κεκοιμημένων…

*Η Νάσα Παταπίου είναι ποιήτρια και ιστορικός-ερευνήτρια. Ως ποιήτρια έχει βραβευθεί με δύο κρατικά βραβεία ποίησης από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου και ως ιστορικός έχει βραβευθεί από την Ακαδημία Αθηνών.

Είναι ο άγνωστος Χ, αλλά φυσικό πρόσωπο που βοηθάει στην παραγωγή ειδήσεων στο Geopolitico.gr, αλλά και τη δημιουργία βίντεο στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη. Πολλοί τον χαρακτηρίζουν ως ανθρώπινο αλγόριθμο λόγω του όγκου των δεδομένων και πληροφοριών που αφομοιώνει καθημερινώς. Είναι καταδρομέας με ειδικότητα Χειριστή Ασυρμάτων Μέσων.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ιστορία - Πολιτισμός

Γραπτώς μεταφρασμένη ολόκληρη η συνέντευξη (2018) Τουρκοκύπριου δολοφόνου Ελληνοκύπριων αμάχων

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Με αφορμή το κείμενο του κ. Γιώργου Βενετσάνου για τις εξομολογήσεις ενός Τουρκοκύπριου κατά συρροή δολοφόνου, που προβάλει από άρθρο της Τουρκάλας δημοσιογράφου Ουζάι Μπουλούτ 14.6.2018 η Φανούλα Αργυρου μας θυμίζει ολόκληρη τη συνέντευξή του Τουρκούτ Γεναγλαρί από τα τουρκικά στα ελληνικά που την είχε δημοσιεύσει στις 4/6/2018 στο Sigmalive.

Ολόκληρη τη συνέντευξη του Τ/κ δολοφόνου Ε/κ αιχμαλώτων, που κατέβασαν οι Τούρκοι αλλά διασώθηκε από το Sigmalive, μετέφρασε η ερευνήτρια Φανούλλα Αργυρού, την οποία και παρουσίασε στην Πρώτη Εκπομπή του Ράδιο Πρώτο. Η συνέντευξη, όπως λέχθηκε, πάρθηκε πριν από περίπου ένα χρόνο, αλλά την επανέφερε στην επιφάνεια η εφημερίδα «Αφρίκα» του Τουρκοκύπριου δημοσιογράφου Σενέρ Λεβέντ. Καθώς, όμως, μόνο απομονωμένα και αποσπασματικά βρήκαμε ότι μεταδόθηκαν δηλώσεις του Τουρκούτ Γεναγλαρί και επειδή ομολόγησε παράλληλα πάρα πολλά άλλα που επιβεβαιώνουν ιστορικά γεγονότα, την μεταφράσαμε στην ολότητά της για ευρύτερη γνώση και μελέτη.

Ακολουθεί αυτούσια η συγκλονιστική, κυνική ομολογία και ο διάλογος με τον δημοσιογράφο. 

Τα Γέναγρα είναι χωριό της κατεχόμενης περιοχής Αμμοχώστου, πέντε μίλια νοτιοδυτικά του Λευκονοίκου.

Το Πρώτο Μέρος καλύπτει όσα είπε για τη ζωή του ο 84χρονος Turgut Yenaglari, από τα παιδικά του χρόνια.  Η συνέντευξη πάρθηκε στο σπίτι του (στο χωριό της μητέρας του Τσεμαλιές – το  χωριό Γέναγρα της Μεσαορίας), με σημαίες της Τουρκίας και του ψευδοκράτους και με φωτογραφία του Κεμάλ Ατατούρκ. Το επίθετό του Yenaglari, Γεναγρίτης, προφανώς από το όνομα του χωριού της μητέρας του. Ο πατέρας του καταγόταν από το χωριό Βατυλή.

Ο δημοσιογράφος ζήτησε να του μιλήσει για την Ιστορία.

Ο Τουρκούτ Γεναγλαρί, ξεκίνησε τονίζοντας υπερήφανα ότι, προτού πεθάνει, η επιθυμία του είναι να δει τη Κύπρο, που είναι των Τούρκων, που τους έμεινε από τον καιρό των Οθωμανών, να γίνεται τουρκική, για να ζήσουν σ΄αυτή οι Τούρκοι.

«Είμαι εθνικιστής και αυτό σημαίνει ότι είμαι ένας άνθρωπος που αγαπά την πατρίδα του και βοηθά τον λαό του  και αν ο θεός θα πάρει την ψυχή μου, να την πάρει μέσα στη στρατιωτική στολή, υπηρέτησα πολύ το στρατό», δήλωσε.

«Γκιαούρηδες»

Γεννήθηκε το 1934 στην περιοχή Γιεγκί Τσαμί, στον δρόμο που πάει προς το Σαράι στη Λευκωσία, ήταν έξι αδέλφια, ο πατέρας του ήταν σκαρπάρης. Θυμάται πολύ καλά τα παιδικά του χρόνια, καθώς και τον δάσκαλό του… «Στις παρακείμενες περιοχές -όπως τον Άγιο Λουκά»,  διέκοψε  ο δημοσιογράφος, «όπου υπήρχαν και Έλληνες».  Τότε ο Τουρκοκύπριος γέλασε και είπε « καλά, ας πούμε Έλληνες».

«Καλά, τι άλλο θα τους ονόμαζες;», ρώτησε ο Δημοσιογράφος. «Γκιαούρηδες θα τους ονόμαζα, τι άλλο;» για να ξαναρωτήσει ο δημοσιογράφος: « Μα γιατί εσύ με τόση εχθρότητα, μανία επιμένεις να τους ονομάζεις γκιαούρηδες;»

«Είδα πολλά κακά τους, δεν μπορείς να έχεις φιλία μαζί τους, συνεργάστηκα πολύ μαζί τους, εργάστηκα στα χωριά τους κτλ, όμως ο καλύτερός σου φίλος σε πατά στο πόδι», ήταν η απάντησή του.

Μίλησε για τους μπακάληδες της περιοχής και την περιοχή της Τσετίν Γκαγιά, και τις γειτονιές μέχρι τα τείχη, και ότι ήταν ένα κακό παιδί, ιδιότροπο, στη γειτονιά. Κάθε βράδυ περίμενε να επιστρέψει ο πατέρας του, γνωρίζοντας ότι θα έτρωγε ξύλο, ήταν εγγυημένο το ξύλο,  δεν έχασε καμία μέρα να μην φάει ξύλο και αυτό γιατί δεν περνούσε μέρα δίχως να δείρει κάποιο παιδί της γειτονιάς. Αν δεν έδερνε κάποιο, έσπαζε τη λάμπα του ηλεκτρικού της γειτονιάς. «Από τότε έχω αυτή την αρρώστια», είπε. «84 χρονών και συνεχίζετε, ο Θεός να μην σας το στερήσει», πρόσθεσε ο δημοσιογράφος.

Κατά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, για να  αποφύγουν τυχόν βομβαρδισμούς από τους Γερμανούς, και σύμφωνα με τις οδηγίες των Βρετανών, η οικογένειά του πήγε στο χωριό της μητέρας του Τσεμαλιές στα  Γέναγρα, όπου τέλειωσε το δημοτικό και ο πατέρας του, Αλί Καλφά, άνοιξε κατάστημα και εργάστηκε σκαρπάρης και εκεί. «Στο σχολείο δεν ήμουν πρώτος, αλλά ήμουν δεύτερος», πρόσθεσε.

«Μόλις ήρθαμε στο χωριό, ο πατέρας μου με προειδοποίησε, “κοίταξε, εδώ δεν είσαι στη Λευκωσία, πρόσεξε να μην πειράξεις να μην δέρνεις κανένα”. Αλλά δεν άντεξα και το ξύλο το έτρωγα», είπε.  Μετά πήγα για ανώτερο στη Λευκωσία. Εκεί είχα τους συγγενείς από την πλευρά του πατέρα μου, θείες, θείους και παππούδες».  Εκεί και πάλι έδερνε όποιο νόμιζε ότι τον ενοχλούσε και ακόμα και να μην μας ενοχλούσε κανένας, είπε, «δέρναμε παιδιά για να ικανοποιούμαστε με τους φίλους μου». 

Στο δημοτικό, είπε, τράβηξε μαχαίρι εναντίον το δασκάλου του. Πάντα κρατούσε μαχαίρι, μέχρι σήμερα είναι οπλισμένος με μαχαίρι.

Δεν μπόρεσε να μείνει στο χωριό, δεν θέλησε να δουλέψει με τον πατέρα του και επέστρεψε στη Λευκωσία, όπου έπιασε δουλειά στον κουτσοσιέρα. (Δεν διευκρινίζεται εδώ αν  αυτός ήταν λΕλληνας της Κύπρου ή Τούρκος με παρατσούκλι).

————————————————————–

ΜΕΡΟΣ Β’

Συνεχίζεται η συνέντευξη.  «Βρισκόμαστε στη Λευκωσία, Το 1955 ξεκίνησε η ΕΟΚΑ, εσείς πώς ξεκινήσατε», ρώτησε ο δημοσιογράφος.

Τουφέκιζαν Έλληνες  το 1955…

«Εμείς ξεκινήσαμε πριν το 1955, είπε, έλεγαν για  Βολκάν, αλλά εμείς είμαστε ομάδα του Τοπάλ Μαχμούτ, είμαστε κοντά και στον Κουτσιούκ και τον Ντενκτάς». «Ποίος ήταν ο ηγέτης σας στην ομάδα Τοπάλ Μαχμούτ», ρώτησε ο δημοσιογράφος. Ο Ισμαήλ Σατίκογλου ήταν ο ηγέτης τους και πάνω από εκείνον ήταν ο Πουρχάτ Απλάτογλου. Πιο πάνω δεν υπήρχε κανένας, είπε και συμπλήρωσε: «Εμείς γίναμε ομάδα, όλοι γνωριζόμασταν και αρχηγός μας ήταν ο Σατίκογλου.  Το αρχηγείο μας ήταν εκεί που ήταν κάποτε νοσοκομείο στη Λευκωσία και η δουλειά μας ήταν να γυρίζουμε την Κύπρο και όπου υπήρχε επιθετικότητα ή οτιδήποτε εναντίον Τούρκων είτε δέρναμε είτε τουφεκίζαμε. Εκείνα που ακούς ότι γίνονταν τον τότε καιρό, εμείς τα κάναμε», αποκάλυψε ο Yenaglari.

Δημοσιογράφος – «Πέρασαν πολλά χρόνια, πρέπει να λέγονται αυτά».

Για τον «Τουρκισμό»

Τ/κ – «Δεν πρέπει να τα μιλάμε αυτά τα πράγματα βέβαια. Π.χ. ερχόταν  η πληροφορία ότι ένας ύβριζε τον Ντενκτάς στο καφενέ του χωριού του. Μαθαίναμε αμέσως σε ποιο χωριό, σε ποιο καφενείο, σε ποια μεριά του καφενείου καθόταν και πηγαίναμε, καθόμασταν στις δύο πλευρές του τραπεζιού και τον βαρούσαμε.  Πληροφορίες μάς ερχόντουσαν από παντού, σε κάθε χωριό είχαμε τον άνθρωπό μας, αλλά μας ερχόντουσαν πληροφορίες και από πάνω.  Είχαμε πέντε όπλα και μας έφερναν σφαίρες είτε από την αστυνομία είτε από εδώ είτε από εκεί τις εξασφαλίζαμε.  Ήμασταν 15 άτομα, αλλά και οι 15 τσιακούθκια. Το κάναμε  για τον Τουρκισμό», είπε.

Είπε ότι και οι ίδιοι σκόρπιζαν φυλλάδια όπως η ΕΟΚΑ, είχαν, είπε,  ένα αυτοκίνητο το οποίο είχαν κανονίσει όπως τρέχει να εκτοξεύει φυλλάδια από κάτω…

Είπε, επίσης, ότι «αν σκοτώναμε κάποιον (σε κάποιο χωριό), ο άνθρωπός μας εκεί φύλαγε το όπλο μας και μετά είτε πηγαίναμε την επομένη και το παίρναμε είτε μας το έφερνε…».

Διασκέδαζαν τις δολοφονίες

Ερωτά εδώ ο δημοσιογράφος « Μα καλά, πώς νιώθατε όταν σκοτώνατε άνθρωπο, είναι εύκολο πράγμα αυτό;»

Τ/κ –« Πολύ εύκολο,  πιο ευχάριστο πράγμα δεν υπάρχει».

Δ – «Μα να σκοτώσεις, δηλαδή, ένα άνθρωπο, δηλαδή πώς γίνεται αυτό;»

Τ/κ- «Μα εκείνος προσπαθεί να μας σκοτώσει όλους…»

Δ – «Δηλαδή δολοφονίες Ελλήνων, δολοφονίες Τούρκων…»

Τ/κ – «Δεν έχει σημασία, δεν κάνει διαφορά, έτσι ήμασταν»…

Δ- «Δηλαδή, όταν σκοτώνατε κάποιον, μετά…»

Τ/κ – «Διασκεδάζαμε μετά, το απολαμβάναμε, και όταν δεν σκοτώναμε, κτυπούσαμε ο ένας τον άλλο»!!!

Δ- «Πάντως μου φαίνεται πολύ περίεργο αυτό, τόση ηρεμία για δολοφονίες… δίχως κανένα φόβο;»

Τ/κ- «Τι φόβο ρε παιδί μου, εμείς στα χέρια μας σφάζαμε λιοντάρι…»

Δ- «Μέχρι πού πηγαίνατε για να τιμωρήσετε κάποιον;»

Τ/κ – «Μέχρι την Πάφο πηγαίναμε. Στο Καρπάσι πηγαίναμε, είχαμε τον άνθρωπό μας, τον Καρανίκι, τον πλούσιο του χωριού, στην Καντού είχαμε τον Χουσεΐν Εφέντι …».

Δ – «Ποιος έλεγε ποιος έπρεπε να τιμωρηθεί;»

Τ/κ – «Ερχόταν είδηση από το χωριό, αυτός είναι ο άνθρωπος…»

Δ – «Δηλαδή ένας Έλληνας έπαιξε έναν Τούρκο…»

Τ/κ – «Την επομένη βγαίναμε στους δρόμους».

Δ-  «Δηλαδή, αν έφταιγε ή όχι, δεν έκανε διαφορά;»

Τ/κ –«Τι και αν έφταιγε ή όχι, φτάνει που είναι γκιαούρης,  τι γυρεύεις το αν έφταιγε εφόσον είναι από το ίδιο σόι του σκύλου (κιοπέκ). Τίποτα για μας δεν έκανε διαφορά».

Ο Τ/κ πρόσθεσε ότι για βοηθούς είχαν και δύο γυναίκες που ήσαν νοσοκόμες και τους βοηθούσαν πολύ με την κάλυψη του επαγγέλματός τους και τους κουβαλούσαν όπλα… Ο Τ/κ συνεχίζει και ονομάζει άλλους της ομάδας του…

Δημ – « Μου είπαν ότι φτιάχνατε και βόμβες, ο Τουρκούτ» (ένας άλλος δικός τους που δούλευε στο δημαρχείο) «Μου είπε ότι 12, 13 βόμβες στους Έλληνες αυτός τις πέταξε (εννοώντας τον Γεναγρίτη».

Τ/κ – «Βέβαια, μάλιστα, εμείς τις κάναμε τις βόμβες».

Δημ.  «Θα ρωτήσω και κάτι και μην με παρεξηγήσεις. Τότε πίνατε και ναρκωτικά, τότε έπιναν…;»

Τ/κ –  «Τότε δεν υπήρχαν ναρκωτικά, κανναβούρι ήταν».

Δημ – « Έπιναν όλοι;» 

T/k – «΄Όχι,  δεν έπιναν όλοι. Εγώ δε στη ζωή μου ποτέ δεν ήπια, αλλά και ποτέ δεν μου πρότειναν να πιω…».

Δημ –  «Αυτά βέβαια πριν δημιουργηθεί η ΤΜΤ, όταν  δημιουργήθηκε η ΤΜΤ τι γινόταν, ποίος σας έλεγχε, ορκιστήκατε;»

Τ/κ – «  Μετά την ίδρυση της ΤΜΤ δεν γινόντουσαν αυτά, ούτε ορκιστήκαμε, αλλά όλοι μας γνωριζόμαστε, ξέραμε ο ένας τον άλλο.  Με την ίδρυση της ΤΜΤ εγώ επέστρεψα στο χωριό μεν, αλλά πηγαινοερχόμουν στην Λευκωσία, αλλά είχα εγκατασταθεί πλέον στο χωριό.  Να σας εξηγήσω και την υπόθεση με τις δύο νοσοκόμες. Π.χ. πηγαίναμε να παίξουμε έναν γκιαούρη, αλλά στον δρόμο υπήρχαν Βρετανοί στρατιώτες. Έστω και μια σφαίρα να έβρισκαν πάνω σου, είχες τιμωρία. Εμείς παίρναμε το όπλο και το βάζαμε στο στήθος της νοσοκόμας, και κανένας δεν το έπαιρνε χαμπάρι και έτσι περνούσαμε το όπλο. Οι δύο αυτές κοπέλες συνεχώς μας βοηθούσαν και μας κουβαλούσαν όπλα..».

Δημ –  «Οι Έλληνες δεν σας γνώριζαν, η ΕΟΚΑ… περνάς στην άλλη πλευρά;» (Εννοεί στα ελεύθερα μέρη της ΚΔ).

Τ/κ –  Μας γνώριζαν βέβαια, εγώ ήμουν πρώτος μεταξύ των καταζητούμενων. Όχι δεν περνώ, δεν θέλω να περάσω, δεν έχω διάθεση.

Δημ – « Εδώ στο χωριό δεν είχε Έλληνες;».

Τ/κ – « Είχε, αλλά τι θα μου έκαναν, αστειεύεσαι, εγώ οπλισμένος τι θα μου έκαναν;  Εκείνοι φοβόντουσαν από εμένα».

ΤΜΤ – Ντενκτάς και Κουτσιούκ ευχαριστιούνταν με τη  «δράση»

Μουσουλμανισμός και Κοράνι

Δημ – «Ιδρύθηκε η ΤΜΤ, υπήρξε πλέον πειθαρχία.  Ο Δρ. Κουτσιούκ και ο Ντενκτάς δεν σας υπέδειξαν ποτέ να μην κάνετε τέτοια;».

Τ/κ – «Όχι, και εκείνοι ευχαριστιούνταν. Ειδικά ο Ντενκτάς. Ο γιατρός ήταν κάπως συγκαταβατικός, αλλά δεν έβγαινε η φωνή του».

Δημ – «Μην κάνετε, δεν σας έλεγε;».

Τ/κ –« Πώς να πει ρε παιδί μου, σε άοπλο άνθρωπο άμα επιτίθενται σε ένα χωριό σε ένα δικό σου ή οπουδήποτε, εσύ θα κουνάς τα χέρια σου και δεν θα κάνεις τίποτα;  Τέτοια πράγματα δεν υπάρχουν στον μουσουλμανισμό, άμα κοιτάξεις το Κοράνι ούτε εκεί υπάρχουν» (δηλαδή να μην κάνεις τίποτα). 

Παραδοχή κρυψώνων οπλισμού – προετοιμασίας για το 1963/64

Δημ – «Τελικά ιδρύθηκε η Δημοκρατία, γίνατε συνέταιροι, ο Γιωρκάτζης, ο Παπαδόπουλος έγιναν υπουργοί, τι κάνατε;»

Τ/κ – « Μα εμείς είχαμε κρύψει τα όπλα μας.  Μετά την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, εμείς ξεκινήσαμε να μαζεύουμε όπλα από την Τουρκία, τα οποία, όταν ερχόντουσαν, τα διανέμαμε στα χωριά και τα κρύβαμε, τα θάβαμε και καμία κρυψώνα μας δεν αποκαλύφθηκε. Τα γρασαρίζαμε, τα βάζαμε σε νάιλον και τα θάβαμε.  Σε κάθε χωριό είχαμε κρυψώνα… Και εδώ στο χωριό είχαμε και πήγα και τα πήρα μια μέρα να μην καταστραφούν, και πάλι τους σκοτώσανε τους ανθρώπους».

Δημ – « Το 1963 ήσασταν συνέταιροι…»

Τ/κ – «  Για μας και την ομάδα μας δεν υπήρξε συνεταιρισμός.  Συνεχίστηκε η αποστολή οπλισμού από την Τουρκία, αλλά ξεκινήσαμε να στέλνουμε και ομάδες  π.χ. των 50, 50 ανθρώπων στην Τουρκία για εκπαίδευση.  Εγώ πήγα και το 1958 για εκπαίδευση. Και δίναμε και 5 λίρες στον καθένα, ειδικά αν δεν ήσαν εύποροι να ζήσουν τις οικογένειές τους, εγώ πήγα δύο φορές…», είπε και μίλησε για τη συνεργασία τους με την ΜΙΤ και συνέχισε «Το 1963 εγώ κατάλαβα τι θα γινόταν και έβγαλα τα όπλα έξω από τις κρυψώνες και τα χωριά ήσαν έτοιμα… Τα χωριά που εμείς ελέγχαμε ήταν μέχρι την Αγία Χαρίτα. 

Αυτός όλος ο διάδρομος ήταν στα χέρια μας».

Συνεργασία με ανθρώπους του ΟΗΕ

Δημ – « Ήταν εύκολο να σκοτώνετε, να παίρνετε αιχμαλώτους; Δεν σας επιτέθηκαν οι Έλληνες… Τότε έγιναν τα καντόνια να πούμε».

Τ/κ – «Από ένα χωριό πιο κάτω δεν μπορούσαμε να περάσουμε, οι δρόμοι είχαν αποκοπεί. Ο Γρίβας είχε δώσει διαταγή να μας καθαρίσουν… Εγώ έβλεπα τον Γρίβα που περνούσε μέσα σε αυτοκίνητο, γιατί ένας των Ηνωμένων Εθνών μού είχε ράψει στολή των Ηνωμένων Εθνών, και με γυρνούσε με αυτοκίνητο των Ηνωμένων Εθνών και έβλεπα.  Ήμασταν τόσο πολύ φίλοι, που μου έραψε στολή και μου έδιδε και τον σοφέρ του, αυτός πήγαινε μπροστά με το αυτοκίνητό του και εγώ πίσω να με έβλεπες, κόρδωνα με τη φορεσιά του ΟΗΕ και το καπέλο. Αλλά, εγώ κάθε εβδομάδα τούς έστελνα ένα αρνί και φαγητά να διασκεδάζουν. Μέχρι που ένα βράδυ σε αυτό το σπίτι, τούς έφερα και δύο γυναίκες από το Βαρώσι, ζήτησα μία, μου έστειλαν δύο…  Με τους γκιαούρηδες έτσι τα βγάζεις πέρα», ομολόγησε δίχως κανένα δισταγμό.

Διηγήθηκε στη συνέχεια πως ένα βράδυ ξεκίνησαν μάχη σε όλη την περιοχή. « Ήμασταν, όμως, και κλέφτες, κλέβαμε και τα τηλέφωνα και από τους Βρετανούς και από τους γκιαούρηδες και από μουσουλμάνους…», είπε.

Δημ – «Λέγεται ότι συλλάβατε και 60  Έλληνες…»

Τ/κ – Τι 60,  δεν ήταν τόσοι. Μου ήλθε η πληροφορία ότι σε κάποιο σημείο το βράδυ εισχωρούσαν στρατιώτες γκιαούρηδες  για να κατασκοπεύουν. Πήγα εκεί ένα βράδυ και βρήκα αποτσίγαρα κτλ και το επιβεβαίωσα. 450 Έλληνες, τους μάζεψα και τους εγκλώβισα… Πήρα τρεις από τους γκιαούρηδες και τους έστειλα να ειδοποιήσουν ότι τους έχουμε στο χέρι. Οι γκιαούρηδες πετροβόλησαν την αστυνομία και τους είπαν ‘εσείς φταίτε που μας συνέλαβαν’. Έγινε το σώσε, ήλθαν όλοι, Κληρίδης, Ντενκτάς, ο Τσάντ (ΟΗΕ) και άλλοι και τους πήραν. Τους αφήσαμε…

Στη συνέχεια εξιστόρησε πώς εξασφάλισε ηλεκτρικό ρεύμα από την κυπριακή δημοκρατία, με απειλή ότι θα ανατίναζε τις εγκαταστάσεις… Είπε ότι δεν δέχθηκε τιμές και θέσεις, για να είναι ελεύθερος να μιλά…

Δημ – «Εντάξει, το 1974 τι έγινε;» ρώτησε.

τ/κ –… Έδωσα εντολή να μην πυροβολούν, για να κάνουμε οικονομία στις σφαίρες μας, «αν θα κτυπήσετε κάποιο, τότε να πυροβολήσετε στα σίγουρα» τους είπα.. ‘Όταν ο στρατός (τουρκικός) ήλθε στο προηγούμενο χωριό, με ειδοποίησαν να πάω αμέσως εκεί. Και πήγα. 

Δημ – « Οι Έλληνες είχαν ήδη φύγει βέβαια».

Τ/κ – «Ναι, είχαν φύγει.  Μέχρι τη μύτη της Καρπασίας πήγα μαζί τους, να τους δείξω τον δρόμο.  Στο Καρπάσι, όταν φθάσαμε, τι να δω, γεμάτο  νεαρούς,  σαν το ρόδι, αιχμαλώτους. Τι ευτυχία, είπα.  Μεγάλη υπόθεση αυτή, είπα, απόψε θα κάνουμε μεγάλη δουλειά».

Δημ – «Δηλαδή θα τους σκοτώνατε;».

Τ/κ – «Μα βέβαια, αυτή είναι η δουλειά μου. Το επάγγελμά μου».

Δημ – «Δηλαδή, τους περισσότερους δεν είναι οι Τούρκοι στρατιώτες που τους δολοφόνησαν, αλλά οι Τούρκοι της Κύπρου».

Τ/κ – «Έτσι φαίνεται»,  λέγει μισογελώντας. Και προσθέτει ότι «ένας Μεχμετσίκ πήγε και είπε στον αξιωματικό τον Μπορατάς ότι εγώ είχα πρόθεση να τους καθαρίσω».

Με φώναξε ο Τούρκος αξιωματικός και μου είπε « Έστω και ένα βήμα να κάνεις από κοντά μου, θα σε τουφεκίσω εγώ. Γιατί εγώ γυρνούσα και αυτές τις δουλειές έκανα», είπε,  υπονοώντας ότι δολοφονούσε Έλληνες. « Οπότε, δεν κατάφερα να κάνω τίποτα, γι΄ αυτό καίγεται η καρδιά μου».

Δημ – « Ευτυχώς που δεν το έκανες».

Τ/κ – «. Έλα καλέ και εσύ. Και εκείνοι είναι αγνοούμενοι».

Δημ – « Μα είναι εύκολο να σκοτώνεις, όταν σε κοιτάζει ο άλλος στα μάτια, πώς γίνεται, είναι εύκολη υπόθεση;»

Τ/κ- « Εκείνος έκανε σε μένα. Εκείνος κάνει σε μένα».

Δημ – «Κάνε σε εκείνο που σου έκανε».

Τ/κ – « Και πού να τον βρω εκείνο που μου έκανε; Είναι από το ίδιο σόι του σκύλου».

Δημ – «Ερχόμαστε στο σήμερα, αυτή η πατρίδα μπορεί να κυβερνηθεί;»

Τ/κ – «Όχι. Για να κυβερνηθεί η πατρίδα, πρέπει να είσαι καλός εθνικιστής. Και να αγαπάς την πατρίδα σου…».

Δημ – «Εδώ είδα ότι έχεις πολλούς γάτους, (15 τού λέγει ο Τ/κ), δηλαδή από τη μια σκοτώνεις κόσμο και από την άλλη τόσους γάτους όπου φτάσεις τους ταΐζεις, όποιο γάτο βρεις τον κοιτάζεις, αυτό δεν είναι οξύμωρο;».

Τ/κ – «΄Όχι δεν είναι. Είναι για άφεση αμαρτιών». Και ολοκληρώνεται η συνέντευξη, με τον Γεναγρίτη να δηλώνει ότι, όταν πέθανε η γυναίκα του, τέλειωσε ο κόσμος του, ήταν ένας άνθρωπος που ποτέ στη ζωή του δεν είχε κάνει χουβαρταλίκια, δεν αγάπησε άλλη γυναίκα εκτός εκείνη, ούτε ξαναπαντρεύτηκε. 

Έκλεισε τη συνέντευξη ο δημοσιογράφος ευχαριστώντας τον και λέγοντας ότι πέρασαν χρόνια έκτοτε και ότι όλοι όσοι γνωρίζουν κάτι πρέπει να τα λένε και του ζήτησε να ονομάσει τρία άτομα που θεωρεί ως δυνατούς άνδρες που προσέφεραν μεγάλες υπηρεσίες.

« 1) Ο Πουχράν, 2) ο Ντενκτάς,  εκείνος που μας άνοιξε τα μάτια και που αφιέρωσε τη ζωή του και 3) ο Ισμέτ Κοτάκ», είπε ο Γεναγρίτης. 

  Ο Ted Macey

Σημειώσεις της ερευνήτριας Φανούλλας Αργυρού:

– 1) Πολύ πιθανόν ο Γεναγρίτης, ως τον συνεργάτη του αξιωματικό του ΟΗΕ,  να εννοούσε τον  Βρετανό Ταγματάρχη Ted  Macey, ο οποίος  ήταν των βρετανικών Μυστικών Υπηρεσιών, υπηρετούσε τότε ως «Συμφιλιωτής- Conciliator » (αλλά πληρωνόταν από την κυβέρνηση της Αυτού Μεγαλειότητας)  με τα Ηνωμένα Έθνη (μετά την ίδρυση της Ειρηνευτικής Δύναμης) διορισμένος στο γραφείο του Δρ. Φ. Κουτσιούκ, αλλά πρακτόρευε και υπέρ των Τούρκων. Γνώριζε ελληνικά και τουρκικά, δολοφονήθηκε μαζί με τον οδηγό του (L. Platt) από Ελληνοκύπριους αρχές Ιουνίου του 1964, ακριβώς γιατί οι τελευταίοι είχαν πληροφορίες για τη συνεργασία του με τους Τούρκους. Την περίοδο εκείνη είχαν αποκαλυφθεί και συλληφθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία και άλλοι Βρετανοί στρατιωτικοί για συνεργασία με τους Τούρκους, έγραψε ο κυπριακός Τύπος της εποχής…  (Βλέπε δίγλωσσο βιβλίο «Αιματηρή Αλήθεια – Bloody Truth» σελ. 161-163 στο ελληνικό μέρος και 339-340 στο αγγλικό).

2) Ο Δημοσιογράφος Hasan Hasturer, σύμφωνα με το BBC, 1.4.2004, υποστήριζε το «Σχέδιο Ανάν»  και καλούσε τον Ραούφ Ντενκτάς να το δεχθεί και την «ελληνική κυπριακή πλευρά» να ετοιμαστεί για το δημοψήφισμα.  http://news.bbc.co.uk/1/hi/world/europe/3589739.stm

3) Για τις τουρκικές προετοιμασίες, εκπαιδεύσεις, λαθραίες μεταφορές οπλισμού στην Κύπρο  από την Τουρκία κτλ, βλέπε και πάλι δίγλωσσο βιβλίο «Αιματηρή Αλήθεια – BloodyTruth».

4) Να σημειώσω, επίσης, ότι ακόμα να απαντήσουν ο Πρόεδρος  Νίκος Αναστασιάδης και ο Έλληνας Υπ. Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς στις 10 ερωτήσεις που τους υπέβαλε σε επιστολές του ο  Δρ. Κλέαρχος Α. Κυριακίδης  και δημοσιεύθηκαν και στην ιστοσελίδα www.agora-dialogue.com στις 2, 5 Ιανουαρίου και 17 Ιουνίου του 2017, αντίστοιχα, μεταξύ των οποίων ορισμένες σχετίζονται με την ατιμωρησία εγκλημάτων και όλες με την 4η Σύμβαση της Γενεύης του 1949, τίτλος  ‘The Search for Security via Answers to Questions onLaw, Criminal Justice and Impunity‘(published at http://agora-dialogue.com/wp-content/uploads/2017/06/K.-A.-Kyriakides-Working-Paper-for-Agora-Dialogue-as-at-17.06.17-as-amended-on-19.06.2017.pdf).

Μετάφραση Φανούλα Αργυρού, Ερευνήτρια/δημοσιογράφος/συγγραφέας – Λονδίνο 4.6.2018

https://www.sigmalive.com/news/local/512225/graptos-olokliri-i-synentefksi-tou-tk-dolofonou-ek-amaxon

Επίσης εδώ 4.6.2018  – http://www.onisilos.gr/?p=18189

Θα ακούσετε και στο βίντεο τις ανατριχιαστικές του ομολογίες, στο ειδικό πρόγραμμα του Ράδιο Πρώτο των  συναδέλφων  Λάζαρου  Μαύρου  και Μάριου  Πούλλαδου  στις 4/6/2018 όπου εξηγείται και πως διασώθηκε η συνέντευξη.

Πρώτη Εκπομπή Ράδιο Πρώτο  Δευτέρα 4/6/2018 Η Φανούλα Αργυρού στο Ράδιο Πρώτο.

 

Φανούλα Αργυρού

Ερευνήτρια/δημοσιογράφος

Συνέχεια ανάγνωσης

Ιστορία - Πολιτισμός

7η Ιουνίου 1824: Από το ολοκαύτωμα του Ελληνισμού της Κάσου, στην αμφισβήτηση της Ελληνικότητας της Κάσου…..

Το Ολοκαύτωμα , εκτός από  κυρίαρχη στιγμή  στην  ιστορία της Ηρωικής Νήσου της Κάσου  αποτελεί  ως θυσία και το θεμέλιο    της Ελευθερίας μας, ωστόσο αποτελεί και κυρίαρχη υπενθύμιση για το σήμερα, αφού οι επίγονοι των δολοφόνων, με δεδομένη την εγχώρια ανοχή,  επανέρχονται για μία εκ νέου προσπάθεια αμφισβήτησης της Ελληνικότητας της Νήσου.

Δημοσιεύτηκε

στις

Ένα από τα πολλά και σημαντικά ερωτήματα που αφορούν την Παλιγγενεσία του 1821, σχετίζεται με τα θύματα, τους προγόνους μας που έπεσαν για εμάς, για το αυτεξούσιο μας.
Γράφει ο Θεοφάνης Μαλκίδης
Η Ελευθερία μας είναι «θεμελιωμένη εις τα αίματα οκτακοσίων χιλιάδων Ελλήνων φονευθέντων εις τον αγώνα», γράφει ο δικαστής Γεώργιος Τερτσέτης, ο δικαστής ο οποίος αρνήθηκε να καταδικάσει τον πρωταγωνιστή της Επανάστασης Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Μάλιστα ο Τερτσέτης αναφέρει την σπουδαία αυτή παρατήρηση, στην απολογία του στην δική του Δίκη η οποία έγινε λίγο αργότερα, λόγω ακριβώς της θαρραλέας στάσης του….
Η Ελευθερία μας λοιπόν βασίζεται στην αντίσταση των ενόπλων, αλλά και στη θυσία των αμάχων. Στα Ολοκαυτώματα, στις Σφαγές, στην Κωνσταντινούπολη, στην Κύπρο, στην Αδριανούπολη, στο Αίγιο, στην Πάτρα, στο Άργος, στη Σμύρνη, στη Λέσβο, στις Κυδωνιές, στην Κω, στη Ρόδο, στην Κρήτη, στη Θεσσαλονίκη, στην Κασσάνδρα, στη Σαμοθράκη, στη Χίο, στη Νάουσα, στα Ψαρά, στην Ανδρίτσαινα, στο Μεσολόγγι, στην Κάσο.
Μαρτυρικός και μακρύς κατάλογος ο οποίος δεν εξαντλείται στην καταγραφή των μαζικών εγκλημάτων των Τούρκων και των συμμάχων τους, ωστόσο αποκαλύπτεται ο φόρος αίματος των προγόνων μας, το μέγεθος του τιμήματος της Ελευθερίας μας, αλλά δυστυχώς και η απουσία από το δημόσιο λόγο των θεμελίων του αυτεξουσίου μας.
Μία απουσία δυσανάλογη της προσφοράς στο Έθνος και στην Ελληνική ναυτοσύνη, με την οποία είναι ταυτισμένη, είναι η Κάσος.
Νήσος με  κεντρικό ρόλο στην Επανάσταση, υπήρξε σημαντικό έρεισμα των επαναστατικών δυνάμεων στο Αιγαίο και κύριο στήριγμα της Κρήτης, την εξέγερση της οποίας οι Κάσιοι υπερασπίστηκαν με επιτυχία.
Για τα παραπάνω, αλλά και γιατί τα πλοία των Κασίων είχαν πραγματοποιήσει σειρά επιθετικών ενεργειών σε βάρος Αιγυπτιακών και Τουρκικών πλοίων και είχαν  προσβάλει τις ακτές της Ρόδου και των παραλίων της Μικράς Ασίας, το νησί έγινε ο στόχος των κατακτητών. Έτσι το 1824 και αφού ο Σουλτάνος απευθύνθηκε, για στρατιωτική αρωγή στον υποτελή του, διοικητή της επαρχίας της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλή Πασά, απέπλευσε μία μεγάλη ναυτική δύναμη με επικεφαλής το γιο του Ιμπραήμ, το γνωστό σφαγέα του Ελληνισμού. Ο στόλος ήταν μία τεράστια αρμάδα Αιγυπτιακών, Αλγερινών και Τυνησιακών 400 σκαφών, επί των οποίων επέβαιναν πάνω από 14.000 πεζοί, 2.000 ιππείς και 500 πυροβολητές με 150 κανόνια.
Οι Κάσιοι μπροστά στον κίνδυνο, έστειλαν επιστολές στην Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδας για βοήθεια, αλλά η κυβέρνηση απάντησε ότι δεν ήταν σε θέση να βοηθήσει…..
Έτσι όταν ο εχθρικός στόλος εμφανίστηκε στα ανοικτά της Κάσου στις 2 Ιουνίου 1824 και παρά τις επανειλημμένες και εκ νέου εκκλήσεις τόσο προς τα άλλα ναυτικά νησιά (Ύδρα και Σπέτσες), όσο και προς την κυβέρνηση για την ενίσχυση, οι Έλληνες έμειναν αβοήθητοι.
Οι εχθρικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στο νησί την 7η Ιουνίου 1824, περικύκλωσαν τους Έλληνες και ακολούθησε η καταστροφή του νησιού, η δολοφονία πάνω από 2000 ανδρών και η αιχμαλωσία άλλων τόσων γυναικών και παιδιών. Από τους 2.000 αιχμαλώτους, ένα μικρό μέρος εξαγοράστηκε από τους ξενιτεμένους συγγενείς τους, αλλά οι περισσότεροι πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Αιγύπτου και της Κρήτης. Μετά την καταστροφή, οι διασωθέντες Έλληνες συγκρότησαν ως στοιχείο επιβίωσης μία ισχυρή Διασπορά στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία, σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης, αλλά και στην Αθήνα, την Ρόδο, συνεχίζοντας να αποτελούν ισχυρή ναυτική δύναμη, συνεισφέροντας στην εμπορική ναυτιλία της Ελλάδας.
Το Ολοκαύτωμα , εκτός από  κυρίαρχη στιγμή  στην  ιστορία της Ηρωικής Νήσου της Κάσου  αποτελεί  ως θυσία και το θεμέλιο    της Ελευθερίας μας, ωστόσο αποτελεί και κυρίαρχη υπενθύμιση για το σήμερα, αφού οι επίγονοι των δολοφόνων, με δεδομένη την εγχώρια ανοχή,  επανέρχονται για μία εκ νέου προσπάθεια αμφισβήτησης της Ελληνικότητας της Νήσου…..
Συνέχεια ανάγνωσης

Ιστορία - Πολιτισμός

81 χρόνια από την Απόβαση στη Νορμανδία: Το ορόσημο της ελευθερίας

Η απόβαση των Συμμάχων υπήρξε η πρώτη φάση της Επιχείρησης Overlord, του μεγάλου στρατηγικού σχεδίου για την απελευθέρωση της κατεχόμενης Γαλλίας και, κατ’ επέκταση, της υπόλοιπης Ευρώπης από τη ναζιστική κατοχή.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Συμπληρώθηκαν φέτος 81 χρόνια από την καθοριστική επιχείρηση της 6ης Ιουνίου 1944, την περίφημη D-Day, που σήμανε την έναρξη της συμμαχικής απόβασης στη Νορμανδία και αποτέλεσε σημείο καμπής στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η απόβαση των Συμμάχων υπήρξε η πρώτη φάση της Επιχείρησης Overlord, του μεγάλου στρατηγικού σχεδίου για την απελευθέρωση της κατεχόμενης Γαλλίας και, κατ’ επέκταση, της υπόλοιπης Ευρώπης από τη ναζιστική κατοχή.

Ποιοι σχεδίασαν την D-Day και πώς προέκυψε

Η 6η Ιουνίου 1944, γνωστή ως D-Day, ήταν το σημείο εκκίνησης για μια από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές επιχειρήσεις στην ιστορία. Ο όρος “D” απλώς υποδηλώνει τη “Day”, την ημέρα έναρξης μιας επιχείρησης, σε αντίθεση με τις ημέρες πριν (D–1, D–2) και μετά (D+1, D+2) από αυτήν.

Η ιδέα μιας συμμαχικής απόβασης στη δυτική Ευρώπη υπήρχε από νωρίς. Ήδη από την εκκένωση της Δουνκέρκης το 1940, όταν 330.000 στρατιώτες των Συμμάχων διέφυγαν από τις δυνάμεις της Βέρμαχτ, είχε καταστεί σαφές πως η Ευρώπη δεν θα μπορούσε να απελευθερωθεί χωρίς χερσαία επιχείρηση μεγάλης κλίμακας.

Όμως, για αρκετά χρόνια το σχέδιο αυτό φάνταζε ανέφικτο. Οι πρώτες επιτυχίες του Άξονα, με τις κατακτήσεις σε Βόρεια Αφρική, Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, καθυστέρησαν κάθε σκέψη αντεπίθεσης. Το φθινόπωρο του 1940, ο Χίτλερ εγκατέλειψε τη σκέψη για απόβαση στη Βρετανία, αλλά οι γερμανικές δυνάμεις σημείωναν επιτυχίες σε όλα τα μέτωπα.

Η μεγάλη ανατροπή: από το Στάλινγκραντ στο Ελ Αλαμέιν

Το 1942, ωστόσο, το ρεύμα άρχισε να αλλάζει. Η καθοριστική ήττα της Βέρμαχτ στο Στάλινγκραντ τον χειμώνα του 1942–43 αποτέλεσε σημείο καμπής στην Ανατολή. Στη Βόρεια Αφρική, η 8η Βρετανική Στρατιά υπό τον Μοντγκόμερι νίκησε στο Ελ Αλαμέιν, ενώ στον Ειρηνικό Ωκεανό οι ΗΠΑ, μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, απέκτησαν σαφές στρατηγικό πλεονέκτημα απέναντι στην Ιαπωνία.

Ταυτόχρονα, οι συμμαχικές νηοπομπές κατόρθωναν πλέον να αντιμετωπίζουν με επιτυχία τα γερμανικά υποβρύχια στον Βόρειο Ατλαντικό. Τον Μάιο του 1943, ο Γερμανός Ναύαρχος Ντένιτς αναγνώριζε την ήττα του στόλου του: «Χάσαμε τη μάχη του Ατλαντικού».

Αυτό σήμαινε ότι οι Αμερικανοί μπορούσαν να στέλνουν, χωρίς σοβαρές απώλειες, ανθρώπινο δυναμικό και τεράστιες ποσότητες πολεμικού υλικού στη Βρετανία – προετοιμάζοντας το έδαφος για την απόβαση.

Η Διάσκεψη της Τεχεράνης και το “πράσινο φως” για την απόβαση

Η οριστική απόφαση για την απόβαση στη δυτική Ευρώπη ελήφθη στη Διάσκεψη της Τεχεράνης το Νοέμβριο του 1943, όπου συναντήθηκαν οι «Τρεις Μεγάλοι»: ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ και ο Ιωσήφ Στάλιν. Εκεί, υπό την πίεση και του Σοβιετικού ηγέτη, που ζητούσε εδώ και καιρό δεύτερο μέτωπο για να ελαφρυνθεί η πίεση στην Ανατολή, συμφωνήθηκε να ξεκινήσει η απόβαση την άνοιξη του 1944.

Η μεγαλύτερη απόβαση στην Ιστορία

Η Επιχείρηση Overlord ξεκίνησε στις 6 Ιουνίου 1944 με την απόβαση πάνω από 156.000 στρατιωτών των Ηνωμένων Πολιτειών, του Ηνωμένου Βασιλείου, του Καναδά και άλλων συμμαχικών χωρών σε πέντε παραλίες της Νορμανδίας, με κωδικά ονόματα: Utah, Omaha, Gold, Juno και Sword.

Είχαν προηγηθεί σφοδροί αεροπορικοί βομβαρδισμοί και αποστολές αλεξιπτωτιστών στα μετόπισθεν των Γερμανών, με στόχο τη διάσπαση της άμυνας και την αποδιοργάνωση της Βέρμαχτ. Παρά τη σφοδρή αντίσταση, ιδίως στις παραλίες Omaha και Juno, οι Σύμμαχοι κατόρθωσαν να δημιουργήσουν προγεφυρώματα, στα οποία στη συνέχεια αποβιβάστηκαν εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες και οχήματα.

Το τίμημα της ελευθερίας

Η D-Day είχε υψηλό κόστος: μόνο την πρώτη ημέρα, οι Σύμμαχοι υπέστησαν περίπου 10.000 απώλειες, από τις οποίες περισσότερες από 4.000 ήταν νεκροί. Οι γερμανικές απώλειες ήταν επίσης βαριές. Όμως η απόβαση ήταν επιτυχής και αποτέλεσε την αρχή του τέλους για τον Χίτλερ.

Μέσα στους επόμενους μήνες, το συμμαχικό μέτωπο απελευθέρωσε τη Γαλλία, ενώ στο Ανατολικό Μέτωπο ο Κόκκινος Στρατός συνέχισε την προέλασή του. Τον Απρίλιο του 1945 οι Σύμμαχοι συναντήθηκαν στον ποταμό Έλβα. Ο πόλεμος στην Ευρώπη έληξε λίγες εβδομάδες μετά, με την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας στις 8 Μαΐου 1945.

Η σημασία της D-Day σήμερα

Η 6η Ιουνίου 1944 δεν ήταν απλώς μια στρατιωτική επιχείρηση. Ήταν η ημέρα που ο κόσμος άρχισε να αλλάζει ριζικά. Ήταν το αποφασιστικό βήμα για την απελευθέρωση της Ευρώπης από το ναζιστικό ζυγό, αλλά και μια υπενθύμιση του τι μπορεί να επιτευχθεί όταν τα έθνη ενώνονται απέναντι στο απόλυτο κακό.  Σήμερα, 81 χρόνια μετά, η D-Day παραμένει σύμβολο θάρρους, στρατηγικής αποφασιστικότητας και διεθνούς συνεργασίας για την ελευθερία. Οι χιλιάδες νεκροί της απόβασης δεν πολέμησαν μόνο για τις χώρες τους, αλλά για μια Ευρώπη ελεύθερη, ενωμένη και ειρηνική.

Συνέχεια ανάγνωσης

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Αναλύσεις3 ώρες πριν

Πρώην αρχηγός Μοσάντ για παραλογισμό Ισραήλ: «Δεν έπρεπε να ισοπεδώσουμε τη Γάζα – Άλλο πόλεμος, άλλο εκδίκηση»

Ο Ταμίρ Πάρντο διοίκησε την ισραηλινή υπηρεσία πληροφοριών Μοσάντ από το 2011 έως το 2016, αλλά αφιέρωσε όλη του τη...

Πολιτική4 ώρες πριν

Η Αθήνα και το «ναρκοπέδιο» της Λιβύης

Έτοιμη να μπει στην «κινούμενη άμμο» της Λιβύης είναι η ελληνική διπλωματία, καθώς ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτης σχεδιάζει εντός...

Διεθνή6 ώρες πριν

Η σιωπηλή χρυσή επιχορήγηση της βρετανικής μοναρχίας

Το κόστος της βρετανικής μοναρχίας σπάνια απασχολεί δημόσια τη χώρα, όχι επειδή δεν είναι σημαντικό, αλλά επειδή παραμένει τυλιγμένο σε...

Οικονομία6 ώρες πριν

Σε ρυθμούς αγορών η Αθήνα – Άνοδος +25% από την αρχή του έτους

Σε στενό εύρος τιμών κινήθηκε το ελληνικό χρηματιστήριο, με τον Γενικό Δείκτη να κυμαίνεται μεταξύ 1.828 και 1.839 μονάδων, κλείνοντας...

Διεθνή7 ώρες πριν

Ο πολιτικός κατήφορος της Αμερικής

Ήταν στραβό το κλήμα, το ‘φαγε κι ο γάιδαρος. Ο λόγος για τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Σαν να μην...

Δημοφιλή