Ακολουθήστε μας

Αναλύσεις

Κατευνασμός, παραχωρήσεις, ανυπαρξία στρατηγικής, τουρκεύουν την Αμμόχωστο

Δημοσιεύτηκε στις

Το Κυπριακό είναι διεθνές πρόβλημα συνεχιζόμενης τουρκικής εισβολής, κατοχής, εποικισμού, εθνοκάθαρσης

Σάββας Ιακωβίδης   

Το Κυπριακό ΔΕΝ είναι δικοινοτικό ζήτημα. Είναι διεθνές πρόβλημα συνεχιζόμενης τουρκικής εισβολής, κατοχής, εποικισμού, εθνοκάθαρσης, κραυγαλέας και κατ΄ εξακολούθηση παραβίασης θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και βασικών ελευθεριών.

Το Κυπριακό ΔΕΝ είναι Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ), τα οποία ενισχύουν και αποθηριώνουν την τουρκική βουλιμία. Αντίθετα, είναι επιτακτικό ζήτημα εφαρμογής κανόνων και αρχών του Διεθνούς και Κοινοτικού Δικαίου και της Χάρτας των Ην. Εθνών.

Το Κυπριακό ΔΕΝ είναι κατευνασμός και εξημέρωση του τουρκικού θηρίου αλλά ανένδοτη απαίτηση του κατακτημένου κυπριακού Ελληνισμού να ισχύσουν, επιτέλους, οι διακηρύξεις Διεθνών Οργανισμών, ξένων κυβερνήσεων και ημέτερων ηγετών.

Το Κυπριακό ΔΕΝ είναι συναγελασμός, κατάποση και αναγνώριση των κατοχικών τετελεσμένων αλλά απαίτηση απελευθέρωσης και απαλλαγής από τον Τούρκο Αττίλα.

Συνεπώς: Η Αμμόχωστος ΔΕΝ είναι ΜΟΕ, που εξυπηρετούν κυρίως τους τουρκικούς στόχους και υποβαθμίζουν το Κυπριακό σε δικοινοτικό πρόβλημα,.

Αλλοπρόσαλλες ενέργειες

Τι δεν καταλαβαίνουν, επιτέλους, ο πρόεδρος Αναστασιάδης, ο νέος (ξανά) Υπουργός Εξωτερικών, Γ. Κασουλίδης, και το χειροκροτούν εξαπτέρυγό τους, ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ, Αβ. Νεοφύτου; Για πολλοστή φορά, η Λευκωσία επαναφέρει το θέμα της διασύνδεσης του κατεχόμενου παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου με την επίσης κατεχόμενη Αμμόχωστο, ως ΜΟΕ.

Πρόκειται για ξαναζεσταμένο φαγητό που ο Ν. Αναστασιάδης το θυμάται κάθε φορά που οι συνομιλίες, εξαιτίας της τουρκικής αδιστακτότητας, οδηγούνται σε αδιέξοδο. Όπως επισημαίνει ο εκλεκτός συνάδελφος, Κ. Βενιζέλος («Φιλελεύθερος», 23/1/2022):

«Η πρόταση της Λευκωσίας, εστιάζεται στην Αμμόχωστο και η επιδίωξη είναι να τεθεί υπό την διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών και να επιστρέψουν οι νόμιμοι κάτοικοι. Παράλληλα, να λειτουργήσει υπό τον ΟΗΕ το αεροδρόμιο στην κατεχόμενη Τύμπου».

Η επιμονή του προέδρου Αναστασιάδη να προτείνει ξανά διασύνδεση του κατεχόμενου αεροδρομίου της Τύμπου με την κατεχόμενη Αμμόχωστο:

>Πρώτον, επιβεβαιώνει την ανυπαρξία σταθερής και ξεκάθαρης, διεκδικητικής πολιτικής ειδικά για την Αμμόχωστο.

>Δεύτερον, καταδεικνύει το αλλοπρόσαλλο των ενεργειών της Λευκωσίας αφού, άλλοτε προειδοποιεί την Τουρκία με κυρώσεις και μέτρα και άλλοτε είναι έτοιμη για νέες, οδυνηρές και επικίνδυνες παραχωρήσεις ενώ αδιαφόρησε όταν μαθεύτηκαν οι πρώτες ενέργειες εκ μέρους της Τουρκίας.

>Τρίτον, αποδεικνύει ότι ο Κύπριος Πρόεδρος δεν έχει στρατηγική αλλά εποχικούς τακτικισμούς οι οποίοι παραμερίζουν συγκεκριμένα ψηφίσματα και αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας

>Τέταρτον, αποκαλύπτει ξανά την ασύγγνωστη τουρκοφοβία της Λευκωσίας και την ανεπίτρεπτη αδυναμία της να απαιτήσει από τους εταίρους μας, με την υποστήριξη μιας Αθήνας που βολεύεται με όσα ο Ν. Αναστασιάδης δεν απαιτεί, επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας.

Κυριαρχία=ελευθερία

Τον περ. Ιούλιο (2021), σε συζήτηση στον κυπριακό τηλεοπτικό σταθμό ΣΙΓΜΑ, μεταξύ Γ. Κασουλίδη και του υπευθύνου του ΑΚΕΛ για το Κυπριακό, Τουμάζου Τσελεπή, ο τελευταίος διατύπωσε έντονα τη διαφωνία το κόμματός του. Είπε:

«Η νομιμοποίηση του αεροδρόμιου (της Τύμπου) δημιουργεί κίνδυνο για το πως θα αξιοποιηθεί από την Τουρκοκυπριακή ηγεσία. Αν ήταν εκεί ο Ακκιντζί ή ο Ταλάτ δεν θα ήμουν τόσο κατηγορηματικός, αλλά ο Τατάρ θα μπορούσε να σκεφτεί ότι έχει όλα τα χαρακτηριστικά που θα μπορούσε να έχει ένα κράτος παράνομα».

Η πρόταση Αναστασιάδη, χωρίς κανένα εχέγγυο σεβασμού συμφωνηθέντων από μια Τουρκία που δεν σέβεται απολύτως τίποτε, αν γίνει αποδεκτή, θα προσφέρει αμέσως αναγνώριση σε ένα παράνομο μόρφωμα, με κυριαρχικά δικαιώματα.

Ο Γάλλος πρόεδρος, Macron, μιλώντας την  περ. Τετάρτη (19/1/2022), στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να καταθέσει τους στόχους της γαλλικής προεδρίας, αναφερόμενος στις αρχές και αξίες της ΕΕ υπογράμμισε: «Η κυριαρχία είναι μια ελευθερία. Βρίσκεται στην καρδιά του ευρωπαϊκού σχεδιασμού μας».

Την τελευταία δεκαετία πολύ συχνά οι Τούρκοι εκδήλωσαν τις προθέσεις τους για εποικισμό και ανάπτυξη της Αμμοχώστου. Είναι γεγονός ότι ο Ν. Αναστασιάδης κατά καιρούς και στο πλαίσιο ΜΟΕ, πρότεινε ιδέες πρώτα για να σπάσει αδιέξοδα στις συνομιλίες και ύστερα για να ανακόψει τουρκικούς σχεδιασμούς.

Μελέτη 168 σελίδων

Στις 28/4/2019, ο Ν. Αναστασιάδης δέχτηκε στο προεδρικό αντιπροσωπεία Αμμοχωστιανών, οι οποίοι διαμαρτύρονταν για την ανυπαρξία κινητικότητας στο θέμα της κατεχόμενης πόλης. Ο Πρόεδρος απαρίθμησε από το 2014 μέχρι το 2019, πόσες φορές έστειλε επιστολές, υπομνήματα ή κατέθεσε προτάσεις για την Αμμόχωστο. «Θα συνεχίσω να πράττω ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν ώστε και λύση να επιτύχουμε και η επιστροφή της Αμμοχώστου να γίνει κατορθωτή», διαβεβαίωσε τους Αμμοχωστιανούς.

Η απάντηση ήρθε από τον Τούρκο ΥπΕξ, Τσαβούσογλου. Με δηλώσεις του (12/9/2019) στο δίκτυο CNN Turk, είπε: «Κάνουμε προετοιμασίες. Ναι, θα ανοίξουμε την Αμμόχωστο». Αυτές οι προετοιμασίες δεν ξεκίνησαν το 2019.

Όπως ο Γιάννος Χαραλαμπίδης αποκάλυψε («Σημερινή», 15/9/2019), οι Τούρκοι από το 2015 ξεκίνησαν τις προεργασίες για ανάπτυξη της Αμμοχώστου – και της κατεχόμενης χερσονήσου της Καρπασίας. «Το αναπτυξιακό πρόγραμμα», έγραφε ο Γ. Χαραλαμπίδης, «είναι λεπτομερές και φτάνει τις 168 σελίδες. Τόσο ο (Τ/κ ηγέτης) Ακιντζί όσο και ο (Τ/κ αξιωματούχος) Οζερσάι ήταν κοινωνοί».

Ο συνάδελφος Κ. Βενιζέλος («Φιλελεύθερος», 14/8/2020), σε εκτενές ρεπορτάζ επισήμανε πως η Τουρκία αναζητούσε νομικούς τρόπους, για να προχωρήσει στο άνοιγμα της Αμμοχώστου. Αποκάλυψε πως:

«Το Σάββατο, 15 Φεβρουαρίου 2020, στην περίκλειστη περιοχή (Αμμοχώστου), στην παρουσία του Τούρκου αντιπροέδρου και του υπουργού Δικαιοσύνης, πραγματοποιήθηκε συνέδριο, στη διάρκεια του οποίου εξετάσθηκαν νομικοί και πολιτικοί τρόποι υλοποίησης του σχεδίου εποικισμού». Ο συνάδελφος πρόσθεσε:

«Έγγραφο του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών (13/3/2012, που αποκάλυψε η «Μιλλιέτ»), το οποίο αποτελούσε «οδηγό» για τις συνομιλίες του Αχμέτ Νταβούτογλου και άλλων Τούρκων αξιωματούχων, με ξένους, δίνει την εικόνα για τη στάση της Άγκυρας στο ειδικό θέμα της Αμμοχώστου αλλά και ευρύτερα του Κυπριακού. Εκείνο το οποίο προκύπτει ευθέως είναι πως δεν τίθεται θέμα επιστροφής τής πόλης και η τουρκική πλευρά δεν αναγνωρίζει τις περιουσίες των Ελληνοκυπρίων. Η τουρκική θέση αναφέρει πως, ‘η Αμμόχωστος είναι μέρος της «ΤΔΒΚ»», η οποία «έχει τον πλήρη έλεγχο και ασκεί την εξουσία στην πόλη’».

Διακοπή ευρωπαϊκής πορείας

Στις 15/8/2020, σε δηλώσεις του μετά τη θεία λειτουργία στο Μοναστήρι της Παναγίας της Τρικουκκιάς, και ερωτηθείς για το θέμα της Αμμοχώστου, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ανέφερε: «Η Τουρκία θα πρέπει να υπολογίσει πρώτα το κόστος, αφού η απόφαση της αυτή θα είναι αιτία όχι μόνο προσφυγής στο Συμβούλιο Ασφαλείας ή στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αλλά και αιτία να διακοπεί η όλη ευρωπαϊκή πορεία της».

Άσφαιρες απειλές χωρίς καμία στρατηγική, χωρίς αντίκρισμα. Ούτε καν ελήφθησαν υπόψη από την Τουρκία και τους κατοχικούς εγκαθέτους της. Ο Τούρκος πρόεδρος, Ερντογάν, στην παρουσία του υποτελούς Τατάρ, σε δηλώσεις του (6/10/2020), προανήγγειλε ότι στις 8/10/2020 θα ανοίξει το παραλιακό μέτωπο της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου.

Την ίδια μέρα, η Λευκωσία αντέδρασε με τον γνωστό, ανέξοδο τρόπο: Καταδίκασε την απόφαση των Τούρκων με την… οργίλη επισήμανση ότι «αυτή η προκλητική και παράνομη ενέργεια θα καταγγελθεί στο Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΕ, στην ΕΕ και σε όλα τα διεθνή φόρα ως μια πράξη που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ και έρχεται σε αντίθεση με τα τελευταία Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου».

Την ίδια ανέξοδη, φλύαρη αντίδραση είχαν το Εθνικό Συμβούλιο, το ελληνικό ΥπΕξ, ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική, ο ΓΓ του ΟΗΕ, με τον τότε Κυβ. Εκπρόσωπο, Κυριάκο Κούσιο να διερωτάται ολοφυρόμενος: «Αν συνεχίσουν τους σχεδιασμούς τους με την Αμμόχωστο, ποια λύση του κυπριακού θα συζητήσουμε;».

«Ο Ερντογάν δεν συνετίζεται»

Αλλ’ εδώ υπάρχουν τα δύο ψηφίσματα για την Αμμόχωστο, το 550 (11/5/1984) και το 789 (25/11/1992) καθώς και η κοινή δήλωση Κυπριανού-Ντενκτάς (19/3/1979). Γιατί η Λευκωσία τα θυμάται ή τα ξεχνά ανάλογα με τις όποιες προοπτικές συνομιλιών; Στις 8/10/2020, ο μεν πρόεδρος Αναστασιάδης κατήγγειλε την έκνομη ενέργεια της Τουρκίας ο δε Κυβ. Εκπρόσωπος, Κ. Κούσιος, διαβεβαίωσε:

«Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα ενημερώσει τους εταίρους μας και θα θέσει ωμά ερωτήματα. Η περίοδος χάριτος και για άσκηση διπλωματίας που έχει ζητηθεί, πώς επενέργησε; Η Τουρκία μπορεί να τιθασευτεί με λόγια μόνο; Η Τουρκία έχει ακούσει τις εκκλήσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της προεδρεύουσας χώρας; Πρέπει, λοιπόν, οι εταίροι μας να αντιληφθούν ότι ο κ. Ερντογάν δεν συνετίζεται μόνο με παρακλήσεις».

Και λοιπόν; Η Λευκωσία θα απαιτήσει κυρώσεις και μέτρα κατά της Τουρκίας; Όχι, βέβαια! Την ίδια μέρα, ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ, Αβ. Νεοφύτου, ξεκαθάρισε το τοπίο: «Ο μόνος τρόπος να στείλουμε το σωστό μήνυμα στη διεθνή κοινότητα, παρά την προκλητικότητα της Τουρκίας, είναι να δηλώνουμε από το πρωί μέχρι το βράδυ την ετοιμότητά μας να επιστρέψουμε σήμερα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων». 

Μάλιστα! Μερικές ημέρες, όμως, προηγουμένως (24/9/2020), ο Ν. Αναστασιάδης, σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα, «Le Figaro», υπογράμμισε όσα κατ’ επανάληψη είχε διακηρύξει ευθύς μετά την τουρκική εισβολή στην κυπριακή ΑΟΖ (4/5/2019):

«Θέλουμε να της στείλουμε ένα σαφές μήνυμα: Η συμπεριφορά της δεν μπορεί να μείνει αναπάντητη και χωρίς συνέπειες. Θα απαντήσουμε με έργα, όχι μόνο με λόγια. Η Τουρκία έχει γίνει ένας ταραχοποιός στην περιοχή, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια και την ειρήνη, καθώς και την ΕΕ σε κίνδυνο».

Από το 1978 αρχίζει ο Γολγοθάς και συνεχίζεται το περιπαίξιμο για την Αμμόχωστο. Οι Τούρκοι δεν πρόκειται να την επιστρέψουν ούτε να επιτρέψουν έστω μερική επιστροφή Αμμοχωστιανών. Ποια είναι η ξεκάθαρη πολιτική και στρατηγική της Λευκωσίας για την αντιμετώπιση αυτής της εφιαλτικής προοπτικής; Απάντηση: Ανέξοδες καταγγελίες σε διεθνή φόρα, κατευνασμός και εξημέρωση του Τούρκου κατακτητή, με την φρούδα ελπίδα ότι θα συναινέσει σε λειτουργική, βιώσιμη και ευρωπαϊκών προδιαγραφών λύση στο Κυπριακό. Είναι τραγικό: Οι ηγέτες της Κύπρου επιμένουν να ζουν σε άλλους κόσμους.

Φιλελεύθερος

Ο Σταύρος Καλεντερίδης, ξεκίνησε τις σπουδές του στην Αθήνα, σπουδάζοντας Πολιτική Επιστήμη στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έπειτα από τέσσερα χρόνια συμμετοχής στα φοιτητικά όργανα συνδιοίκησης της σχολής του και σε διάφορες οργανώσεις νέων, αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του στο εξωτερικό. Στη Βοστόνη των Η.Π.Α. ολοκλήρωσε δύο μεταπτυχιακά προγράμματα, στις Διεθνείς Σχέσεις (Αμερικανική εξωτερική πολιτική) και στην Επικοινωνία (Πολιτική Επικοινωνία), ενώ παράλληλα εργάστηκε στο Ελληνικό Προξενείο της Βοστόνης, στη σχολή του ως βοηθός έρευνας και σε δύο πολιτικές καμπάνιες Αμερικανών πολιτικών (Δημοκρατικών – Ρεπουμπλικάνων). Μετά από τρία χρόνια στις Η.Π.Α., άκουσε το κάλεσμα της πατρίδας του και επέστρεψε πίσω με μεγάλο πόθο για προσφορά στην Ελλάδα. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος δύο κοινωφελών οργανισμών, του δέλτα – πολιτική επανάσταση (πολιτικός οργανισμός) και της Λεοντίδας (ίδρυμα προώθησης θεμάτων ιστορίας, πολιτισμού και δημοκρατίας). Σήμερα ζει και εργάζεται στην Αθήνα, ασχολείται με διάφορα εγχειρήματα πολιτικής διπλωματίας και δημοκρατίας, γράφει πολιτικά άρθρα, σχολιάζει την επικαιρότητα και συνεχίζει την προσωπική του μελέτη στην ιστορία και την πολιτική φιλοσοφία.

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Διαχρονικά επίκαιρος ο Θουκυδίδης στην Ουκρανία

Ο ρεαλισμός διέλυσε για μια ακόμα φορά τις ψευδαισθήσεις που επικρατούν και στη χώρα μας ότι το διεθνές δίκαιο αποτελεί το ιερό φυλαχτό που θα μας προστατεύσει από τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας, η οποία το γράφει κυριολεκτικά στα παλαιά της υποδήματα.

Δημοσιεύτηκε

στις

Γράφει ο Λάμπρος Τζούμης

Επικείμενη συμφωνία μεταξύ Ρωσίας – Ουκρανίας με την επιδιαιτησία των ΗΠΑ και χρήσιμα συμπεράσματα για τη χώρα μας.

Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες η συμφωνία θα περιλαμβάνει :
– Την de jure αναγνώριση από τις ΗΠΑ, της ρωσικής κατοχής της Κριμαίας.
– Την de facto κατοχή των εδαφών που κατέλαβε η Ρωσία μετά την εισβολή, δηλ. το 20 τοις εκατό της ουκρανικής επικράτειας.
– Η Ουκρανία δεν θα γίνει μέλος του ΝΑΤΟ.
– Το πυρηνικό εργοστάσιο της Ζαπορίζια θα ελέγχεται από τις ΗΠΑ.
– Θα εξασφαλιστεί ο διάπλους του ποταμού Δνείπερου από την Ουκρανία.
– Θα παρέχονται εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Συμπεράσματα – εκτιμήσεις αν υπογραφεί η παραπάνω συμφωνία :

– Ο Θουκυδίδης είναι διαχρονικά επίκαιρος. Ο ρεαλισμός διέλυσε για μια ακόμα φορά τις ψευδαισθήσεις που επικρατούν και στη χώρα μας ότι το διεθνές δίκαιο αποτελεί το ιερό φυλαχτό που θα μας προστατεύσει από τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας, η οποία το γράφει κυριολεκτικά στα παλαιά της υποδήματα.

– Η Ουκρανία θα αποτελέσει ένα υποτελές κράτος. Η εθνική ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα δεν εξασφαλίζεται από ξένες δυνάμεις και φιλικές διαβεβαιώσεις. Όταν αποδέχεσαι την ανάθεση της κυριαρχίας σου σε προστάτιδες δυνάμεις (νταβατζήδες) δεν αποτελείς κυρίαρχο κράτος, αλλά προτεκτοράτο μιας ξένης δύναμης.

– Ο Ζελένσκι πολύ δύσκολα θα παραμείνει στη θέση του αν υπογράψει τον εδαφικό ακρωτηριασμό της Ουκρανίας και όσα προαναφέρθηκαν.

– Στον 21ο αιώνα γίνονται πόλεμοι και επί ευρωπαϊκού εδάφους και δεν κρατούν λίγα 24ωρα αλλά χρόνια, παρά τις ψευδαισθήσεις που έχουν ορισμένοι.

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Στρατηγική πλήρους τουρκοποίησης-ισλαμοποίησης των Κατεχομένων

Η αλλοίωση του πληθυσμού, η ενίσχυση της θρησκευτικής παρουσίας και τα έργα εξάρτησης συνθέτουν ένα οργανωμένο σχέδιο ενσωμάτωσης.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η Τουρκία εφαρμόζει στρατηγική πλήρους τουρκοποίησης των κατεχομένων μέσω εποικισμού, ισλαμοποίησης και ελέγχου της τοπικής κοινωνίας. Η αλλοίωση του πληθυσμού, η ενίσχυση της θρησκευτικής παρουσίας και τα έργα εξάρτησης συνθέτουν ένα οργανωμένο σχέδιο ενσωμάτωσης. Πρόκειται για μια μακροχρόνια διαδικασία με σαφείς γεωπολιτικές στοχεύσεις.

Γράφει ο Κώστας Βενιζέλος, Hellas Journal

Η ισλαμοποίηση των κατεχομένων, η πλήρης εναρμόνιση της κοινωνίας με την τουρκική, η ενίσχυση του τουρκικού πληθυσμού με νέους εποίκους, συνιστούν τον σχεδιασμό της Άγκυρας, που δεν είναι τωρινός, αλλά συνεχίζεται με στόχο την πλήρη τουρκοποίηση της περιοχής. Είναι προφανές πως την τελευταία περίοδο υπάρχουν ενδείξεις ότι εντείνονται οι προσπάθειες για υλοποίηση των στρατηγικών επιδιώξεων της Τουρκίας στην κατεχόμενη Κύπρο. Σε αυτό το σχέδιο, λοιπόν, εντάσσονται και η εκπαίδευση, η θρησκεία, η εδραίωση της δημογραφικής αλλοίωσης, η αλλαγή κουλτούρας, απόκτησης ισλαμικής συνείδησης και προτύπων (μαντήλα), όπως και τα έργα υποδομής-εξάρτησης.

Η ενίσχυση του τουρκικού πληθυσμού στα κατεχόμενα αποτελεί στρατηγικό στόχο της Τουρκίας, που μεθοδικά προωθείται και υλοποιείται βαθμηδόν από την περίοδο αμέσως μετά την εισβολή του 1974. Προ ημερών υπήρξε επίσημη τοποθέτηση από πλευράς της Άγκυρας για αύξηση του εκ Τουρκίας πληθυσμού στην κατεχόμενη Κύπρο ενόψει και «της κατασκευής κοινωνικών κατοικιών».

Υπενθυμίζεται ότι ο Τούρκος Υπουργός Περιβάλλοντος, Αστικοποίησης και Κλιματικής Αλλαγής, Μουράτ Κουρούμ, ανακοινώνοντας νέα έργα στα κατεχόμενα, ανέφερε πως «θα ληφθούν μέτρα για την ενίσχυση της τουρκικής παρουσίας στο νησί». Στην περίπτωση αυτή αναφέρεται ενδεχομένως στη μεταφορά εργατών από την Τουρκία για την κατασκευή έργων με στόχο, βέβαια, να μην είναι εποχιακή η παρουσία τους.

Ο πληθυσμός και η δημογραφική αλλοίωση

Σύμφωνα με στοιχεία που κατέχουμε, οι Τουρκοκύπριοι πληθυσμιακά είναι μειοψηφία και ο αριθμός τους ανέρχεται περίπου στις 135.000. Σε σχέση με εκείνους που έχουν τη λεγόμενη υπηκοότητα, οι Τουρκοκύπριοι και οι έποικοι είναι αριθμητικά σχεδόν ίσοι. Υπολογίζεται ότι τη λεγόμενη υπηκοότητα έχουν περίπου 270.000. Εκεί που φαίνεται ότι οι αριθμοί ανατρέπονται είναι όταν στον πληθυσμό προστίθενται οι Τούρκοι που διαμένουν στα κατεχόμενα αλλά δεν έχουν υπηκοότητα, οι οποίοι είναι περισσότεροι.

Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι εποχιακοί εργάτες, που έρχονται και οι πλείστοι παραμένουν, οι φοιτητές, ο στρατός κατοχής (35.000), οι οικογένειες των αξιωματικών (5.000). Σκοπίμως δεν δίνονται πλήρη στοιχεία ή, εάν δίνονται, προκαλούν σύγχυση. Κάποιοι υποστηρίζουν πως στα κατεχόμενα ζουν σήμερα περίπου 1 εκατομμύριο άνθρωποι, αριθμός που φαντάζει υπερβολικά μεγάλος. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς τεκμηριωμένα να τον αμφισβητήσει αλλά ούτε και να τον επιβεβαιώσει. Σημειώνεται πως ο εκλογικός κατάλογος το 2018 περιλάμβανε 190.553 ψηφοφόρους, ενώ το 2023 210.000.

Υπενθυμίζεται ότι το καθεστώς Ερντογάν πιέζει συνεχώς για «πολιτογράφηση» εποίκων. Τούτο συνδέεται με τον πολιτικό και τον οικονομικό έλεγχο των κατεχομένων. Συνδέεται με τη διαμόρφωση συνθηκών για να έχουν το πάνω χέρι οι έποικοι, εκτοπίζοντας τους Τουρκοκύπριους. Η επιδίωξη αυτή δεν αφορά, όμως, μόνο την αριθμητική ενίσχυση. Αυτός ο στόχος συνδυάζεται, όπως φαίνεται, από παράλληλες κινήσεις για ισλαμοποίηση των κατεχομένων και την πλήρη ενσωμάτωση των Τουρκοκυπρίων στην τουρκική κοινωνία.

Σημειώνεται συναφώς ότι ο πληθυσμός, η αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα, ήταν η πρώτη κίνηση που έκανε η Τουρκία, αμέσως μετά την εισβολή. Η μεταφορά εποίκων ήταν εύκολη, μπορούσε να γίνει γρήγορα, ενώ με την ενέργεια αυτή, που γινόταν για να κατοικηθούν τα σπίτια των Ελληνοκυπρίων, οι οποίοι είχαν εκδιωχθεί βιαίως, είχε κι άλλο σκοπό, που αφορούσε τη βιωσιμότητα της περιοχής: να δουλέψουν στη γεωργία, στη βιομηχανία αλλά και να μεταφέρουν και την κουλτούρα τους.

Η θρησκεία και η εκπαίδευση ως εργαλεία επιρροής

Η θρησκεία είναι το άλλο όπλο. Στα κατεχόμενα λειτουργούν 213 τζαμιά. Σε αναλογία πληθυσμού και χώρου, ο αριθμός είναι υπερβολικά μεγάλος. Κτίζουν τζαμιά αντί σχολείων, ενώ μεγάλος είναι και ο αριθμός των ιμάμηδων. Υπολογίζεται ότι 240 άτομα απασχολούνται ως προσωπικό στη «διεύθυνση θρησκευτικών υποθέσεων», ενώ οι 120 από αυτούς είναι ιμάμηδες. Στα κατεχόμενα δρουν πλέον διάφορα «ισλαμικά τάγματα».

Την ίδια ώρα, η εκπαίδευση και η θρησκεία δεν λειτουργούν αποκομμένα αλλά συνδέονται. Εξ ου και η υπόθεση με τη μαντήλα, που δεν μπορεί να θεωρηθεί μεμονωμένη αλλά εντάσσεται στη μεγάλη εικόνα και το σχεδιασμό για την ισλαμοποίηση. Είναι σαφές, όπως αναφέρεται και σε σημείωμα του Τουρκικού Κλάδου του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών του Ιανουαρίου 2023, ότι ο στόχος είναι να καταστεί η τουρκοκυπριακή κοινότητα πιο «τουρκική» και πιο «μουσουλμανική». Ως εγχείρημα παραμένει δύσκολο προς υλοποίηση, καθώς οι Τουρκοκύπριοι είναι κοσμικοί. Είναι, όμως, εύκολο σε σχέση με τους εποίκους, που όπως σημειώνεται είναι η πλειοψηφία.

Για να γίνει εφικτός ο σχεδιασμός, πρέπει να ενισχύεται και η εξάρτηση των κατεχομένων από την Τουρκία. Κι αυτό γίνεται μέσα από τη μόνιμη οικονομική εξάρτηση, κυρίως σε ό,τι αφορά τη λειτουργία της αποσχιστικής οντότητας, του «κράτους», αλλά και τα έργα υποδομής. Όπως η μεταφορά νερού με υποθαλάσσιο αγωγό από την Τουρκία στα κατεχόμενα. Αλλά και ο σχεδιασμός για μεταφορά ηλεκτρισμού, που μέχρι στιγμής δεν έχει υλοποιηθεί.

Με όλα αυτά, η κατοχική δύναμη θέλει να δημιουργήσει ένα μη ανατρέψιμο τετελεσμένο, το οποίο θα αφορά «τα δεδομένα» επί του εδάφους. Θέλει να καταστήσει τα κατεχόμενα τουρκική επαρχία, μια περιοχή-«πλυντήριο» για παράνομες συναλλαγές και δράσεις. Μια περιοχή, ένα ψευδοκράτος, που θα λειτουργεί ως δομή και κουλτούρα, με πρότυπο την τουρκική κοινωνία. Πλήρης, δηλαδή, τουρκοποίηση. Την ίδια ώρα, είναι σαφές πως εάν την Τουρκία την εξυπηρετεί να προχωρήσει σε μια συμφωνία στο Κυπριακό, θα επιδιώξει ένα συνομοσπονδιακό μοντέλο, στο οποίο μέσω του τουρκικού μουσουλμανικού συνιστώντος κρατιδίου, θα ελέγχει και το ελληνοκυπριακό και θα είναι και στην ΕΕ!

Ενδείξεις πληθυσμού μέσω κινητής τηλεφωνίας

Διαχρονικά χρησιμοποιείται ο αριθμός των συνδρομητών κινητής τηλεφωνίας για να εξαχθούν συμπεράσματα για τον πληθυσμό στα κατεχόμενα. Αυτό μπορεί να δώσει μια ένδειξη, αλλά δεν μπορεί να θεωρηθεί βασικό στοιχείο. Δεν μπορεί να θεωρηθεί κρίσιμης σημασίας στους υπολογισμούς που γίνονται. Κι αυτό επειδή κάποιοι που επισκέπτονται τα κατεχόμενα αλλά δεν μένουν μόνιμα, όπως Τούρκοι επιχειρηματίες, ενδέχεται να είναι συνδρομητές σε εταιρείες κινητής τηλεφωνίας. Ή άλλοι να έχουν περισσότερες από μία συνδρομές. Τα τελευταία στοιχεία που υπάρχουν δίνουν ένα στίγμα, που πρέπει ασφαλώς να ληφθεί υπόψη.

Σημειώνεται ότι το «Ίδρυμα Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνίας – Bilgi Teknolojileri ve Haberleşme Kurumu (BTHK)» του κατοχικού καθεστώτος, δημοσιοποίησε την έκθεση δεδομένων του τομέα ηλεκτρονικής επικοινωνίας για το τέταρτο τρίμηνο του 2024 (περίοδος Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου).

Με βάση την έκθεση, στη συγκεκριμένη περίοδο υπήρχαν 1.062.691 εγγεγραμμένες συνδρομές κινητής τηλεφωνίας, εκ των οποίων οι 846.039 ήταν ενεργές. Στην έκθεση καταγράφονται και οι εταιρείες στις οποίες είναι εγγεγραμμένες οι συνδρομές (το 57% των συνδρομών κινητής τηλεφωνίας ήταν εγγεγραμμένες στην «εταιρεία» τηλεπικοινωνιών «Kuzey Kıbrıs Turkcell» και το υπόλοιπο 43% στην «Telsim»). Την ίδια περίοδο, υπήρχαν εγγεγραμμένες στο «τμήμα τηλεπικοινωνιών της ‘’τ.δ.β.κ.’’» συνολικά 74.928 συνδρομές σταθερής τηλεφωνίας.

Ενδιαφέρον, πάντως, έχουν και τα στοιχεία σε σχέση με την κινητικότητα των τηλεφωνικών κλήσεων. Σύμφωνα με την έκθεση, οι χώρες προς τις οποίες καταγράφεται η περισσότερη κίνηση από τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας των κατεχομένων είναι η Τουρκία, η Βρετανία, η Νιγηρία, η Κυπριακή Δημοκρατία, το Ιράν και το Τουρκμενιστάν. Οι δε χώρες από τις οποίες καταγράφεται η περισσότερη κίνηση προς τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας των κατεχομένων είναι η Τουρκία, η Βρετανία και η Νιγηρία. Σε σχέση με τη Νιγηρία, φαίνεται πως οι τηλεφωνικές κλήσεις έχουν σχέση και με την παρουσία φοιτητών από τη χώρα αυτή σε «πανεπιστήμια» των κατεχομένων.

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

ΜπορούνΤραμπ και Πούτιν να επιλύσουν το Κυπριακό;

Μπορούν Ρωσία και ΗΠΑ να αποκόψουν τον Γόρδιο Δεσμό;

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Γράφει ο Ουίλλιαμ Μάλλινσον

Σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, η Κύπρος έχει υπάρξει το πεδίο προβολής της απληστίας και των φιλοδοξιών των μεγαλύτερων δυνάμεων για εκατοντάδες χρόνια. Εν τούτοις, το νησί δεν διαιρέθηκε ποτέ γεωγραφικά ή εθνοτικά μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974, η οποία απέκοψε το βόρειο τρίτο του νησιού από την υπόλοιπη επικράτεια, εκδιώχνοντας τους Ελληνοκυπρίους και εισάγοντας Τούρκους εποικιστές οι οποίοι έχουν σχεδόν πλημμυρίσει τους γηγενείς Τουρκοκυπρίους (η επιχείρηση αυτή ήταν πράγματι μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις εθνικής εκκαθαρίσεις από τότε που το Εβραϊκό Κράτος εκδίωξε περίπου 750,000 Παλαιστινίους το 1948). Σύγχρονη εκδήλωση της στρατηγικής σημασίας του νησιού είναι οι ΠΚΒ (Περιοχές Κυρίαρχων Βάσεων), στις οποίες βασίστηκε η υπό όρους ανεξαρτησία της Κύπρου το 1960. Καθώς οι διαπραγματεύσεις για την επανένωση του νησιού συνεχίζονται βασανιστικά, όπως έχουν κάνει για πάνω από πενήντα χρόνια, είναι πλέον καιρός να αναλογιστούμε τον πιθανό αντίκτυπο της τρέχουσας ρευστότητας και αναδιάταξης των διακρατικών σχέσεων. Η Κίνα, η Ουκρανία και η Μέση Ανατολή είναι τώρα στο στόχαστρο της αμερικανικής πολιτικής. Αλλά όταν και αν η Συρία και η Παλαιστίνη σταθεροποιηθούν – τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό – και όταν η ένταση στην Κίνα μειωθεί, η Κύπρος θα περιέλθει υπό προσεκτική εξέταση από τους διαχειριστές της. Σε αυτό το σύντομο σημείωμα, θα αναλογιστούμε την τρέχουσα ρευστότητα, στα όρια της αταξίας, των παγκόσμιων πραγμάτων, στο βαθμό που επηρεάζει την Κύπρο, τις βρετανικές βάσεις, τις ελληνορωσικές σχέσεις και το Ισραήλ και την Τουρκία, και θα ολοκληρώσουμε εξετάζοντας τον ενισχυμένο ρόλο και επιρροή της Ρωσίας στο φως της διαφαινόμενης νίκης της επί του ΝΑΤΟ στις εχθροπραξίες της Ουκρανίας και το πώς η ίδια μαζί με τις ΗΠΑ θα μπορούσαν να κόψουν το γόρδιο δεσμό.

Επί του παρόντος

Μαζί με τη καινοφανή, επιχειρηματικά προσανατολισμένη προσέγγιση του Τραμπ στα διακρατικά τεκταινόμενα, και του εμφανούς ενδιαφέροντός του για τη Μέση Ανατολή και την υποστήριξη του Εβραϊκού Κράτους, συμπεριλαμβανομένου ενός κάπως αλλόκοτου σχεδίου για την επανεγκατάσταση των κατοίκων της Λωρίδας της Γάζας και τη δημιουργία ενός αμερικανικού επινείου, έχουμε το ρωσικό παράγοντα, και τις εντατικές διαπραγματεύσεις που λαμβάνουν χώρα μεταξύ Ρώσων και Αμερικανών διπλωματών με σκοπό την αποκατάσταση και ομαλοποίηση των σχέσεων των δύο χωρών. Παρόλη την στήριξη του Τραμπ προς τον Σιωνισμό, ο πρώτος θα μπορούσε κάλλιστα να ενοχλείται όλο και περισσότερο από τις υπόνοιες ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική είναι αντικείμενο διαχείρισης του Εβραϊκού Κράτους, τουλάχιστον αναφορικά με τη Μέση Ανατολή.1 Και, δεδομένου του ενδιαφέροντός του για ομαλοποίηση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας, ακόμα και σε βαθμό κατανόησης και δραστηριοποίησης υπέρ των εκπεφρασμένων ανησυχιών για την ασφάλεια της δεύτερης, δεν θα ήταν απίθανο, παρόλες τις πιθανές ισραηλινές ενστάσεις, να συζητηθεί η ρωσική προτίμηση για μια Κύπρο ουδέτερη, απαλλαγμένη από ξένα στρατεύματα, εξέλιξη που θα παρέκαμπτε την ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο, τουλάχιστον στα αρχικά της στάδια, παρόμοια με τις συνομιλίες Ουάσινγκτον-Μόσχας για το Ουκρανικό. Ας αρχίσουμε τώρα να μπαίνουμε στο ψαχνό.

Το ΝΑΤΟ και οι Βάσεις

Είναι αρκετά κατανοητό ότι η υπό όρους ανεξαρτησία της Κύπρου που επιτεύχθηκε το 1960 οφειλόταν κυρίως στις προσπάθειες του πρώτου προέδρου της χώρας, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, καθώς και στις αμερικανικές πιέσεις για επίλυση εντός πλαισίων του ΝΑΤΟ, με άλλα λόγια την de facto προσάρτηση σχεδόν του 3% της Κύπρου προκειμένου να φιλοξενηθούν οι ΠΚΒ, τις οποίες ο Μακάριος υποχρεώθηκε να δεχθεί. Ίσως κάπως σουρεαλιστικά, πάνω από το μισό του κειμένου της Συνθήκης Εγκαθιδρύσεως είναι αφιερωμένο στις βρετανικές βάσεις και τα δευτερεύοντα δικαιώματα της Βρετανίας αναφορικά τις στρατιωτικές μετακινήσεις και υπερπτήσεις. Η ίδια η δημιουργία του νέου κράτους εδράστηκε στη στρατηγική του ΝΑΤΟ. Αυτό τα λέει όλα. Οι βάσεις, τμήμα κυρίαρχου βρετανικού εδάφους, παραμένουν επ’ αόριστον, τουλάχιστον όσο διατηρεί την παρουσία του το Ηνωμένο Βασίλειο, ή μέχρι η ρωσική και αμερικανική πίεση οδηγήσουν στην απομάκρυνσή τους.

Οι ΠΚΒ έχουν αποδειχθεί άβολες για τη Βρετανία: πίσω στο 1964, το Υπουργείο Εξωτερικών παραδεχόταν ιδιωτικά ότι οι ΠΚΒ θα θεωρούνταν αυξανόμενα αναχρονιστικές από την παγκόσμια κοινή γνώμη. Μέχρι το 1975, σύμφωνα με το ίδιο υπουργείο, τα βρετανικά στρατηγικά συμφέροντα στην Κύπρο θεωρούνταν ελάχιστα, ενώ η Βρετανία κατέβαλλε εντατικές προσπάθειες για να τις εγκαταλείψει, αν και συνάντησε την ένσταση του Κίσιντζερ. Ακόμα και αφού ο τελευταίος δεν ήταν πλέον στο τιμόνι της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, το φάσμα του παρέμεινε, και, μέχρι το 1981, η Βρετανία είχε εγκαταλείψει τις προσπάθειες να παραιτηθεί από τις βάσεις: σε μία παράξενη μεταστροφή, το Υπουργείο Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας θεωρούσε τώρα τη διατήρηση των βάσεων ως μεγαλύτερης σημασίας από την εύρεση λύσης, διατεινόμενο ιδιωτικά ότι μια πρώιμη λύση μπορεί να μην ήταν εποικοδομητική (αφού μπορεί με τη σειρά της να αύξανε τις πιέσεις εναντίον των ΠΚΒ), και ότι τα βρετανικά συμφέροντα εξυπηρετούνταν καλύτερα από τη συνεχιζόμενη κίνηση προς μία λύση – χωρίς την προοπτική άμεσης επίτευξής της.2 Προφανώς, ο λόγος της Βρετανίας στο ζήτημα δε μετράει πια, και η τελευταία λαμβάνει τις εντολές της από την Ουάσινγκτον. Παρομοίως, ο λόγος της Ελλάδας, παρόλη τη θεωρητική στήριξη της τελευταίας για μια κυρίαρχη και ενωμένη Κύπρο, επίσης είναι μειωμένης σημασίας, με τη χώρα υποχρεωμένη να ακολουθεί τις πολιτικές της Ουάσινγκτον και να μην τολμάει να ζητήσει τη στήριξη της Μόσχας (όπως μπόρεσε να κάνει ο Μακάριος), με επίγνωση του ότι η Ουάσινγκτον, και επομένως το Λονδίνο, θεωρούν την Τουρκία πιο σημαντική στρατηγικά από την Ελλάδα.3 Δεδομένης της σύρραξης στην Ουκρανία, η Ελλάδα έχει μέχρι τώρα αναγκαστεί να υιοθετήσει μια εχθρικότερη στάση έναντι της Ρωσίας απ’ό,τι προηγουμένως, ακολουθώντας πειθήνια τις Βρυξέλλες, φτάνοντας μέχρι και τις απελάσεις διπλωματών. Η Ελλάδα παραείναι άτολμη για να υιοθετήσει μια στάση παρόμοια με της Ουγγαρίας, της Σερβίας ή ακόμα και της Σλοβακίας, έναντι της Μόσχας. Η Ρωσία δεν έχει λόγο να εμπιστεύεται την Ελλάδα και όπως θα δούμε παρακάτω, θα μπορούσε να της προκαλέσει σημαντικά προβλήματα μέσω της Κύπρου.

Η Ρωσία και η Ελλάδα

Ο πρώτος ηγέτης της Ελλάδας, Ιωάννης Καποδίστριας, ήταν αναμφίβολα φιλικά διακείμενος προς τη Ρωσία, πράγμα ελάχιστα απρόσμενο, όχι μόνο επειδή είχε χρηματίσει υπουργός εξωτερικών της αλλά και επειδή η Ελλάδα όφειλε την ανεξαρτησία της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Μόσχα, η οποία είχε επεμβεί στρατιωτικά, επικρατώντας των Οθωμανών και αναγκάζοντας έτσι το φιλοοθωμανικό Λονδίνο να εγκαταλείψει τα σχέδιά του για μια ‘αυτόνομη’ Ελλάδα υπό οθωμανικό έλεγχο. Εν τούτοις ο ελληνορωσικός μήνας του μέλιτος έλαβε απότομο τέλος όταν ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε – προς τέρψη του Λονδίνου – το 1831. Στο εξής η Ελλάδα, προτεκτοράτο της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας, θα μετατρεπόταν σε πεδίο μάχης μεταξύ αγγλικών, γαλλικών, βαυαρικών και ρωσικών συμφερόντων. Η Βρετανία, που χρειαζόταν τη φιλία της με την Οθωμανική Αυτοκρατορία για στρατηγικούς λόγους, ήταν εμμονικά ανήσυχη για τη ρωσική επιρροή στην Ελλάδα, ειδικά αφού ο Τσάρος απειλούσε να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη. Πράγματι, όπως δήλωνε ο Έντμουντ Λάιονς, βρετανός πρεσβευτής στην Ελλάδα: ‘μια πραγματικά ανεξάρτητη Ελλάδα είναι κάτι παράλογο. Η Ελλάδα μπορεί να είναι είτε αγγλική είτε ρωσική, και αφού δε μπορεί να είναι ρωσική, οφείλει να είναι αγγλική.’ Ο Κριμαϊκός Πόλεμος υπογράμμισε τον αγγλικό φόβο για τη Ρωσία, που έφτασε μέχρι τον αποκλεισμό της Ελλάδας, για να αποτραπεί η αποστολή βοήθειας στη Ρωσία. Η ‘Μεγάλη Ανατολική Κρίση’ αποτέλεσε επιπλέον τεκμήριο του αγγλικού φόβου για τη ρωσική ισχύ, όταν το Λονδίνο κρυφίως απέκτησε την Κύπρο για στρατηγικούς λόγους, οδηγώντας σε κυπριακά αιτήματα για ένωση με την Ελλάδα. Πηγαίνοντας στο 1919, όταν η Ελλάδα έστειλε χιλιάδες στρατεύματα στην Ουκρανία για να πολεμήσει τον Κόκκινο Στρατό, πρώτη κατάφερε όχι μόνο να εξοργίσει τη Μόσχα αλλά και να αποδυναμώσει τις ελληνικές προσπάθειες επικράτησης επί του στρατού του Μουσταφά Κεμάλ στη Μικρά Ασία. Η εμπιστοσύνη της Μόσχας προς το ελληνικό κράτος έλαβε ισχυρό πλήγμα και, μέχρι το 1944, η Σοβιετική Ένωση είχε συμφωνήσει με τον Τσώρτσιλ ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να περιέλθει στη σφαίρα επιρροής της Βρετανίας, συμφωνία την οποία η Μόσχα τήρησε. Έκτοτε και, παρόλο τον Ψυχρό Πόλεμο, οι ελληνικές κυβερνήσεις, με πιθανή εξαίρεση αυτήν του Ανδρέα Παπανδρέου, έχουν υπηρετήσει τη νατοϊκή ατζέντα, παρόλο που ο ελληνικός λαός στο σύνολό του είναι γενικά φιλικά διακείμενος προς τη Ρωσία. Οι ελληνορωσικές σχέσεις υπέστησαν άλλο ένα ισχυρό πλήγμα όταν το ρωσικής έμπνευσης σχέδιο για τον πετρελαϊκό αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης ακυρώθηκε, εξαιτίας αμερικανικών πιέσεων στην κυβέρνηση Καραμανλή. Εν ολίγοις, παρόλη την ιστορική εγγύτητα μεταξύ των λαών Ελλάδας και Ρωσίας, που θεμελιώνεται στην κοινή θρησκεία και τον αποφασιστικό ρόλο της Ρωσίας στον αγώνα για την ελληνική ανεξαρτησία, η Μόσχα δεν εμπιστεύεται πια τις ελληνικές κυβερνήσεις, πολλώ δε μάλλον αφού η Ελλάδα έχει καταστεί κόμβος της αμερικανικής στρατιωτικής στρατηγικής, χωρίς να λάβουμε υπόψη τις ΠΚΒ. Στο θρησκευτικό μέτωπο, το γεγονός ότι η Εκκλησία της Ελλάδος δεν είναι πια σε κοινωνία με ο Πατριαρχείο Μόσχας – με το σχίσμα να έχει ξεκινήσει όταν το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως αυθαίρετα ακύρωσε μια συμφωνία του 1685 με τη Μόσχα, που εξασφάλιζε τον έλεγχο από την τελευταία της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, αναγνωρίζοντας τώρα την ‘Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας’ – έχει δηλητηριάσει περαιτέρω τις σχέσεις μεταξύ της Αθήνας και της Μόσχας. Επιδεινώνοντας τα πράγματα, η Ελλάδα έγινε πρόσφατα η μόνη κυρίως Ορθόδοξη χώρα η οποία επιτρέπει τους κρατικούς γάμους μεταξύ ομοφυλοφίλων, πράγμα που είναι ανάθεμα για τη Μόσχα. Η απαξίωση της Μόσχας για την ελληνική ηγεσία σίγουρα θα μεγεθύνθηκε περαιτέρω όταν ο Έλληνας Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, χαιρέτησε την παράνομη δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Σολεϊμανί, στο Ιράκ. Ακόμα και το Βερολίνο και το Παρίσι απέφυγαν να πράξουν το ίδιο.

Όσο για την Κύπρο, παρόλο που ο γάμος μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου δεν αναγνωρίζεται, η τοπική Εκκλησία, όπως και η ελλαδική, δεν είναι πλέον σε κοινωνία με τη Μόσχα. Εν τούτοις, οι σχέσεις Κύπρου-Ρωσίας είναι πολύ διαφορετική υπόθεση από αυτές της Ελλάδας με τη Ρωσία, δεδομένων των ρωσικών στρατηγικών συμφερόντων στην Κύπρο. Η ρωσική επιρροή είναι πράγματι πολύ ισχυρότερη στη Λευκωσία απ’ ότι στην Αθήνα. Από την εποχή της υπό όρους κυπριακής ανεξαρτησίας, η Μόσχα έχει ακολουθήσει μια συνεπή γραμμή, την επιδίωξη, δηλαδή, μια ανεξάρτητης Κύπρου, απαλλαγμένης από ξένα στρατεύματα. Έχει έτσι απειλήσει με στρατιωτική δράση, προκειμένου να αποτρέψει τουρκική εισβολή το 1964 και το 1967. Ο λόγος για τον οποίο δεν επενέβη στρατιωτικά το 1974 ήταν η επιθυμία της να αποτρέψει την απόπειρα της ελλαδικής χούντας να ενώσει την Κύπρο με την Ελλάδα και έτσι να ενισχύσει το ΝΑΤΟ. Αυτή υπήρξε η ρωσική πολιτική έκτοτε, εξ’ ου και η κριτική της για το Σχέδιο Ανάν, το οποίο δεν ήταν πολύ περισσότερο από μια μεταμφιεσμένη απόπειρα να διατηρηθεί η νατοϊκή επιρροή. Ας στραφούμε τώρα στην ισραηλινο-τουρκική σύνδεση.

Το Ισραήλ και η Τουρκία

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο Κίσιντζερ τορπίλισε την προσπάθεια του Λονδίνου να εγκαταλείψει τις βάσεις. Ο συχνά επικαλούμενος λόγος ήταν ότι ο Κίσιντζερ θεωρούσε τις ΠΚΒ ζωτικής σημασίας για την αραβοϊσραηλινή διένεξη. Και έτσι αποδείχθηκαν, με το Ακρωτήρι να χρησιμοποιείται από τους Αγγλοσάξονες για τη μεταφορά όπλων στο Ισραήλ για να εξοντωθούν Παλαιστίνιοι. Η Τουρκία, παρόλες τις φιλο-παλαιστινιακές και αντι-ισραηλινές μεγαλοστομίες του Ερντογάν, έχει κοινό συμφέρον στη διατήρηση των ΠΚΒ, όπως η Τουρκία και το Ισραήλ είχαν κοινό συμφέρον στην από κοινού ανατροπή του Άσαντ (με γενναία οικονομική βοήθεια από το Κατάρ). Και οι δύο χώρες κατέχουν παράνομα τμήματα της Συρίας, ενώ το Ισραήλ στηρίζει διακριτικά την κατοχή εκ μέρους της Τουρκίας ενός τρίτου της Κύπρου. Κοντολογίς, ούτε το Ισραήλ ούτε η Τουρκία στηρίζουν τη ρωσική ιδέα μιας ενωμένης, ανεξάρτητης και ουδέτερης Κύπρου. Ας μπούμε, όμως, τώρα στο ψαχνό και ας αναλογιστούμε το φαινόμενο ‘Τραμπ-Πούτιν’ και πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιήσουν την Τουρκία προκειμένου να επιτύχουν μια λύση στο κυπριακό.

Μία επιχειρηματική λύση;

Η Τουρκία, στηριζόμενη στη στρατηγική της θέση και το μεγέθος του στρατού της, έχει παραδοσιακά ακολουθήσει πολιτική ικανοποίησης όλων των πλευρών, συχνά ισορροπώντας διπλωματικά μεταξύ των αποκλινόντων συμφερόντων της Μόσχας και της Ουάσινγκτον, για τις οποίες είναι εξίσου σημαντική. Η βασική επιδίωξη της Μόσχας στην Κύπρο είναι η κατάργηση των ΠΚΒ – αφού αποτελούν de facto νατοϊκές βάσεις – και η επίτευξη λύσης μέσω μιας ενιαίας αλλά ουδέτερης Κύπρου. Όπως βλέπουμε επί του παρόντος, ο Τραμπ αποδέχεται την επιμονή του Πούτιν για μια ουδέτερη Ουκρανία, όσο απομείνει από την τελευταία όταν σταματήσουν οι εχθροπραξίες. Έτσι, με την επιχειρηματική λογική του Τραμπ, τα παραπάνω θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και στην Κύπρο και τη Μέση Ανατολή. Αν ο Αμερικανός Πρόεδρος αποφασίσει να συμπήξει σχέσεις ισότητας με τη Ρωσία στη Μέση Ανατολή, αξίζει να αναλογιστούμε τα διαφορετικά σενάρια που ενδέχεται να προκύψουν. Επί του παρόντος, η ένταση είναι ψηλαφητή: το Ισραήλ επιθυμεί να παρασύρει τις ΗΠΑ σε μια επίθεση εναντίον του Ιράν, αφού μία ανοιχτή σύρραξη με το Ιράν θα βοηθούσε τις επεκτατικές πολιτικές του Ισραήλ, αποδυναμώνοντας ή και τελειώνοντας μία και καλή με το μεγαλύτερο περιφερειακό του αντίπαλο. Αλλά οι απειλές εγείρουν απαντήσεις, με τη σχέση της Μόσχας με την Τεχεράνη να διασφαλίζει ότι ούτε οι ΗΠΑ ούτε το Ισραήλ θα καταφύγουν σε ανοιχτό πόλεμο με το Ιράν. Γινόμαστε επί του παρόντος μάρτυρες ενός πολέμου απειλών.

Οι στόχοι του Τραμπ και του Πούτιν είναι να εξισορροπήσουν τα συμφέροντά τους στη Μέση Ανατολή. Είναι εδώ που μπαίνει στην εικόνα η Κύπρος. Διάφορα σενάρια μοιάζουν πιθανά, αν και πάντα υποθετικά.

Πρώτον, η Μόσχα, ενοχλημένη από την ξεκάθαρα αντι-ρωσική, υποτελή στάση της Αθήνας, θα μπορούσε να αναγνωρίσει την ‘ΤΔΒΚ’, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που θα την καθιστούσε ουδέτερη και θα όριζε ότι δεν θα επεδίωκε ποτέ ένταξη στο ΝΑΤΟ. Οι βρετανικές βάσεις θα αφήνοντας στα δύο κυπριακά κράτη που θα προέκυπταν και τα ελληνικά και τουρκικά στρατεύματα (ΕΛΔΥΚ και ΤΟΥΡΔΥΚ) θα αποσύρονταν. Η Βρετανία θα ήταν πρόθυμη να ικανοποιήσεις τις επιθυμίες της Ουάσινγκτον, όπως έχει κάνει πάντα από το 1960, ή και από την κρίση του Σουέζ. Θα ήταν σχεδόν αδύνατο για το Εβραϊκό Κράτος να τορπιλίσει τα σχέδια αυτά, καθώς χρειάζεται την υποστήριξη του Τραμπ για την παράνομη κατοχή της Παλαιστίνης και μερών της Συρίας.

Εδώ, μέρος της συμφωνίας θα περιλάμβανε διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο νέων κρατών για την επιστροφή των προσφύγων και των περιουσιών, για τα οποία υπάρχει ήδη σχετικός μηχανισμός. Θα ήταν, φυσικά, δύσκολο εγχείρημα. Σε μεταγενέστερο σημείο, τα δύο κράτη θα διαπραγματεύονταν μια συνομοσπονδία ελβετικού τύπου, καταλήγοντας επιτέλους σε ένα νέο και ειρηνικό κράτος. Η όλη διαδικασία θα μπορούσε, φυσικά, να πάρει χρόνια. Αλλά η Ρώμη δεν χτίστηκε σε μία μέρα. Η τουρκική υπερηφάνεια θα ικανοποιούνταν, ενώ η Ελλάδα θα έπρεπε απλά να πιει το πικρό ποτήρι της προδοσίας της Ρωσίας. Με την κατάργηση της σύνδεσης, εκ μέρους της Τουρκίας, του κυπριακού με τα ζητήματα του Αιγαίου, οι ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις για την υφαλοκρηπίδα θα μπορούσαν να απλοποιηθούν. Σημαντικότατα, θα μειώνονταν δραματικά οι πιθανότητες ελληνοτουρκικού πολέμου, τον οποίο η Ουάσινγκτον πάντα φοβόταν, αφού θα γελοιοποιούσε το ΝΑΤΟ,

Δεύτερον, μία άλλη συμφωνία θα μπορούσε να ορίζει διπλή ένωση. Αλλά αφού αυτό θα ισχυροποιούσε το ΝΑΤΟ, θα ήταν μη αποδεκτό για τη Ρωσία, εκτός και αν το ΝΑΤΟ, στο πλαίσιο μιας νέας δυτικής αρχιτεκτονικής ασφαλείας, μετασχηματιζόταν σε έναν νέο, μη-επιθετικό αμυντικό οργανισμό, με προτεραιότητα τον πολιτισμό αντί για τις κατασκευές και πωλήσεις όπλων. Το τελευταίο φαντάζει, εν τούτοις, κάπως ιδεαλιστικό, δεδομένων των ιδιορρυθμιών της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Συμπερασματικά

Από το 1955, χάρη στη βρετανική επιτυχία να καλλιεργηθεί εχθρότητα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, προκειμένου να παραμείνει η ίδια στην Κύπρο, οι δύο πρώτες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ έχουν φτάσει στα πρόθυρα πολέμου τρεις φορές, πράγμα ανεπίτρεπτο για τις ΗΠΑ, αφού πιθανή σύγκρουση θα ωφελούσε τη Μόσχα καταστρέφοντας τη νότια πτέρυγα της συμμαχίας. Οι έμποροι όπλων και οι μεγαλομέτοχοι, ειδικά στις ΗΠΑ, θα γέμιζαν τα ταμία τους, όπως έχουν κάνει με την παροχή όπλων στην Ουκρανία. Ο πόλεμος είναι καλός για τις επιχειρήσεις, τουλάχιστον για κάποιες, όπως είναι και η απειλή του πολέμου, με την τελευταία να οδηγεί συχνά σε κούρσες εξοπλισμών, όπως συνέβη για παράδειγμα με τον πρόσφατο ανταγωνισμό για απόκτηση επιρροής αναφορικά με την Ουκρανία, μεταξύ Βρετανίας, Γαλλίας, Γερμανίας και Πολωνίας, που συνεπήχθη δραματική αύξηση του στρατιωτικού προϋπολογισμού, προς ζημία της περίθαλψης και των κοινωνικών παροχών.

Εν τούτοις τώρα, με αυτό που μοιάζει όλο και περισσότερο με μια νέα προσέγγιση στα παγκόσμια δρώμενα από την κυβέρνηση Τραμπ, μπορούμε να διακρίνουμε διαφορετικά σενάρια αναφορικά με τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Η παραδοσιακή στάση της Αμερικής στο κυπριακό ζήτημα υπήρξε η διαχείριση ενός συνεχιζόμενου modus vivendi, με παραδόσεις όπλων στις Ελλάδα και Τουρκία με αναλογία 7:10. Όταν ο κόμπος έφτανε ενίοτε στο χτένι, η Αμερική στήριζε συνήθως περισσότερο την Τουρκία από την Ελλάδα, αφού θεωρεί την πρώτη πιο σημαντική για τα στρατηγικά συμφέροντά της στη Μέση Ανατολή, εξ’ ου και η βάση της στο Ιντσιρλίκ, καθώς και η διακριτική ανοχή της στην τουρκική εισβολή και κατοχή της Κύπρου από το 1974.

Αλλά με το πρόσφατα αναπτυσσόμενο ‘επιχειρηματικό κλίμα’ μεταξύ Ουάσινγκτον και Μόσχας, η Κύπρος, όπως και η Ουκρανία, μπορεί κάλλιστα να διευθετηθεί, όσο και να σκούζει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ούτε και μπορεί να αλλάξει η πραγματικότητα από οποιαδήποτε ποσότητα γλωσσικής βουλιμίας και ταυτολογικών φράσεων όπως ‘ποικιλομορφία’, ‘ισότητα’, ‘συμπερίληψη’, ‘πηγαίνοντας μπροστά’, ‘ώμος με ώμο’, ‘παγκόσμιος κόσμος’ και ‘χρονική περίοδος’.

 

Αθήνα, 21 Απριλίου 2025

1

2

3

Συνέχεια ανάγνωσης

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Αναλύσεις5 ώρες πριν

Διαχρονικά επίκαιρος ο Θουκυδίδης στην Ουκρανία

Ο ρεαλισμός διέλυσε για μια ακόμα φορά τις ψευδαισθήσεις που επικρατούν και στη χώρα μας ότι το διεθνές δίκαιο αποτελεί...

Διεθνή5 ώρες πριν

Ρούμπιν: ”Ο αρχηγός του Πακιστανικού Στρατού Ασίμ Μουνίρ, είναι τρομοκράτης σαν τον Οσάμα Μπιν Λάντεν”

«Ειλικρινά, είναι τώρα καθήκον της Ινδίας να κάνει στο Πακιστάν και στην ISI του Πακιστάν ό,τι έκανε το Ισραήλ στη...

Αναλύσεις5 ώρες πριν

Στρατηγική πλήρους τουρκοποίησης-ισλαμοποίησης των Κατεχομένων

Η αλλοίωση του πληθυσμού, η ενίσχυση της θρησκευτικής παρουσίας και τα έργα εξάρτησης συνθέτουν ένα οργανωμένο σχέδιο ενσωμάτωσης.

Διεθνή5 ώρες πριν

Είδηση βόμβα στο Bloomberg! Ο Αλ Σαράα εξέφρασε ενδιαφέρον για την ένταξη της Συρίας στις συμφωνίες του Αβραάμ – Εξομαλύνονται οι σχέσεις με το Ισραήλ;

Επιστολή του Γκολάνι στον Τραμπ μεταφέρει το μέλος των επιτροπών Εξωτερικών Υποθέσεων και Ενόπλων Υπηρεσιών Κόρι Μάιλς

Πολιτική6 ώρες πριν

Συνάντηση με νέους Αρμενικής καταγωγής στο Ευρωκοινοβούλιο

Με αφορμή την 110η επέτειο της Γενοκτονίας των Αρμενίων στις 24 Απριλίου έγινε συζήτηση για τη σημαντικότητα της διατήρησης της...

Δημοφιλή