Ιστορία
26/01/1699 – Συνθήκη Κάρλοβιτς [Karlowitz]: αρχή του τέλους της Οθωμανικής Επέκτασης
Ιωάννης Βιδάκης (i) & Δημήτριος Γεωργαντάς (ii)
26/01/1699 – Συνθήκη Κάρλοβιτς [Karlowitz]:
αρχή του τέλους της Οθωμανικής Επέκτασης
Ιωάννης Βιδάκηςi & Δημήτριος Γεωργαντάςii
Kapela Mira (Παρεκκλήσι της Ειρήνης),
όπου έγινε η διαπραγμάτευση της Συνθήκης του Κάρλοβιτς
Αρχείο: Sremski Karlovci, Kapela Mira.jpg, 30 Μαρτίου 2011
Τοποθεσία: 45° 11′ 51,08″ N, 19° 56′ 25,63″ E
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Γνωρίζουμε το παλαιό αστείο για το πώς η «Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία» δεν ήταν ούτε Ιερή, ούτε Ρωμαϊκή, ούτε Αυτοκρατορία; Θα μπορούσαμε να γράψουμε ένα ανάλογο αστείο για τον «Μεγάλο Τουρκικό Πόλεμο» της περιόδου 1683-1699. Δεν ήταν «μεγάλος», δεν ήταν «τουρκικός» (η άνοδος του τουρκικού εθνικισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν περισσότερο από έναν αιώνα μακριά) και δεν ήταν πόλεμος – στην πραγματικότητα ήταν μια σειρά από συρράξεις.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1680, πολλές ευρωπαϊκές χώρες – συμπεριλαμβανομένης της προαναφερθείσας Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, (ΑΡΑ, Holy Roman Empire (HRE) – η οποία εκείνη την εποχή ελεγχόταν από τους Αυστριακούς Αψβούργους), η Ουγγαρία (ελεγχόμενη επίσης από τους Αψβούργους), η Κροατία (το ίδιο), η Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία, η Ρωσσία, η Βενετία, και ένα σωρό μικρότεροι εταίροι — όλοι εντάχθηκαν σε μια Ιερή Ένωση κατόπιν εντολής του Πάπα Ιννοκεντίου XI (π. 1689). Οι Οθωμανοί, με τη σοφία τους στα τέλη του 17ου αιώνα, κατόρθωσαν να εμπλακούν σε συγκρούσεις με τον καθένα από αυτούς – τους Βενετούς στην Ελλάδα, τους Ρώσσους στην Κριμαία και στο Αζόφ, τους Πολωνούς στη Μολδαβία και τους Αψβούργους στην Αυστρία. Θα ήταν σχεδόν αδύνατο για τους Οθωμανούς να είχαν κερδίσει τόσες πολλές ταυτόχρονες συγκρούσεις στο αποκορύφωμά τους, και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1680, δεν ήταν πλέον στο απόγειό τους, [βλ. https://fx.substack.com/p/today-in-european-history-the-treaty-020].
Στο παρόν κείμενο εξετάζεται η Διεθνής Συνθήκη του Κάρλοβιτς, (Karlowitz ή Carlowitz, 26 Ιανουαρίου 1699), η διευθέτηση ειρήνης που τερμάτισε τις εχθροπραξίες (1683–1699) μεταξύ των Οθωμανών και του Ιερού Συνδέσμου. Η συνθήκη μείωσε σημαντικά την τουρκική επιρροή σε ανατολική-κεντρική Ευρώπη και έκανε εκεί την Αυστρία κυρίαρχη δύναμη. Η συνθήκη συνομολογήθηκε κατόπιν μεσολάβησης Αγγλίας και Ολλανδίας – υπογράφηκε μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφενός και καθεμίας των συνασπισμένων δυνάμενων (Ευρωπαϊκών Δυνάμεων), με σημαντικές συνέπειες και για τους Έλληνες, υπόδουλους και μη.
Εισαγωγικά
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ακολουθώντας ένα μοτίβο ιδιαίτερου ιμπεριαλισμούiii, είχε προσαρτήσει μεγάλο μέρος της Ανατολικής Ευρώπης υπό τον έλεγχο του σουλτάνου Μωάμεθ Δ’, μέσω πολλαπλών επιτυχημένων κατακτήσεων. Μετά την παράδοση από την Πολωνία του μεγαλύτερου μέρους της δεξιάς όχθης της Ουκρανίας το 1681, η αυτοκρατορία συνόρευε με την Πολωνία, την αυτοκρατορία των Αψβούργων και την Ρωσσία. Ανέλαβαν τον άμεσο έλεγχο σε όλη τη νοτιοανατολική Ευρώπη και πολλά ελεύθερα κράτη όπως η Βλαχία, η Τρανσυλβανία και η Μολδαβία είχαν γίνει υποτελείς των Οθωμανών. Κρήτη, Κύπρος, και άλλα μεσογειακά νησιά στρατηγικής σημασίας της Ενετικής Δημοκρατίας είχαν επίσης καταληφθεί.
Το αποκορύφωμα της οθωμανικής προέλασης ήταν η δημιουργία ενός στρατιωτικού διαδρόμου από την Κωνσταντινούπολη, μέσω της τουρκικής ελεγχόμενης Μοραβίας και του Βελιγραδίου, μέχρι το κάποτε φρούριο των Αψβούργων Érsekújvariv στην τότε “Βασιλική Ουγγαρία”. Στον απόηχο αυτού του διαδρόμου υπήρξε και μια εισροή οθωμανικής κουλτούρας, [σχολεία, λουτρά, τζαμιά]. Στο νησί της Χίου, οι Οθωμανοί απαγόρευσαν κάθε ρωμαιοκαθολική λατρεία, μετατρέποντας προηγούμενες καθολικές εκκλησίες σε τζαμιά. Εξέχουσες χριστιανικές προσωπικότητες εκείνη την εποχή, όπως ο Πάπας Ιννοκέντιος ΙΔ’ και ο μοναχός Μάρκο ντ’ Αβιάνο, είδαν αυτές τις εξελίξεις ως σημαντική απειλή για τον Χριστιανισμό.
Φοβούμενος περαιτέρω οθωμανικές επεκτάσεις στην Ευρώπη, ο βασιλιάς Ιωάννης Γ’ Σομπιέσκι της Πολωνίας [Sobieski III, βασιλιάς της Πολωνίας και Μέγας Δούκας της Λιθουανίας από το 1674 μέχρι τον θάνατό του το 1696], προσπάθησε να σχηματίσει συμμαχία με τον Λεοπόλδο Α’ [Leopold I, εκλεγμένος το 1658 – κυβέρνησε την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μέχρι τον θάνατό του το 1705, ο δεύτερος μακροβιότερος αυτοκράτορας των Αψβούργων (46 χρόνια και 9 μήνες)]. Ωστόσο βρήκε αντίθεση στην Πολωνική Δίαιτα, όπου το φιλο-οθωμανικό γαλλικό κόμμα κατείχε σημαντική μειοψηφία. Περαιτέρω διαπραγματεύσεις στην Δίαιτα οδήγησαν σε βία μεταξύ των γερουσιαστών, με το γαλλικό κόμμα να φοβάται ότι μια τέτοια συμμαχία θα περιόριζε την γαλλική επιρροή στην Πολωνία. Αυτοί οι φόβοι αμβλύνθηκαν ελάχιστα από τον όρο ότι η συμμαχία επρόκειτο να ενεργοποιηθεί μόνο εάν Βιέννη ή Κρακοβία απειλούνταν από τους Οθωμανούς. Τελικά μόνο με την υποστήριξη του Πάπα Ιννοκεντίου XI η Πολωνική Αυλή θα υπέγραφε τη Συνθήκη της Βαρσοβίας στις 31 Μαρτίου 1683. Αυτή η υποστήριξη περιελάμβανε παπική επιχορήγηση 200.000 αυτοκρατορικών τάλιρων στην Πολωνία, κινητοποίηση 60.000 στρατιωτών και διορισμό Καρδινάλιου Προστάτη για τον Πολωνό βασιλιά.
Η συμμαχία τέθηκε σε ισχύ μόλις έξι μήνες αργότερα, όταν οι Οθωμανοί πολιόρκησαν για δεύτερη φορά την Βιέννη. Μετά το τέλος της πολιορκίας και την απελευθέρωση της πόλης από τις πολωνικές δυνάμεις, ο Σομπιέσκι έγραψε στον Πάπα Ιννοκέντιο XI μεταφέροντας τον «ασβέστιο ζήλο του για την διάδοση της χριστιανικής πίστης». Παρόλα αυτά, ο Ιννοκέντιος είχε άγχος, φοβούμενος ότι η Βιέννη δεν θα μπορούσε να αντέξει άλλο. Πίστευε ότι χωρίς την βοήθεια της Βενετίας, δεν υπήρχε περίπτωση να αποκρούσει περαιτέρω τουρκικές επιθέσεις. Η Βενετία είχε ήδη εκφράσει την επιθυμία της να συμμετάσχει σε μια αντιτουρκική συμμαχία και επιθυμούσε να ανακτήσει τη μεσογειακή της επικράτεια από τους Οθωμανούς, ωστόσο, μια συμμαχία με την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία περιπλεκόταν από εντάσεις μεταξύ των δύο κρατών σε διάφορα ζητήματα.
Μετά την επιδίωξη της Βενετίας να συμμετάσχει σε μια συμμαχία, η Ιερά Ένωση [Holy League, Λατινικά: Sacra Ligua] σχεδιάστηκε από τον Πάπα Ιννοκέντιο XI. Με πρότυπο τη Συνθήκη της Βαρσοβίας, υποχρέωσε τα μέλη να κινητοποιήσουν τις δυνάμεις τους ενάντια αποκλειστικά σε οθωμανική απειλή και να συνεχίσουν τις εκστρατείες τους έως ότου όλα τα μέλη συμφωνήσουν να κάνουν ειρήνη. Υπεγράφη στις 5 Μαρτίου 1684 στο Λιντς από εκπροσώπους της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας υπό την κυριαρχία της Μοναρχίας των Αψβούργων, της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας και της Βενετικής Δημοκρατίας, ενώ προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν όλα τα χριστιανικά έθνη. Στη συνέχεια στις 24 Μαΐου ο Πάπας έγινε προστάτης του Συνδέσμου: σύμφωνα με τη συμμαχία, «για να δώσουν μεγαλύτερη δύναμη στο ιερό εγχείρημα και να συνδυάσουν τη συμμαχία με άρρηκτους δεσμούς, οι συμμαχικές Δυνάμεις επιλέγουν τον Πάπα και τους διαδόχους του, ως κοινό πατέρα του Χριστιανικού κόσμου, ως προστάτη, εγγυητή και εκπρόσωπο της συμμαχίας». Το όνομα «The Holy League» αποτελούσε όρο προπαγάνδας, ο οποίος υπογραμμίζει τη σταυροφορική φύση του πολέμου που διεξήγαγαν τα μέλη της.
Χάρτης 1: Χάρτης των μελών του Ιερού Συνδέσμου, 1683-1684
Πηγή: https://en.wikipedia.org/wiki/Holy_League_(1684)#/media/File:Map_of_Members_of_the_Holy_League_1684.png
Ο Σύνδεσμος όριζε ότι τα μέλη του θα ενεργούν ανεξάρτητα και ότι θα διατηρούσαν όλη την γη που θα κατακτούσαν. Αυτό αποδείχθηκε δύσκολο για την Βενετία, η οποία πίστευε ότι είχε ανεπαρκή στρατεύματα και έτσι ο Λεοπόλδος Α’ θα διεκδικούσε ενετική γη στην Δαλματία. Αυτό οδήγησε σε μια τροποποίηση έτσι ώστε η Βενετία να λάβει όλη την ανακτημένη γη στην Δαλματία. Οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη και της Ρωσσίας στη συμμαχία ξεκίνησαν στις αρχές του 1684, όταν ο νούντσιος [διαπιστευμένος αντιπρόσωπος του Πάπα προς στις κυβερνήσεις ξένων χωρών] της Πολωνίας Τζιρόλαμο Μπουονβίζι [nuncio Girolamo Buonvisi] είχε αρχίσει να συμφιλιώνει τις σχέσεις της χώρας με την Ρωσσία. Οι προηγούμενοι εδαφικοί πόλεμοι είχαν καταλήξει σε εκεχειρία και οι δύο χώρες δεν είχαν ακόμη επισήμως συνάψει ειρήνη. Η Ρωσσία είχε επίσης επί του παρόντος τον έλεγχο του προηγουμένως πολωνικού Κιέβου, δημιουργώντας δύο εμπόδια που έπρεπε να ξεπεραστούν πριν η Ρωσσία προσχωρήσει σε οποιαδήποτε συμμαχία.
Ο Ιννοκέντιος XI είχε παρόμοιες προθέσεις, στέλνοντας έναν απεσταλμένο στη Μόσχα τον Απρίλιο και τον επόμενο μήνα κατέβαλε χρήματα στους Κοζάκους, με το πρόσχημα ότι θα τους προσέφερε περισσότερα εάν η Ρωσσία προσχωρούσε στη συμμαχία. Αυτές οι απόπειρες διπλωματίας κορυφώθηκαν με την προσωπική πρόσκληση του Πάπα τον Αύγουστο προς την Τσαρίνα Σοφία, καλώντας την Ρωσσία να ενταχθεί στον Ιερό Σύνδεσμο. Αυτό έγινε αποδεκτό στις 26 Απριλίου 1686 μετά από μια συνθήκη ειρήνης με την Πολωνία. Η Ρωσσία προσχώρησε με τον όρο ότι μπορούσε να κρατήσει το Κίεβο από τους Πολωνούς με αντάλλαγμα 1,5 εκατ. φλορίνια, με την απαίτηση να ξεκινήσουν πόλεμο με τους Οθωμανούς πριν από το τέλος του 1686.
Αντίθετα η Γαλλία, [η μεγαλύτερη τότε δύναμη της ηπειρωτικής Ευρώπης], έχοντας αναζωογονήσει τη μακροχρόνια συμμαχία της με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, είχε δηλώσει δημοσίως ότι δεν θα βοηθούσε στην άμυνα έναντι μιας τουρκικής εισβολήςv. Μια συνωμοσία για να εγκατασταθεί ένας Γάλλος πρίγκιπας ως Πολωνός βασιλιάς αποκαλύφθηκε το 1692, η οποία θα είχε αποτρέψει πλήρως την ενεργοποίηση της Ένωσης. Ο βασιλιάς Λουδοβίκος XIV [μονάρχης Γαλλίας 1643 – 1715, γνωστός και ως Βασιλιάς Ήλιος], προσπάθησε να ασκήσει παρόμοιο έλεγχο στον ίδιο τον Λεοπόλδο Α’, διαχέοντας αμφιβολίες για την αναγκαιότητα της συμμαχίας. Όταν αυτό απέτυχε και η συμμαχία ενεργοποιήθηκε, οι Αψβούργοι είχαν μεγάλα εδαφικά κέρδη και επέκτειναν την επιρροή τους περαιτέρω στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Σε απάντηση, η Γαλλία επιτέθηκε στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων το 1688, προσπαθώντας να συνδράμει τους Οθωμανούς δημιουργώντας ένα δεύτερο μέτωπο, διευρύνοντας την επιρροή τους στην Ευρώπη. Αυτός ο εννεαετής πόλεμος θα παρατείνει την παράδοση των Οθωμανών και θα ακρωτηριάσει τις προσπάθειες των Αυστριακών στον «Μεγάλο Τουρκικό Πόλεμο»vi.
Από την άλλη πλευρά, πολλά γερμανικά πριγκιπάτα, στα οποία ο Λεοπόλδος Α’ δεν είχε τον πλήρη έλεγχο, είχαν δεσμευτεί να βοηθήσουν τον Ιερό Σύνδεσμο. Το Βρανδεμβούργο, το οποίο συνήθως συμμαχούσε με την Γαλλία και αντιστεκόταν στον αυτοκρατορικό έλεγχο, υποσχέθηκε 7.000 άντρες και 150.000 αυτοκρατορικά τάλιρα για την επιτυχία του Συνδέσμου το 1685 μετά από εκτενείς διαπραγματεύσεις του Πάπα και του εκλέκτορα του Βρανδεμβούργου. Ομοίως, η Βαυαρία υποσχέθηκε 8.000 άνδρες, η Κολωνία 2.900, η Φραγκονία 3.000, η Σουηβία 1.400, ο Άνω Ρήνος 1.500. Επιπλέον, και παρά το γεγονός ότι δεν ήταν χριστιανικό έθνος, ο Σύνδεσμος είχε αποταθεί στη μακρινή Περσία, επιδιώκοντας να αξιοποιήσει την αντίθεση των σουνιτών Οθωμανών με τους σιίτες Πέρσες. Η πρώτη πρόσκληση ήταν κατά τον αρχικό σχηματισμό της Ένωσης το 1683, την οποία ο Σάχης Σουλεϊμάν της Περσίας απέρριψε με την αιτιολογία ότι τα στρατεύματά του χρειάζονταν για την υπεράσπιση των συνόρων της Περσίας από τις επιδρομές των Κοζάκων. Παρόμοιο αίτημα υπέβαλε ο (Ρωμαιοκαθολικός) Αρχιεπίσκοπος του Ναξιβάν [Archbishop of Naxivan/Nakhchivan] στα τέλη του 1684, το οποίο επίσης απορρίφθηκε. Η ανάγκη της Περσίας να υπερασπιστεί τα σύνορά της από τους Κοζάκους απαλείφθηκε όταν η Ρωσσία προσχώρησε στη συμμαχία και στις 20 Ιουλίου 1686 ο Ιννοκέντιος XI έγραψε για άλλη μια φορά στον Σάχη για να τον ενθαρρύνει να ενταχθεί στην Ένωση. Σε απάντηση, ο Σουλεϊμάν προετοίμασε 30.000 στρατιώτες να βαδίσουν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ισχυριζόμενος ότι «θα εκμεταλλευόταν μια τόσο ευνοϊκή ευκαιρία». Ωστόσο, δεν κατάφερε να ενταχθεί τελικά η Περσία στη συμμαχία.
Πριν την Συνθήκη του Κάρλοβιτς
Θεωρούμενα από πολλούς Ούγγρους ως τα αποφασιστικά σημεία καμπής στην ιστορία της χώρας τους, η νίκη του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς στη μάχη του Μοχάτς το 1526 και η τουρκική κατάκτηση της Βούδας το 1541, οδήγησαν στην διαίρεση του μεσαιωνικού Βασιλείου της Ουγγαρίας μεταξύ της μοναρχίας των Αψβούργων και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που κράτησε για περισσότερο από ενάμιση αιώνα. Ενώ οι δυτικές και βόρειες παρυφές του βασιλείου παρέμειναν υπό την κυριαρχία των Αψβούργων ως «Βασιλική Ουγγαρία», η κεντρική χώρα, συμπεριλαμβανομένης της πρώην πρωτεύουσας της Βούδας, ενσωματώθηκε στο διοικητικό σύστημα των Οθωμανών και το ανατολικό της μισό εξελίχθηκε στο ημιαυτόνομο Πριγκιπάτο της Τρανσυλβανίας, που κυβερνήθηκε από την ουγγρική οικογένεια Báthory, επίσης υπό οθωμανική επικυριαρχία. Κατά την διάρκεια αυτής της λεγόμενης «εποχής της τριχοτόμησης», ο συνεχής πόλεμος μεταξύ των Οθωμανών και των Αψβούργων μετέτρεψε την Ουγγαρία σ΄ ένα διαρκές πεδίο μάχης που κατέστρεψε μεγάλο μέρος της γης και μετέβαλε τη νότια χώρα σε μια ερημιά που κατείχαν μόνο λίγοι Βλάχοι βοσκοί. Η αύξηση του πληθυσμού περιορίστηκε, οι οικισμοί χάθηκαν και η εθνοτική σύνθεση της επικράτειας άλλαξε ριζικά μέσω εκτοπίσεων και σφαγών. Την περίοδο αυτή, η πλειονότητα των Ούγγρων που ζούσαν υπό Οθωμανική κυριαρχία έγιναν Προτεστάντες, καθώς οι προσπάθειες της αντιμεταρρύθμισης των Αψβούργων δεν μπόρεσαν να διεισδύσουν στα οθωμανικά εδάφη και οι Τούρκοι ήταν αδιάφοροι για τα χριστιανικά δόγματα που ασκούσαν οι Ούγγροι υπήκοοί τους. Στην Τρανσυλβανία, εκτός από την εμβέλεια της καθολικής εξουσίας, επιτράπηκε να ανθίσει το λουθηρανικό και το καλβινιστικό κήρυγμα.
Στις αρχές του 17ου αιώνα, η ισορροπία δυνάμεων στην Κεντρική Ευρώπη άρχισε να μετατοπίζεται από τους Οθωμανούς προς τους Αψβούργους. Η ειρήνη του Zsitvatorok, που υπογράφηκε το 1606vii, μεταξύ του αυτοκράτορα και του σουλτάνου Αχμέτ Α΄ διατήρησε λίγο πολύ το εδαφικό status quo, αλλά απάλλαξε τον αυτοκράτορα από τον φόρο προς τον σουλτάνο και επιβεβαίωσε την αδυναμία των Οθωμανών να διεισδύσουν περαιτέρω στα εδάφη των Αψβούργων. Όταν ξέσπασε ο Τριακονταετής Πόλεμος το 1618, η «Βασιλική Ουγγαρία» τάχθηκε στο πλευρό των Καθολικών, ενώ ο Καλβινιστής πρίγκιπας της Τρανσυλβανίας, Γαβριήλ Μπέθλεν [Gabriel Bethlen], ενθαρρυμένος από τους Οθωμανούς, προσχώρησε στην προτεσταντική πλευρά και εισέβαλε στην επικράτεια των Αψβούργων. Αλλά η ήττα του Φερδινάνδου από τους Βοημούς στη Μάχη του Λευκού Όρους το 1620, σε συνδυασμό με την έλλειψη υποστήριξης του Μπέθλεν από τους Οθωμανούς, επέτρεψαν στον αυτοκράτορα να ανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος της Βασιλικής Ουγγαρίας έως το 1621. Τον Αύγουστο του 1664 ο αυτοκράτορας Λεοπόλδος Α΄ υπέγραψε εικοσαετή συμφωνία ειρήνης με τον Μεγάλο Βεζίρη Αχμέτ Πασά. Το σύμφωνο αυτό δεν ανανεώθηκε το 1682.
H πανίσχυρη Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία, παρά το γεγονός ότι δεν συμμετείχε άμεσα στον Τριακονταετή Πόλεμο, ήταν σύμμαχος της Μοναρχίας των Αψβούργων και παρενέβη στην Τρανσυλβανία κατά του Μπέθλεν. Ο νεαρός Οθωμανός σουλτάνος Οσμάν Β’, ο οποίος δεν καλόβλεπε την επιρροή της Πολωνίας στην Ρωσσία και τις επιδρομές των Κοζάκων στους οθωμανικούς οικισμούς, συγκέντρωσε έναν μεγάλο στρατό με σκοπό να ηγηθεί μιας τιμωρητικής εισβολής στην Κοινοπολιτεία. Παρά την υπογραφή της ειρήνης και τις δύο πλευρές που διεκδίκησαν τη νίκη μετά τη Μάχη του Χοτύν [Khotyn, Chocim ή Hotin] το 1621, η συνοριακή περιοχή μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Κοινοπολιτείας παρέμεινε σε κατάσταση «ημιμόνιμου» πολέμου καθόλη την διάρκεια του 17ου αιώνα, με τους Οθωμανούς να απαντούν σε περαιτέρω επιδρομές των Κοζάκων κατευθύνοντας τις υποτελείς τους δυνάμεις των Τατάρων της Κριμαίας εναντίον πολωνικών εδαφών.
Αλλά όταν ο Ουκρανός Hetman Bohdan Khmelnytsky οδήγησε μια εξέγερση των Κοζάκων ενάντια στην πολωνική κυριαρχία το 1648, οι Τάταροι του Χανάτου της Κριμαίας, τότε υποτελές κράτος των Οθωμανών, συμμετείχαν στην εξέγερση, βλέποντάς την ως πηγή αιχμαλώτων προς πώληση. Μέχρι το 1666, το νεοσύστατο Κοζάκικο Χετμανάτο αναγνωρίστηκε ως υποτελές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όταν η Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία, αποδυναμωμένη από πολέμους και εξεγέρσεις, προσπάθησε για άλλη μια φορά να καταλάβει το Κοζάκικο Χετμανάτο το 1670, η Οθωμανική Αυτοκρατορία εισέβαλε στην Ουκρανία σε μια προσπάθεια να αποκτήσει τον έλεγχο της περιοχής. Και παρά το γεγονός ότι ο νεοεκλεγείς Πολωνός βασιλιάς Τζον Σομπιέσκι [John Sobieski] σημείωσε αρκετές νίκες κατά των δυνάμεων του σουλτάνου, η Κοινοπολιτεία αναγκάστηκε να παραχωρήσει μεγάλες περιοχές της Ουκρανίας στους Οθωμανούς, όταν υπογράφηκε η ειρήνη το 1676.
Η συνθήκη με τους Οθωμανούς ξεκίνησε μια περίοδο ειρήνης που ήταν αναγκαία για την ανασύνταξη της Κοινοπολιτείας. Ο Σομπιέσκι κατάφερε να μεταρρυθμίσει πλήρως τον πολωνικό στρατό, το πολωνικό ιππικό υιοθέτησε σχηματισμούς ουσάρων και δραγόνων και αυξήθηκε πολύ ο αριθμός των κανονιών, με την εφαρμογή νέων τακτικών πυροβολικού. Στο μεταξύ, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενισχυμένη από τις επιτυχίες της εναντίον της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, έστρεψε για άλλη μια φορά το βλέμμα της στην Βιέννη. Ο σουλτάνος ανέλαβε εκτεταμένες προετοιμασίες, συμπεριλαμβανομένης της επισκευής και της δημιουργίας δρόμων και γεφυρών που οδηγούσαν στην επικράτεια των Αψβούργων και την πρωτεύουσά της, καθώς και την αποστολή πυρομαχικών, κανονιών και άλλων πόρων απ΄ όλη την αυτοκρατορία στην Ουγγαρία και τα Βαλκάνια.
Μέχρι το 1682, οι συγκρούσεις κατά μήκος των συνόρων που χώριζαν την Αγία Ρωμαϊκή και Οθωμανική Αυτοκρατορία εντάθηκαν και οι εισβολές των δυνάμεων των Αψβούργων στην κεντρική Ουγγαρία παρείχαν το κρίσιμο επιχείρημα στο Μεγάλο Βεζίρη Καρά Μουσταφά Πασά για να πείσει τον Σουλτάνο Μωάμεθ Δ’ να επιτρέψει την εισβολή των Οθωμανών. Αλλά η μακρά αναμονή μεταξύ της επιστράτευσης και της μετακίνησης των στρατευμάτων, παρείχε αρκετό χρόνο στην Βιέννη να προετοιμάσει την άμυνά της και στον αυτοκράτορα να σχηματίσει συμμαχία με τον Πάπα Ιννοκέντιο XI και την Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία. Τον Απρίλιο του 1683, ο Οθωμανικός στρατός, μαζί με δυνάμεις της Τρανσυλβανίας και της Ουγγαρίας, εξαπέλυσαν την ευρεία επίθεσή τους στο έδαφος των Αψβούργων, φθάνοντας στο Βελιγράδι στις αρχές Μαΐου και τελικά πολιόρκησαν την Βιέννη στις 17 Ιουλίου. Στο μεταξύ, ο Σομπιέσκι άρχισε να προετοιμάζει έναν στρατό, ο οποίος παρά την πολυεθνική του σύνθεση, είχε μια αποτελεσματική ηγετική δομή, με επίκεντρο τον Πολωνό βασιλιά.
Ενεργώντας γρήγορα για να σώσουν την πόλη και να αποτρέψουν άλλη μια μακρά πολιορκία, τα συνομοσπονδιακά στρατεύματα πέρασαν στην αυτοκρατορική επικράτεια τον Σεπτέμβριο και έλαβαν θέση στο λόφο Kahlenberg πάνω από την Βιέννη. Μετά από μια ολόκληρη μέρα σκληρών μαχών κάτω από τα τείχη της πόλης, ο Σομπιέσκι ηγήθηκε μεγάλης επίθεσης ιππικού, επικεφαλής 3.000 «φτερωτών Ουσάρων» η οποία επέφερε το αποτελεσματικό κτύπημα και έσωσε την πρωτεύουσα των Αψβούργωνviii.
Σηματοδοτώντας το σημείο καμπής στα 150 έτη αγώνα μεταξύ της Αγίας Ρωμαϊκής και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Μάχη της Βιέννης κλόνισε την οθωμανική ηγεμονία στην Κεντρική Ευρώπη και έθεσε το έδαφος για την ανάκτηση της Ουγγαρίας, της Τρανσυλβανίας και των Βαλκανίων. Πράγματι, ενώ ο Πάπας χαιρέτισε τον Σομπιέσκι ως «Σωτήρα της Βιέννης και του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού», ο πόλεμος με τους Οθωμανούς δεν είχε ακόμη τελειώσει.
Η Συνθήκη του Κάρλοβιτς [Karlowitz]: 26-01-1699
Μετά το σχηματισμό του Ιερού Συνδέσμου, οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις σημείωσαν αρχικά εδαφικά κέρδη και οι επιτυχίες αυτές ώθησαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία να ανοίξει διπλωματικές σχέσεις το 1688, όπου ένας απεσταλμένος στάλθηκε στην αυλή των Αψβούργων, ζητώντας ειρήνη. Με την πλεονεκτική τους θέση οι Αψβούργοι πρότειναν φιλόδοξους όρους ειρήνης, με επίκεντρο την διατήρηση εδαφικών κερδών και την παράδοση του Ούγγρου Emeric Thököly, ηγέτη αποσχιστικών κινημάτων. Παρά τις έξι ημέρες διαπραγματεύσεων, ο απεσταλμένος δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του Σουλτάνου και των Αψβούργων και δεν επιτεύχθηκε ειρήνη. Μετά από αυτήν την αποτυχία και την άνοδο στον θρόνο ενός νέου Σουλτάνουix, οι Οθωμανοί αύξησαν τις στρατιωτικές τους προσπάθειες και δεν είχαν διπλωματική επικοινωνία με το Σύνδεσμο για σχεδόν μια δεκαετία. Τα εδαφικά κέρδη της Ένωσης συνεχίστηκαν και η ήττα των Οθωμανών στη μάχη της Ζένταςx τον Σεπτέμβριο του 1697 οδήγησε σε άμεσες εκκλήσεις για ειρήνη. Το μέγεθος της ήττας ανάγκασε την Οθωμανική Αυτοκρατορία να υπογράψει τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς το 1699, η οποία επιβεβαίωσε την τότε τρέχουσα εδαφική κατοχή κάθε δύναμης.
Η Συνθήκη του Κάρλοβιτς υπογράφηκε στην ομώνυμη τοποθεσία, στρατιωτικά σύνορα του Αρχιδουκάτου της Αυστρίας, [σημερινό Σρέμσκι Κάρλοβτσι/Sremski Karlovci, στη Σερβίαxi], στις 26 Ιανουαρίου 1699, τερματίζοντας τον ονομαζόμενο «Μεγάλο Τουρκικό Πόλεμο» της περιόδου 1683–1697. Σηματοδοτεί το τέλος του οθωμανικού ελέγχου σε μεγάλο μέρος της Κεντρικής Ευρώπης, με τις πρώτες μεγάλες εδαφικές απώλειες, ξεκινώντας την ανατροπή τεσσάρων αιώνων επέκτασης (1299–1683) και εξασφάλισε τη μοναρχία των Αψβούργων ως την κυρίαρχη δύναμη της περιοχήςxii.
Μετά από ένα δίμηνο συνέδριο μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τη μία πλευρά και της Ιεράς Συμμαχίας του 1684, η Υψηλή Πύλη υπέγραψε συνθήκες ειρήνης με την Αυστρία, την Πολωνία και την Βενετία, [τρεις επιμέρους συμφωνίες]. Με βάση το uti possidetisxiii, η συνθήκη επιβεβαίωσε τις εδαφικές κατοχές κάθε δύναμης. Τα 30 άρθρα της αυστρο-τουρκικής συνθήκης όριζαν την παραχώρηση στην αυτοκρατορία της Ουγγαρίας, τερματίζοντας ουσιαστικά την τριχοτόμηση του βασιλείου, (εκτός από το Μπανάτ του Τέμεσβαρ, που οριοθετείται από τους ποταμούς Tisza, Mures και Δούναβη), της Τρανσυλβανίας, Κροατίας και Σλοβενίας. [Οι Αψβούργοι έλαβαν από τους Οθωμανούς το Eğri Eyaletxiv, το Varat Eyaletxv, ένα μεγάλο μέρος του Budin Eyaletxvi, το βόρειο τμήμα του Temeşvar Eyaletxvii και τμήματα του Eyalet της Βοσνίαςxviii. Αυτό αντιστοιχούσε σε μεγάλο μέρος της Ουγγαρίας, της Κροατίας και της Σλαβονίας. Το Πριγκιπάτο της Τρανσυλβανίας παρέμεινε ονομαστικά ανεξάρτητο αλλά υπόκειτο στην άμεση κυριαρχία των Αυστριακών κυβερνητών]. Ο όρος «Βασιλική Ουγγαρία» έπεσε σε αχρηστία μετά τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς, με τους ηγεμόνες των Αψβούργων να αναφέρονται στην πρόσφατα διευρυμένη κυριαρχία με τον πιο επίσημο όρο «Βασίλειο της Ουγγαρίας». Η αυστρο-τουρκική συνθήκη επρόκειτο να διαρκέσει 25 χρόνια. Στο εξής η Βιέννη θα προστατεύεται από το βασίλειο της Ουγγαρίας, που επανήλθε στον ρόλο που είχε στο Μεσαίωνα – πεδίο ανάσχεσης των Οθωμανών. Αυτή η νέα αίσθηση ασφάλειας έγινε εμφανής στη Βιέννη του 18ου αιώνα. Η πόλη επεκτάθηκε έξω από τα τείχη, ο πληθυσμός διπλασιάστηκε (175.000 από 80.000), καθώς η αυλή των Αψβούργων επεκτάθηκε και πολλοί αριστοκράτες μετακόμισαν στην πόλη, η οποία μεταμορφώθηκε αρχιτεκτονικά χάρη στα παλάτια, τις εκκλησίες και τα διοικητικά κτήρια. Από ένα ευάλωτο φρούριο η Βιέννη μεταμορφώθηκε σε μία μπαρόκ μητρόπολη, τη μεγαλύτερη πόλη στην κεντρική Ευρώπη με 200.000 κατοίκους στα τέλη του 18ου αιώνα.
Χάρτης 2: Κεντρική Ευρώπη κατά την βραχυπρόθεσμη ύπαρξη του
Πριγκιπάτου της Άνω Ουγγαρίας του Imre Thököly (1682-1685)
Πηγή: https://en.wikipedia.org/wiki/Teme%C5%9Fvar_Eyalet#/media/File:Central_europe_1683.png
Η τουρκο-πολωνική συνθήκη με 11 άρθρα, αναγνώριζε την ενσωμάτωση στην Πολωνία της Ποντόλια/Ποδολίας, (μέρος Ουκρανίας δυτικά του ποταμού Δνείπερου, το οποίο είχαν κατακτήσει οι Τούρκοι το 1672) συμπεριλαμβανομένου του φρουρίου στο Kamaniçe και επέστρεψε τις κατακτήσεις της στη Μολδαβία. Η τουρκο-βενετική συνθήκη αναγνώριζε με 16 άρθρα την κυριαρχία της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας στην Πελοπόννησο, ως τα παλαιά τείχη του Εξαμιλίου, στον Ισθμό, [ο Μορέας επιστράφηκε στους Οθωμανούς με τη Συνθήκη του Πασάροβιτςxix]. Η Βενετία ανέκτησε το μεγαλύτερο μέρος της Δαλματίας [και του λιμένα Cattaro], τη Λευκάδα, την Αίγινα μαζί με τον Μορέα/Πελοπόννησο, Η Βενετία αναγνώρισε την κυριαρχία των Οθωμανών επί της Στερεάς Ελλάδος και των νήσων του Αιγαίου και υποχρεώθηκε να εκκενώσει τα κατεχόμενα φρούρια της Ναυπάκτου, Αντιρρίου, Μπούκας της Πρέβεζας και Ξηρομερίου, με τον όρο να κατεδαφιστούν, παρά τις ατελέσφορες προσπάθειες του Ενετού πληρεξούσιου για την διατήρησή τους. Δόθηκαν αμοιβαίες εγγυήσεις για την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στον Κορινθιακό κόλπο και στα παράλια του Ιουνίου. Πρόσθετα δόθηκε τέλος στον ετήσιο φόρο των 500 δουκάτων που κατέβαλε η Βενετία από το 1485 για την επικυριαρχία του «Φιόρε του Λεβάντε» (Ζάκυνθος). Δεν υπήρξε συμφωνία για τον Πανάγιο Τάφο, αν και συζητήθηκε στο Κάρλοβιτς.
Οι Τούρκοι και οι Ρώσσοιxx συνήψαν μόνο διετή ανακωχή στο Κάρλοβιτς, αλλά το 1700 υπέγραψαν τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης, που έδωσε το Azov στη Μόσχα, (επιστράφηκε στους Τούρκους το 1711 μετά την αποτυχημένη εκστρατεία του ποταμού Προύθου και την ομώνυμη συνθήκηxxi και αποκαταστάθηκε στην Ρωσσία το 1783) και επέτρεψε επίσης στον τσάρο να ιδρύσει μια μόνιμη διπλωματική αποστολή στην Κωνσταντινούπολη. Ενώ η Ρωσία δεν θα υπέγραφε τη συνθήκη και δεν θα συμφωνούσε σε ανακωχή για άλλον ένα χρόνο, αυτό σήμανε το τέλος της οθωμανικής απειλής για την Βιέννη και την Κρακοβία και επομένως το τέλος της Ιεράς Συμμαχίας. Οι Οθωμανοί διατήρησαν τελικά το Βελιγράδι, το Μπανάτ του Τέμεσβαρ (Τιμισοάρα), καθώς και την επικυριαρχία στην Βλαχία και τη Μολδαβία. Συνεπώς η συνθήκη για τον Τσάρο της Ρωσσίας τον Μέγα Πέτρο, δεν επέφερε συγκεκριμένο ουσιαστικό όφελος. Ωστόσο φέρεται να επωφελήθηκε από τον λεγόμενο πόλεμο της ισπανικής διαδοχής, ώστε να στραφεί σε προγενέστερη πολιτική – έξοδος στην θάλασσα του Αιγαίου, πολιτική την οποία είχε εγκαινιάσει ο Ιβάν ο τρομερός. Έτσι μια νέα γεωπολιτική ανάγκη εμπνέουν τα σχέδια του Μεγάλου Πέτρου που χαρακτηρίζουν την πολιτική του 18ου αιώνα, δηλαδή την πολιτική της ρωσσικής προόδου στον Εύξεινο Πόντο, την οποία και ακολούθησε στη συνέχεια η Μεγάλη Αικατερίνη με κατάληξη το δικαίωμα της ελεύθερης ναυσιπλοΐας.
Εικόνα 1: Η Συνθήκη του Κάρλοβιτς τερμάτισε την τριχοτόμηση της Ουγγαρίας
Πηγή: https://kafkadesk.org/2021/01/26/on-this-day-in-1699-the-treaty-of-karlowitz-ended-the-trisection-of-hungary/
Σταθμός των σχεδίων του Μεγάλου Πέτρου υπήρξε αναμφίβολα η στάση του διορατικότατου πληρεξούσιου στη συνομολόγηση της Συνθήκης του Κάρλοβιτς, Πρ. Βοσνίτσιν, ο οποίος την τελευταία στιγμή μετά τη συνομολόγηση και πριν την υπογραφή της κατάφερε και συμφώνησε με τους πληρεξούσιους της Πύλης για τη σύναψη εκεχειρίας, διάρκειας δύο ετών, εν ονόματι αφενός της «καλής πρόθεσης», (όρος που έγινε αποδεκτός) και αφετέρου επί της «προστασίας των ορθοδόξων λαών» της Βαλκανικής, (όρος που δεν έγινε τότε αποδεκτός, πλην όμως θα υιοθετήσει αργότερα ο Τσάρος). Το γεγονός αυτό είχε πολλά σημαντικά στοιχεία όπως: α. την επίσημη έναρξη διπλωματικών επαφών μεταξύ των δύο πλευρών, που μέχρι τότε δεν υπήρχε, β. την συνέχιση της παραμονής κάποιων ρωσσικών στρατευμάτων στην Βαλκανική και γ. την αμφιβολία περί οριστικής και διαρκούς ειρήνης μεταξύ των δύο αλλόθρησκων αυτοκρατοριών. Ειδικότερα οι Ρώσοι ανεπιτυχώς, κατά τις διαπραγματεύσεις επιχείρησαν να εισαγάγουν σε αυτήν ειδικό άρθρο, με το οποίο θα εξασφάλιζαν στους ορθοδόξους, “Έλληνες, Σέρβους, Βουλγάρους, Σκλαβούνους”, εγγυήσεις διά την ελευθέρα άσκηση της θρησκείας, όπως το είχαν επιτύχει οι Αυστριακοί για τους καθολικούς. Τούτο επιτυγχάνουν αργότερα διά της Συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774).
Η συνθήκη είχε αξιοσημείωτες συνέπειες για τους Έλληνες. Αν και δεν υπήρχε συναφής όρος, η ισχύς της έδωσε την δυνατότητα στους Έλληνες εμπόρους να ξαναρχίσουν το εμπόριο με την Βενετία και την Αυστριακή Αυτοκρατορία, γεγονός που είχε καθοριστικές συνέπειες στην οικονομική αναγέννηση του ελλαδικού χώρου, ύστερα από τις επιτυχείς επιχειρήσεις των Ενετών, (Ιόνιο, Πελοπόννησο και Αιγαίο). Η απόσπαση του Μοριά έστω και για 30 έτη από τους Οθωμανούς [1684-1715] ασφαλώς συνέδραμε στην αναγέννηση της περιοχής. Οι συρράξεις μεταξύ Οθωμανών – Ενετών στον Ελληνικό χώρο αναπτέρωσε κάποιες ελπίδες των υπόδουλων. Επίσης, ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι στην υπογραφή της συνθήκης ένας από τους δύο πληρεξουσίους της Υψηλής Πύλης ήταν ένας Φαναριώτης, ο ιατρός και διερμηνέας Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (1641-1709), γεγονός που σηματοδοτεί την άνοδο των Φαναριωτών στον οθωμανικό κρατικό μηχανισμό κατά τον 18ο αιώνα. Σημειώνεται ότι στο διάστημα όπου οι Βενετοί πολιόρκησαν την Ακρόπολη (23-29 Σεπτεμβρίου 1687) καταλαμβάνοντας την Αθήνα, προκάλεσαν ανεπανόρθωτες καταστροφές στα αρχαία μνημεία. Οι Οθωμανοί κατέστρεψαν το ναό της Αθηνάς Νίκης για να στήσουν κανόνια στην θέση του, όμως η μεγαλύτερη καταστροφή προκλήθηκε όταν μία βενετική οβίδα χτύπησε την πυριτιδαποθήκη των Οθωμανών που βρισκόταν μέσα στον Παρθενώνα προκαλώντας μεγάλη καταστροφή στο ναό, που ως τότε έστεκε σχεδόν ανέπαφος. Η καταστροφή αυτή συνέβη στις 27 Σεπτεμβρίου.
Εικόνα 2: Το επίσημο έγγραφο της συνθήκης
Πηγή: https://en.wikipedia.org/wiki/Treaty_of_Karlowitz#/media/File:Treaty_of_Karlowitz.jpg
Η συνθήκη του Κάρλοβιτς συντάχθηκε υπό τη μεσολάβηση του Ολλανδού Jacob Colyer [1657 – 6/3/1725]xxii και του Άγγλου πρεσβευτή Sir William Paget [10/2/1637 – 26/2/1713]xxiii. Οι Οθωμανοί υπέγραψαν για πρώτη φορά ειρήνη με μακροχρόνιες δυνατότητες. Η εγκαθίδρυση αυτής της ειρήνης εξαρτιόταν καθοριστικά από την προθυμία των Οθωμανών να αποδεχθούν τα θεμέλια της πρώιμης σύγχρονης Ευρωπαϊκής διπλωματίας: την αρχή της uti possidetis. Δεδομένου ότι ήταν ο Ολλανδός Colyer που έπεισε τους Οθωμανούς να αποδεχθούν αυτήν την αρχή, η επιρροή του στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις ήταν σημαντική. Όταν ο Colyer επέστρεψε στο Βελιγράδι, στον πρώτο του σταθμό στην οθωμανική επικράτεια, ήταν το επίκεντρο των εορτασμών, γεγονός που δείχνει ότι οι Οθωμανοί ήταν εξαιρετικά ικανοποιημένοι με τον ρόλο του στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις στο Κάρλοβιτς.
Συστάθηκαν επιτροπές για να ρυθμίσουν τα νέα σύνορα μεταξύ των Αυστριακών και των Τούρκων, με ορισμένα μέρη να αμφισβητούνται μέχρι το 1703. Σε μεγάλο βαθμό μέσω των προσπαθειών του επιτρόπου των Αψβούργων, Luigi Ferdinando Marsili, τα σύνορα της Κροατίας και της Μπίχατς συμφωνήθηκαν μέχρι τα μέσα του 1700 και αυτό στο Temesvár στις αρχές του 1701, που οδήγησε σ΄ ένα σύνορο που οριοθετήθηκε από φυσικά ορόσημα για πρώτη φορά.
Χάρτης 3: Οθωμανικές ήττες 1683-1718
Πηγή: https://fx.substack.com/p/today-in-european-history-the-treaty-020
Η απόκτηση περίπου 60.000 τετραγωνικών μιλίων (160.000 km2) ουγγρικών εδαφών στο Κάρλοβιτς και του Banat του Temesvár 18 έτη αργότερα με τη Συνθήκη του Πασσάροβιτς [Passarowitz, 1718], διεύρυνε τη μοναρχία των Αψβούργων στη μεγαλύτερη έκτασή της σ΄ εκείνο το σημείο, εδραιώνοντας το Αρχιδουκάτο της Αυστρίας ως κυρίαρχη περιφερειακή δύναμη. Αργότερα αυξήθηκε περαιτέρω σε μέγεθος με την απόκτηση πολωνικών εδαφών το 1772 και το 1795, με την προσάρτηση της Δαλματίας το 1815 και με την προσάρτηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης το 1908.
Η Μάχη της Βιέννης το 1683 ξεκίνησε άλλη μια σύρραξη και οδήγησε σε μια αρκετά λανθασμένη αρχή από την Οθωμανική προοπτική και η δεύτερη μάχη του Μοχάκς το 1687xxiv κόστισε στους Οθωμανούς ένα τεράστιο κομμάτι εδάφους στην ανατολική Ευρώπη. Αυτές οι δύο μάχες, με τη Μάχη της Ζέντα το 1697 και την μετέπειτα απώλεια του Αζόφ από την Ρωσσία, ήταν τα κύρια αποτελέσματα διαρκών συγκρούσεων και όλα σε βάρος των Οθωμανών. Ήταν η πρώτη φορά που η Οθωμανική Αυτοκρατορία: α. υπέγραφε συνθήκη (και όχι απλή ανακωχή) με μη-μουσουλμανικό κράτος και β. εγκατέλειπε τόσο μεγάλες εδαφικές εκτάσεις. Για τους επόμενους δύο αιώνες οι Ευρωπαίοι δεν θα ασχολούνταν με την ισχύ της Υψηλής Πύλης, αλλά με την αδυναμία της, καθώς οι γείτονες του σουλτάνου ανταγωνίζονταν για εδαφικά οφέλη σε βάρος της αυτοκρατορίας του. Η φράση «ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης» χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά στα τέλη του φθινοπώρου του 1683, μετά την αποτυχημένη πολιορκία της Βιέννης. Ωστόσο η παρακμή των Οθωμανών κράτησε περισσότερο απ’ ότι αναμενόταν και διακόπηκε από σύντομα διαλείμματα ανάτασης. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία στο εξής αμυνόταν, αλλά παρέμεινε ένας σημαντικός παράγοντας στην Ευρωπαϊκή ιστορία, αν και για διαφορετικούς πλέον λόγους.
Αυτό που παρατηρούμε σε αυτήν την περίοδο είναι περισσότερο η παρακμή μιας απολυταρχικής μοναρχίας, παρά μια μετατροπή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε κάτι που να μοιάζει περισσότερο μ΄ ένα σύγχρονο γραφειοκρατικό κράτος. Οι ήττες των Οθωμανών στον «Μεγάλο Τουρκικό Πόλεμο» δείχνουν μεταξύ άλλων, ότι οι Οθωμανοί δεν ήταν σε θέση να συγκρουστούν σ΄ ένα πολλαπλό μέτωπο εναντίον πολλών Ευρωπαίων εχθρών. Όμως, η αυτοκρατορία κέρδισε ή τουλάχιστον έθεσε σε αδιέξοδο μια σειρά από στρατιωτικές συρράξεις με τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις αργότερα, στις αρχές του 18ου αιώνα. Πήρε το Αζόφ πίσω από την Ρωσσία το 1711, κέρδισε πάλι την Πελοπόννησο από την Βενετία το 1718 και πολέμησε τόσο την Ρωσσία όσο και τους Αψβούργους την δεκαετία του 1730. Ωστόσο αυτά ήταν μάλλον συγκυριακά και οι Οθωμανοί δεν είχαν πια την δύναμη που κατείχαν έναν ή δύο αιώνες νωρίτερα.
Αντί Επιλόγου
Στα τέλη του καλοκαιριού του 1697 ο Οθωμανός σουλτάνος Μουσταφά Β’ οδήγησε μια τελευταία μεγάλη εκστρατεία προς τα βόρεια, αλλά ηττήθηκε αποφασιστικά από τον πρίγκιπα Ευγένιο της Σαβοΐας στη μάχη της Ζέντα (11 Σεπτεμβρίου). Έτσι νικημένος από τους Αυστριακούς και απειλούμενος από τους Ρώσσους, ο σουλτάνος συμφώνησε να διαπραγματευτεί. Το συνέδριο ειρήνης ξεκίνησε στα τέλη του 1698 στο χωριό Κάρλοβιτς, κοντά στο Βελιγράδι για 72 ημέρες. Για πρώτη φορά οι Τούρκοι συμφώνησαν να διαπραγματευτούν μ΄ έναν συνασπισμό ευρωπαϊκών κρατών, να αποδεχθούν τη μεσολάβηση ουδέτερων δυνάμεων και να παραδεχθούν την ήττα τους. Η Ζέντα ήταν μια από τις μεγαλύτερες ήττες των Οθωμανών και σηματοδότησε το τέλος της οθωμανικής κυριαρχίας στην Ευρώπη. Αλλά ο συμβολισμός της συνθήκης του Κάρλοβιτς, η ξεκάθαρη παραδοχή ότι η δυναμική εξουσίας στη σχέση Οθωμανών και Ευρώπης είχε πλέον μετατοπιστεί προς την Ευρωπαϊκή πλευρά, ήταν αναμφισβήτητα πιο σημαντικός από οποιονδήποτε από τους όρους της. Επιπλέον το Κάρλοβιτς αποτελεί ορόσημο στην πορεία τόσο της Ευρωπαϊκής όσο και της Οθωμανικής ιστορίας, καθώς ήταν η πρώτη συνθήκη που οι Οθωμανοί αναγκάστηκαν να συνάψουν με Ευρωπαϊκούς όρους και τερματίστηκε η γεωγραφική τους επέκταση σχεδόν τεσσάρων αιώνων (1299-1683).
Εικόνα 3: Συνθήκη του Κάρλοβιτς [Αυστρία – Οθωμανοί]
Πηγή: https://archive.org/details/generalcollectio00lond/page/290/mode/2up?view=theater (σελ. 292 κ.ε.)
Treaty of Peace concluded between Leopold the most August Emperor of Germany, and Mustapha Han, Sultan of the Turks, by the Mediation of William III, King of Great Britain, and the Lords the States General of the United Netherlands, at the Congress of Carlowitz in the County of Szerem, the 16th of January,1699. In the Name of the most Holy and Undivided Trinityxxv.
Συνθήκη Ειρήνης που συνήφθη μεταξύ του Λεοπόλδου του Αυγούστου Αυτοκράτορα της Γερμανίας και του Μουσταφά Χαν, Σουλτάνου των Τούρκων, με τη μεσολάβηση του Γουλιέλμου Γ’, Βασιλιά της Μεγάλης Βρετανίας, και των Λόρδων των Γενικών Πολιτειών των Ηνωμένων Κάτω Χωρών, στο Συνέδριο του Κάρλοβιτς στην κομητεία Szerem, στις 16 Ιανουαρίου 1699. Στο όνομα της Αγίας και Αδιαίρετης Τριάδας …
Εικόνα 4: Η Συνθήκη του Κάρλοβιτς [Πολωνία – Οθωμανοί]
Πηγή: https://archive.org/details/generalcollectio00lond/page/302/mode/2up?view=theater (σελ. 302 κ.ε.)
Η Συνθήκη του Κάρλοβιτς [στην πραγματικότητα ήταν τρείς], σήμανε το τέλος του Οθωμανικού ελέγχου στην Κεντρική Ευρώπη. Ήταν οι πρώτες μεγάλες εδαφικές απώλειες των Οθωμανών μετά από αιώνες επέκτασης, καθιερώνοντας τη Μοναρχία των Αψβούργων ως την κυρίαρχη δύναμη στην περιοχή, τερματίζοντας ουσιαστικά την τριχοτόμηση της Ουγγαρίας. Η συνθήκη αποτέλεσε ένα ορόσημο στην ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία για πρώτη φορά απώλεσε σημαντικά εδάφη μετά από τρεισήμισι αιώνες επεκτατισμού στην Ευρώπη. Αν και τα οθωμανικά σύνορα στην περιοχή θα περιοριζόταν και θα εξασθενούσαν τα επόμενα 100 χρόνια, ποτέ ξανά δεν θα υπήρχε περαιτέρω απόκτηση εδάφους σε τέτοια κλίμακα που παρατηρήθηκε κατά την διάρκεια της βασιλείας του Μεχμέτ του Πορθητή, του Σελίμ, του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς τον 15ο -16ο αιώνα. Πράγματι, μετά τα μέσα του 1700 τα οθωμανικά σύνορα οριοθετήθηκαν σε μεγάλο βαθμό στα νότια του ποταμού Σάβα και στα Βαλκάνια, και θα περιοριστούν περαιτέρω προς τα νότια καθώς άρχισε ο 19ος αιώνας. Αυτή η παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μεταξύ 1699 και 1914 και η υπαγωγή των χριστιανών υπηκόων της, ιστορικά αναφέρεται ως το «Ανατολικό Ζήτημα».
Εικόνα 5: Η Συνθήκη του Κάρλοβιτς [Βενετία – Οθωμανοί]
Πηγή: https://archive.org/details/generalcollectio00lond/page/308/mode/2up?view=theater (σελ. 309 κ.ε.)
Οι Οθωμανοί ξαναπροσπάθησαν, ενθαρρυμένοι από νίκες κατά Ρώσσων και Ενετών, αλλά οι Αψβούργοι τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν στα Βαλκάνια και μάλιστα πήραν τον έλεγχο του Βελιγραδίου το 1717. Όπως και το 1698, οι στρατοί των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων ήταν πολύ καλύτερα οργανωμένοι από τον Οθωμανικό στρατό. Μετά την απώλεια του Βελιγραδίου, οι Οθωμανοί κατευθύνθηκαν προς μια νέα ειρηνευτική διάσκεψη στην οποία θα αναγνώριζαν τις απώλειές τους, αλλά επεδίωκαν να τις περιορίσουν. Ο Jacob Colyer, ο οποίος κατάφερε να ολοκληρώσει την διάσκεψη ειρήνης στο Κάρλοβιτς, κλήθηκε για άλλη μια φορά ως μεσολαβητής στις διαπραγματεύσεις. Όπως και στις προηγούμενες διαπραγματεύσεις, η οθωμανική αποδοχή του uti possidetis ήταν κρίσιμη για την επιτυχή κατάληξη. Ήταν πρόθυμοι να παραδώσουν όλη την επικράτεια στη Σερβία στους Αψβούργους, γεγονός που κατέστησε δυνατή την επανίδρυση του πρώην Βασιλείου της Σερβίας ως επαρχίας της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων. Τελικά, η ειρηνευτική διάσκεψη στο Πασσάροβιτς ολοκληρώθηκε με τους ίδιους όρους με τις προηγούμενες διαπραγματεύσεις στις οποίες ο Colyer ενήργησε ως μεσολαβητής. Ήταν ο Colyer που έπεισε τους Οθωμανούς να αποδεχθούν την αρχή της uti possidetis και κατέστησε δυνατό να γίνει λόγος για ένα ημιαυτόνομο Βασίλειο της Σερβίας το 1718, μετά από μια μακρά περίοδο οθωμανικής κυριαρχίας. Επιπλέον, οι υπουργοί της Υψηλής Πύλης έδειξαν την ευγνωμοσύνη τους γι΄ αυτήν την επιτυχή ολοκλήρωση, βοηθώντας στην επίλυση μιας Ολλανδικής εμπορικής σύγκρουσης με τους Αλγερινούς. Άλλη μια φορά, ο Colyer αποδείχθηκε κεντρικό πρόσωπο για την προστασία των συμφερόντων του Ολλανδικού εμπορίου στο Λεβάντε [Levant]. Μετά από 36 χρόνια διαμονής στην Κωνσταντινούπολη, ο Jacob Colyer, ο δούκας της Ουγγαρίας, είχε γίνει αναπόσπαστο πρόσωπο τόσο στην εκπροσώπηση του Ολλανδικού εμπορίου στο Λεβάντε όσο και στην διαδικασία διατήρησης της ειρήνης μεταξύ των Οθωμανών και των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων.
Ένθετο 1: The Treaties of Carlowitz (1699) Antecedents, Course and Consequences Series: The Ottoman Empire and its Heritage, Volume: 69 Volume Editors: Colin Heywood and Ivan Parvev Το βιβλίο με τίτλο: «Οι Συνθήκες του Κάρλοβιτς (1699)» περιλαμβάνει πρόσφατες μελέτες για τον πόλεμο της Ιεράς Ένωσης του 1683-1699 κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τις Συνθήκες Ειρήνης του Κάρλοβιτς (1699) και για τον γενικό αντίκτυπο της σύγκρουσης στη σύγχρονη Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Με τις συνεισφορές που γράφηκαν από γνωστούς διεθνείς ειδικούς στον τομέα, ο τόμος καταδεικνύει ότι μερικές φορές σημαντικές συγκρούσεις τείνουν να ξεχνιούνται με τον καιρό, επισκιασμένες από πιο θεαματικούς πολέμους, συνέδρια ειρήνης ή διπλωματικές συμμαχίες. Ο «Μακρύς Πόλεμος» του 1683-1699 είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Με το να ξανασκεφθούμε και να ξαναγράφουμε την ιστορία του πολέμου και την επακόλουθη ειρήνη μεταξύ μιας χριστιανικής συμμαχίας και του οθωμανικού κράτους στα τέλη του 17ου αιώνα, νέες προοπτικές, που εκτείνονται στη σημερινή εποχή, για την ιστορία της Ευρώπης, των Βαλκανίων και η Εγγύς Ανατολή τίθενται σε συζήτηση.
|
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
i Δρ. Τμήματος Ναυτιλίας & Επιχειρηματικών Υπηρεσιών, Σχολής Επιστημών της Διοίκησης, Πανεπιστημίου Αιγαίου (Χίος), MA, MSc., Αρχιπλοίαρχος Οικονομικού Σώματος ΠΝ ε.α.
ii ΜΑ, Msc., Υποναύαρχος Οικονομικού Σώματος ΠΝ ε.α.
iii Ο ιμπεριαλισμός αποτελεί πολιτική επέκτασης του ελέγχου ή της εξουσίας που ασκείται σε ξένες οντότητες ως μέσο απόκτησης ή/και διατήρησης μιας αυτοκρατορίας. Αυτό επέρχεται μέσω άμεσης εδαφικής κατάκτησης ή εποικισμού, ή/και με έμμεσες μεθόδους άσκησης ελέγχου στα πολιτικά, τα οικονομικά δρόμενα άλλων κρατών. [Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την πολιτική επικυριαρχίας ενός έθνους σε άλλες χώρες, ανεξάρτητα από το εάν το έθνος θεωρεί τον εαυτό του μέρος της αυτοκρατορίας].
Περιληπτικά ο Οθωμανικός ιμπεριαλισμός στηρίχθηκε στη στρατιωτική κατάκτηση εδαφών, στη λαφυραγώγηση του πλούτου τους και στην βαριά φορολογία κυρίως των μη-μουσουλμάνων υπηκόων. Όταν η επέκταση των Οθωμανών περιορίστηκε, οι διομολογήσεις, τα δάνεια και οι ανταγωνισμοί των Μεγάλων Δυνάμεων ανέλαβαν τον ρόλο της προσωρινής στήριξης του καθεστώτος.
iv Nové Zámky (Ουγγρικά: Érsekújvár, Γερμανικά: Neuhäus[e], Λατινικά: Novum Castrum, Τουρκικά: Uyvar), πόλη στην περιφέρεια Nitra της ΝΔ Σλοβακίας. Η πόλη βρίσκεται στην παραδουνάβια πεδιάδα, στον ποταμό Νίτρα, σε υψόμετρο 119 μέτρων. Βρίσκεται περίπου 100 χλμ. από την Μπρατισλάβα και περίπου 25 χλμ. από τα ουγγρικά σύνορα. Είναι οδικός και σιδηροδρομικός κόμβος της νότιας Σλοβακίας.
v Ο Φραγκίσκος Α’ της Γαλλίας ηττήθηκε στη μάχη της Παβίας στις 24 Φεβρουαρίου 1525 από τα στρατεύματα του αυτοκράτορα των Αψβούργων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Καρόλου Ε’. Μετά από αρκετούς μήνες στην φυλακή, ο Φραγκίσκος Α’ αναγκάστηκε να υπογράψει τη Συνθήκη της Μαδρίτης. Σε μια στιγμή καμπής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, ο Φραγκίσκος σχημάτισε μια επίσημη γαλλο-οθωμανική συμμαχία με το σουλτάνο Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή εναντίον του Καρόλου Ε’. Η γαλλο-οθωμανική στρατηγική, και μερικές φορές τακτική, συμμαχία διήρκεσε για περίπου τρεις αιώνες. Για να ανακουφίσει την πίεση των Αψβούργων στην Γαλλία, το 1525 ο Φραγκίσκος ζήτησε από τον Σουλεϊμάν να κάνει πόλεμο στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ο δρόμος προς την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία οδηγούσε στην Ουγγαρία. Το αίτημα του Γάλλου βασιλιά συνέπεσε με τις φιλοδοξίες του Σουλεϊμάν στην Ευρώπη και του έδωσε κίνητρο να επιτεθεί στην Ουγγαρία το 1526, οδηγώντας στη μάχη του Μοχάτς.
vi Εννεαετής Πόλεμος (1688-97): η εκστρατεία του Λουδοβίκου στον Ρήνο προκάλεσε τον Λεοπόλδο Α’ και ορισμένους Γερμανούς πρίγκιπες να συνασπιστούν εναντίον του παρασύροντας στη συνέχεια την Αγγλία και την Ολλανδία. Από μερικούς θεωρείται ως ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος καθώς εξελίχθηκε πέραν των θαλασσών της Ευρώπης, στην Β. Αμερική και την Ινδία. Ο Λουδοβίκος κατάφερε να επιτύχει ορισμένες νίκες αλλά ο συγκεκριμένος πόλεμος εξουθένωσε την Γαλλία οικονομικά όπως και την Αγγλία και την Ολλανδία.
vii Στο Zsitvatorok, για πρώτη φορά, ο Οθωμανός σουλτάνος, ο οποίος έφερε τον τίτλο Kayser-i Rûm (Καίσαρας των Ρωμαίων) από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, αναγνώρισε την ισότητα του καθεστώτος του Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας δίνοντάς του τον τίτλο Padishah (Αυτοκράτορας ή κυριολεκτικά, «Master King»), που ήταν ο τίτλος του ίδιου του σουλτάνου. Αυτό θεωρήθηκε ως αποδοχή του divisio imperii στο οποίο η αυτοκρατορική ηγεμονία θα χωριζόταν σε Δυτική (Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία) και Ανατολή (Οθωμανική Αυτοκρατορία). Πριν από τότε, ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας θεωρούνταν απλός Κραλ (βασιλιάς) της Βιέννης στην οθωμανική διπλωματία. Ο επόμενος Ευρωπαίος ηγεμόνας που του αποδόθηκε αυτό το επίπεδο σεβασμού ήταν η Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας στη Συνθήκη του Küçük Kaynarca του 1774.
viii Η πολιορκία της Βιέννης ξεκίνησε στα μέσα Ιουλίου 1683 από τον κύριο όγκο του οθωμανικού στρατού. Ο κόμης Ερνστ Ρούντιγκερ φον Στάρεμπεργκ, επικεφαλής των διασωθέντων δυνάμεων (20.000 άνδρες), αρνήθηκε να παραδοθεί και κλείστηκε στα τείχη της πόλης. Η αποφασιστικής σημασίας μάχη άρχισε στις 11 Σεπτεμβρίου, όταν ολοκληρώθηκε η συγκέντρωση των ενισχύσεων. Οι στρατιωτικοί ηγέτες της πόλης ανέθεσαν στον Σομπιέσκι την διοίκηση του στρατού, που αποτελούνταν πλέον από 30.000 Πολωνούς, 18.500 Αυστριακούς υπό τον Κάρολο Ε΄, δούκα της Λοραίνης, 19.000 Φράγκους, Σουηβούς και Βαυαρούς με διοικητή τον Γεώργιο Φρειδερίκο του Βάλντεκ, και 9.000 Σάξονες με αρχηγό τον Ιωάννη Γεώργιο Γ΄ της Σαξονίας. Συνολικά οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις αποτελούνταν από 75/80.000 άνδρες, έναντι 160.000 Οθωμανών. Στη μάχη οι Τούρκοι έχασαν 15.000 άνδρες και 4.000 οι χριστιανοί. Ο Καρά Μουσταφά πλήρωσε με την ζωή του τα λάθη του: στις 25 του επόμενου Δεκέμβρη, με διαταγή του σουλτάνου, στραγγαλίστηκε στο Βελιγράδι. Ειδικότερα βλ. https://historymania.gr/h-machi-tis-viennis-to-poloniko-ippiko-s/?fbclid=IwAR3l5OL6jKaOzit3z1WcvUAHtHupfz21jNcXV5bFUOtRHPb7Znyj_Y843rU
ix Σουλτάνοι: Αχμέτ Α΄ [21 Δεκεμβρίου 1603 – 22 Νοεμβρίου 1617], Μουσταφά Α΄ [22 Νοεμβρίου 1617 – 26 Φεβρουαρίου 1618], Οσμάν Β΄ [26 Φεβρουαρίου 1618 – 19 Μαΐου 1622], Μουσταφά Α΄ [20 Μαΐου 1622 – 10 Σεπτεμβρίου 1623], Μουράτ Δ΄ [10 Σεπτεμβρίου 1623 – 8 ή 9 Φεβρουαρίου 1640], Ιμπραήμ Α’ [9 Φεβρουαρίου 1640 – 8 Αυγούστου 1648], Μωάμεθ Δ΄ [8 Αυγούστου 1648 – 8 Νοεμβρίου 1687], Σουλεϊμάν Β΄ [8 Νοεμβρίου 1687 – 22 Ιουνίου 1691], Αχμέτ Β΄ [22 Ιουνίου 1691 – 6 Φεβρουαρίου 1695], Μουσταφά Β΄ [6 Φεβρουαρίου 1695 – 22 Αυγούστου 1703].
x Η Μάχη της Ζέντας (σημερινή Σέντα, Σερβία) ήταν η πιο αποφασιστική εμπλοκή του πολέμου και οι Οθωμανοί υπέστησαν συντριπτική ήττα από στράτευμα που είχε σταλεί από τον Λεοπόλδο Α’. Το 1697 έγινε μια τελευταία μεγάλη τουρκική προσπάθεια να κατακτηθεί η Ουγγαρία. Ο σουλτάνος Μουσταφά Β’ ηγήθηκε προσωπικά της δύναμης εισβολής. Σε μια αιφνιδιαστική επίθεση, οι δυνάμεις των Αψβούργων με διοικητή τον πρίγκιπα Ευγένιο της Σαβοΐας προσέβαλαν τον τουρκικό στρατό ενώ βρισκόταν στα μισά του δρόμου, διασχίζοντας τον ποταμό Τίσα στη Ζέντα, 80 μίλια βορειοδυτικά του Βελιγραδίου. Οι δυνάμεις των Αψβούργων προκάλεσαν χιλιάδες απώλειες, διέλυσαν το εχθρικό στρατόπεδο, κατέλαβαν το οθωμανικό θησαυροφυλάκιο και έλαβαν εμβλήματα υψηλής οθωμανικής εξουσίας όπως η Σφραγίδα της Αυτοκρατορίας. Οι απώλειες του Ευρωπαϊκού συνασπισμού ήταν εξαιρετικά περιορισμένες. Ο Ευγένιος ακολούθησε αυτήν τη μεγάλη νίκη με επιδρομή βαθιά στην Οθωμανική Βοσνία.
xi Το Sremski Karlovci είναι μια πόλη και δήμος που βρίσκεται στην περιφέρεια South Bačka της αυτόνομης επαρχίας Vojvodina της Σερβίας. Βρίσκεται στις όχθες του Δούναβη, 8 χλμ. από το Νόβι Σαντ.
xii Η συνθήκη του Κάρλοβιτς συνομολογήθηκε κατόπιν της μεσολάβησης της Αγγλίας και της Ολλανδίας και υπογράφηκε μετά από ένα συνέδριο, πληρεξούσιων αντιπροσώπων, διάρκειας δύο μηνών όπου συνήλθαν σε 36 συνεδριάσεις από 17 Νοεμβρίου 1698 μέχρι τον Ιανουάριο 1699 οι αντιμαχόμενοι [Οθωμανική Αυτοκρατορία και οι συνασπισμένες δυνάμεις του Ιερού Συνασπισμού του 1684], μέσω πληρεξουσίων.
Τη συνομολόγηση της συνθήκης διενήργησαν 7 πρόσωπα, 5 πληρεξούσιοι αντιπρόσωποι των Αυτοκρατόρων και Βασιλέων των Δυνάμεων που είχαν εμπλακεί ένας διερμηνέας και ένας στρατιωτικός σύμβουλος:
α. Πληρεξούσιος της Υψηλής Πύλης ο Ρεϊσούλ-κιουτάμπ, (Reis ül-Küttab, βασιλικός πληρεξούσιος διπλωμάτης), Ρεμί Μεχμέτ Πασάς [Rami Mehmed Pasha], με τον Μέγα Διερμηνέα (μπαστερκρουμάν) Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο,
β. Πληρεξούσιος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ο Κόμης Φραντς Ούρλιχ Κίνσκι [Kinsky] και ο Κόμης Oettingen, Leopold Schlick [de],
γ. Πληρεξούσιος της Δημοκρατίας της Βενετίας: Κάρλο Ρουτζίνι [Carlo Ruzzini],
δ. Πληρεξούσιος της Πολωνίας-Λιθουανίας ο Μαλακόβσκι [Stanisław Małachowski, pl],
ε. Πληρεξούσιος της Ρωσσίας ο Προκόπιτζ Βοσνίτσιν [Prokopiy Wosnitzin.], καθώς και
στ. Ο ουδέτερος στρατιωτικός σύμβουλος, αποδεκτός απ΄ όλες τις πλευρές, Ιταλός στρατιωτικός τοπογράφος και ερευνητής Λουδοβίκος Φερδινάνδος Μαρσίγκλι.
Από τους παραπάνω οι δύο πρώτοι αν και εκπροσωπούσαν την ηττημένη πλευρά εντούτοις δεν ήταν τόσο ενδοτικοί, επιδεικνύοντας σθεναρή αντίσταση στις απαιτήσεις των συνομιλητών τους. Εξ ου και ο λόγος των επαναλαμβανόμενων συσκέψεων, 36 τον αριθμό.
Ο δε Κόμης Κίνσκι, από την πλευρά του μεγάλου νικητή υπήρξε εξ αρχής απόλυτος στις θέσεις του μη- δεχόμενος πολλούς συμβιβασμούς καλύπτοντας και τον πληρεξούσιο της Πολωνίας. Αντίθετα ο Κάρλο Ρούτσι παρά τις πιέσεις που άσκησε δεν κατόρθωσε να πείσει για τις απαιτήσεις του. Ο δε ευφυέστατος πληρεξούσιος της Ρωσσίας αποδείχθηκε ιστορικά ο περισσότερο διορατικός, διαφοροποιώντας την τελευταία στιγμή την ρωσσική θέση στη συνομολόγηση της συνθήκης, μη αφήνοντας έτσι περιθώρια για άλλες τροποποιήσεις. Τέλος ο στρατιωτικός σύμβουλος κατάφερε να περάσει χαρακτηριστικές γεωγραφικές θέσεις που όριζαν σαφέστατα τα νέα σύνορα.
Διαμεσολαβητές Ολλανδική Δημοκρατία, Βασίλειο της Αγγλίας
Γλώσσες: Λατινικά (Holy Roman Empire – HRE και Οθωμανοί)
Οθωμανικά Τουρκικά (Βενετία και Οθωμανοί)
xiii Το Uti possidetis είναι μια έκφραση που προέρχεται από το ρωμαϊκό ιδιωτικό δίκαιο, όπου ήταν το όνομα μιας διαδικασίας που χρησιμοποιήθηκε σε δικαστικές διαφορές σχετικά με την γη. Προήλθε από ένα πραιτορικό διάταγμα που θα μπορούσε να συντομευτεί “Όπως κατέχεις, έτσι θα κατέχεις”. Αργότερα, κατά μια παραπλανητική αναλογία, η φράση μεταφέρθηκε στο διεθνές δίκαιο, όπου είχε περισσότερες από μία σημασίες. Στην Ρώμη, αν δύο μέρη αμφισβητούσαν την κατοχή γης, ο πραίτορας προτιμούσε εκείνον που βρισκόταν στην πραγματική κατοχή, εκτός αν το είχε πάρει από το άλλο με βία, κρυφά ή ως προσωρινή χάρη (nec vi, nec clam, nec precario).
xiv Το Eğri Eyalet ή Pashaluk of Eğri ήταν διοικητική εδαφική οντότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που σχηματίστηκε το 1596 με πρωτεύουσα το Eğri. Περιλάμβανε τμήματα της σημερινής Ουγγαρίας και Σλοβακίας.
xv Το Varat Eyalet ήταν διοικητική εδαφική οντότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που σχηματίστηκε το 1660. Το Varat Eyalet συνόρευε με το Οθωμανικό Budin Eyalet στα δυτικά, το Temeşvar Eyalet στα νοτιοδυτικά, το Egir Eyalet στα βορειοδυτικά.
xvi Το Budin Eyalet ήταν διοικητική εδαφική οντότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Σχηματίστηκε στα εδάφη που κατέκτησε η Οθωμανική Αυτοκρατορία από το μεσαιωνικό Βασίλειο της Ουγγαρίας και το Σερβικό Δεσποτάτο. Πρωτεύουσα της επαρχίας Budin.
xvii Η επαρχία Temeşvar , γνωστή ως επαρχία της Γιάνοβα μετά το 1658, ήταν μια διοικητική μονάδα πρώτου επιπέδου (γιαλέτ) των Οθωμανών, που βρισκόταν στην περιοχή Μπανάτ της Κεντρικής Ευρώπης.
xviii Το Eyalet της Βοσνίας, ήταν διοικητική εδαφική οντότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, βασισμένο κυρίως στην επικράτεια του σημερινού κράτους της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.
xix Συνθήκη ειρήνης που υπογράφηκε στο Ποζάρεβατς, μια πόλη που βρισκόταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (σημερινή Σερβία), στις 21 Ιουλίου 1718 μεταξύ Οθωμανών και της Αυστρίας της μοναρχίας των Αψβούργων και της Δημοκρατίας της Βενετίας. Η συνθήκη είχε ως αποτέλεσμα την εκχώρηση αρκετών οθωμανικών εδαφών στους Αψβούργους και θεωρήθηκε στην εποχή της ως μια εξαιρετική επιτυχία και πηγή υπερηφάνειας στην Βιέννη. Μεταξύ 1714 και 1718, οι Οθωμανοί είχαν νικήσει στις μάχες εναντίον της Βενετίας στην Οθωμανική Ελλάδα και Κρήτη (Οθωμανικός-Βενετικός Πόλεμος ), αλλά είχαν ηττηθεί στο Petrovaradin (1716) από τα αυστριακά στρατεύματα του πρίγκιπα Ευγένιου της Σαβοΐας (Αυστρο-τουρκικός πόλεμος του 1786). Η ειρήνη διευθετήθηκε με την παρέμβαση της Βρετανίας και της Ολλανδικής Δημοκρατίας.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία έχασε το Μπανάτ του Τέμεσβαρ, την δυτική Βλαχία, την βόρεια Σερβία (συμπεριλαμβανομένης της πόλης-φρούριο του Βελιγραδίου ) και το βόρειο τμήμα της Βοσνίας, δηλαδή την περιοχή της Ποσαβίνα από τους Αψβούργους. Οι Αψβούργοι έλαβαν επίσης διαβεβαιώσεις ότι οι έμποροί τους θα μπορούσαν να δραστηριοποιηθούν στην οθωμανική επικράτεια και ότι οι καθολικοί ιερείς θα ανακτούσαν τα ανακληθέντα προνόμια, τα οποία επέτρεπαν στον αυτοκράτορα των Αψβούργων να αναμειγνύεται στις οθωμανικές υποθέσεις μέσω διασυνδέσεων με την εκκλησιαστική κοινότητα και προασπίζοντας την καθολική πίστη. Η Βενετία παραχώρησε τον Μορέα, τα τελευταία φυλάκια που είχαν απομείνει στην Κρήτη και τα νησιά Αίγινα και Τήνος. Η Βενετία διατήρησε μόνο τα Επτάνησα (με τα οθωμανοκρατούμενα Κύθηρα να προστίθενται) και τις πόλεις Πρέβεζα και Άρτα στην ηπειρωτική χώρα. Στην Δαλματία, η Βενετία έκανε κάποιες μικρές προόδους καταλαμβάνοντας τις περιοχές Imotski και Vrgorac στην ενδοχώρα. Η συνθήκη έδωσε στους Αψβούργους τον έλεγχο του βόρειου τμήματος της σημερινής Σερβίας και οι Αψβούργοι καθιέρωσαν το Βασίλειο της Σερβίας ως γη του στέμματος. Ο αυστριακός έλεγχος διήρκεσε 21 χρόνια, όταν οι Τούρκοι κέρδισαν τον Αυστρορωσο-τουρκικό πόλεμο (1735–39). Στη Συνθήκη του Βελιγραδίου του 1739, η Οθωμανική Αυτοκρατορία ανέκτησε την βόρεια Βοσνία, τη Σερβία των Αψβούργων (συμπεριλαμβανομένου του Βελιγραδίου) και τα νότια τμήματα του Μπανάτου του Τέμεσβαρ και η Ολτενία επέστρεψε στην Βλαχία.
xx Το Πριγκιπάτο της Ρωσσίας ή Πριγκιπάτο της Μοσχοβίας, ήταν το ρωσσικό κράτος από την ανάληψη του τίτλου του Τσάρου από τον Ιβάν Δ’ το 1547 μέχρι την ίδρυση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
xxi Η Συνθήκη υπογράφηκε στις 13 Ιουλίου 1700 μεταξύ της Ρωσσίας και των Οθωμανών στην Κωνσταντινούπολη, τερματίζοντας τον Ρωσσο-τουρκικό πόλεμο του 1686-1700. Ο τσάρος Πέτρος ο Μέγας εξασφάλισε την κατοχή της περιοχής του Αζόφ και απελευθέρωσε τις δυνάμεις του για να συμμετάσχουν στον Μεγάλο Βόρειο Πόλεμο. Οι διαπραγματεύσεις είχαν ξεκινήσει το 1698 και ο τσάρος συμμετείχε αυτοπροσώπως, αφού συνήψε διετή ανακωχή με τους Οθωμανούς στο Karlowitz στις 25 Δεκεμβρίου 1698. Το 1699, μια οριστική ρωσσο-οθωμανική διευθέτηση αποτράπηκε από την ασυμφωνία μεταξύ των απαιτήσεων του Πέτρου, που περιελάμβαναν την προστασία των χριστιανών στις οθωμανικές βαλκανικές επαρχίες, τη στρατιωτική θέση της Ρωσσίας, καθώς και την έλλειψη υποστήριξης από τα άλλα μέλη του Ιερού Συνδέσμου. Τελικά συμφώνησαν σε μια εκεχειρία διάρκειας τριάντα ετών, και ο σουλτάνος αναγνώρισε την κατοχή της Ρωσσίας στην περιοχή του Αζόφ, η Ρωσσία απέσυρε τις αξιώσεις της στο στενό του Κερτς , αλλά απαλλάχθηκε από την πληρωμή του ετήσιου φόρου στο Χανάτο της Κριμαίας. Τα φρούρια κατά μήκος του ποταμού Δνείπερου, που κατεδαφίστηκαν από τις ρωσσικές δυνάμεις, επιστράφηκαν στους Οθωμανούς. Η περιοχή του κάτω Dniepr, νότια του Zaporozhian Sich, και η περιοχή μεταξύ Perekop και Miuskiy Gorodok κηρύχτηκε αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη. [Ο σουλτάνος υποστήριξε ότι οι υφιστάμενοί του, οι Τάταροι της Κριμαίας, δεν θα επιτεθούν στην Ρωσσία και ο τσάρος υποσχέθηκε ότι οι υφιστάμενοί του, οι Κοζάκοι του Δον και οι Κοζάκοι του Ζαπορόζ, δεν θα επιτεθούν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία]. Και τα δύο μέρη υποσχέθηκαν να μην κτίσουν οχυρώσεις κατά μήκος των συνόρων. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υποσχέθηκε επίσης να απελευθερώσει Ρώσσους αιχμαλώτους πολέμου. Ο σουλτάνος επέτρεψε περαιτέρω την ελεύθερη διέλευση των Ρώσσων προσκυνητών στους Αγίους Τόπους και ρωσσική διπλωματική αντιπροσωπεία στην Κωνσταντινούπολη.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ενεπλάκη στον πόλεμο εννέα χρόνια αργότερα, όταν ο Κάρολος XII της Σουηδίας ηττήθηκε από τον Μέγα Πέτρο στη Μάχη της Πολτάβα και στη συνέχεια στρατοπέδευσε τα υπολείμματα του στρατού του στο οθωμανικό Μπέντερ. Αυτό οδήγησε σε μια άλλη αντιπαράθεση μεταξύ του σουλτάνου και του τσάρου, με αποκορύφωμα την οθωμανική κήρυξη πολέμου και την ανεπιτυχή ρωσική εκστρατεία στον ποταμό Προύθο. Κατά συνέπεια, η συνθήκη της Κωνσταντινούπολης αντικαταστάθηκε από τη Συνθήκη του Προύθου (1711), με την οποία το Αζόφ επιστράφηκε στον σουλτάνο και στη συνέχεια ισοπεδώθηκε και τη Συνθήκη της Αδριανούπολης (1713), που αποκατέστησε την ειρήνη μεταξύ Ρωσσικής και Οθωμανικής αυτοκρατορίας που είχε προγραμματιστεί να διαρκέσει 25 έτη. Αν και ο σουλτάνος κήρυξε τον πόλεμο στον Μεγάλο Πέτρο τρεις φορές στο διάστημα μεταξύ 1711-13, δεν έλαβε χώρα καμία πραγματική μάχη – έτσι η συνθήκη του Προύθου ουσιαστικά τερμάτισε την οθωμανική επέμβαση στον Μεγάλο Βόρειο Πόλεμο. Με τη συνθήκη αποδεσμεύτηκε ο ρωσσικός στρατός για το νέο μέτωπο που είχε ξεκινήσει στα βορειοδυτικά σύνορα της Ρωσσικής Αυτοκρατορίας (Σουηδία). Οι δε κτήσεις που έχασε ο Τσάρος επανήλθαν αργότερα από την Μεγάλη Αικατερίνη.
xxii Σε μια εποχή που οι διεθνείς επαφές δεν ήταν τόσο φυσικές όσο σήμερα, ο Jacob Colyer και σε μικρότερο βαθμό ο πατέρας του Justinus, έπαιξαν αναπόσπαστο ρόλο στην προστασία των συμφερόντων της Ολλανδικής Δημοκρατίας στο οθωμανικό έδαφος. Κατάφεραν να επεκτείνουν επιτυχώς τη συνθήκη φιλίας, εμπορίου και ναυτικού μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Ολλανδικής Δημοκρατίας που καθιέρωσε ο Cornelis Haga το 1612, ένα επίτευγμα που ήταν προνομιακό μόνο στους Ολλανδούς και τους Άγγλους, και αργότερα επίσης στους Γάλλους. Συνολικά, ήταν και οι δύο ικανοί να εκπληρώσουν το πρωταρχικό καθήκον ενός πρώιμου σύγχρονου πρεσβευτή: την βελτίωση των εμπορικών σχέσεων μεταξύ της πατρίδας τους και της ξένης χώρας διαμονής. Ενώ η επιρροή του Justinus Colyer περιοριζόταν στα συμφέροντα της Ολλανδικής Δημοκρατίας, ο γιος του Jacob αναδείχθηκε σε σημαντικό πρόσωπο στην ιστορία των σχέσεων μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών και της Υψηλής Πύλης στην πρώιμη σύγχρονη εποχή. Όπως υποδηλώνει η επιρροή του στην Κωνσταντινούπολη και ο τίτλος του «Δούκας της Ουγγαρίας», ο Colyer έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους Οθωμανούς και από τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις, [βλ. https://www.sultanstrail.net/en/peacekeeping-between-east-and-west-in-the-17th-century/]
xxiii Μεγαλύτερος γιος του William Paget, 5ου βαρώνου Paget και της Lady Isabella Rich, κόρης του Henry Rich, 1ου Earl of Holland, πρεσβευτής της Αγγλίας στην Βιέννη την περίοδο 1689 – 1692. Διορίστηκε πρεσβευτής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στην Κωνσταντινούπολη τον Ιούνιο του 1692. Αναχώρησε από την Αγγλία στα μέσα Σεπτεμβρίου, ταξίδεψε μέσω Βιέννης, από την οποία αναχώρησε στις 12 Δεκεμβρίου, φθάνοντας στην Αδριανούπολη στις 30 Ιανουαρίου 1693.
xxiv Η δεύτερη μάχη του Mohács, επίσης γνωστή ως Μάχη του όρους Harsány, διεξήχθη στις 12 Αυγούστου 1687 μεταξύ των δυνάμεων του Οθωμανού σουλτάνου Mehmed IV, με διοικητή τον Μεγάλο Βεζίρη Sari Süleyman Paşa, και τις δυνάμεις του αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Λεοπόλδου Α΄, με διοικητή τον Κάρολο της Λωρραίνης. Το αποτέλεσμα ήταν μια καθοριστική νίκη για τους Αυστριακούς. Η μάχη αυτή επέτρεψε στους Αψβούργους να κατακτήσουν μεγάλες περιοχές, συμπεριλαμβανομένου του μεγαλύτερου μέρους της σημερινής Τρανσυλβανίας. Η αποφασιστική Μάχη της Ζέντα, μια δεκαετία αργότερα, σφράγισε τη μοίρα των Οθωμανών στην Ευρώπη.
xxv IN perpetual Memory of the Thing, Be it known to all to whom it doth appertain, That after sixteen Years cruel and destructive War, between the most Serene and most Potent Prince and Lord Leopold [with his full Titles] on the one part, and the most Serene and most Potent Prince and Lord, Sultan Mustapha Han, Emperor of the Turks, and of Asia and Greece and his glorious Predecessors on the other part ; the said most Potent Emperors considering how much Blood has been spilt, and how many Provinces have been laid waste, taking Compassion at the assisted Condition of their Subjects, and being seriously inclined to put an end to such great Calamitys increasing every Day to the Danger of Mankind, God thro his Mercy has permitted, that by the Mediation of the most Serene and most Potent Prince and Lord William III, King of Great Britain, France and Ireland, and the High and Mighty Lords the States General of the United Provinces of the Netherlands, solemn Treatys should for this Cause be set on foot, and concluded at Carlowitz in Sirmium, near the Confines of both Empires ; where the Persons lawfully constituted Ambassadors Plenipotentiary, appearing together, viz, in the Name of his Sacred Imperial Majesty of the Romans, the most Illustrious and most excellent Lords, the Lord Wolfgang, Count of the Holy Roman Empire, by the Title of Count of Ottingen, Lord of the Bed- Chamber to his Sacred Imperial Majesty, Privy Counsellor and President of the Imperial Aulic Council ; and the Lord Leopold Soblick, Count of the Holy Roman Empire, with the Title of Count of Passaw and Weskirchen, a Lord of the Bedchamber also to his said Sacred Imperial Majesty, and Colonel of a Regiment of Dragoons, both deputed Ambassadors Extraordinary, and Plenipotentiary’s for a Treaty of Peace with the Ottoman Porte : And in the Name of his Imperial Ottoman Majesty, the most illustrious and excellent Lords, the Lord Mebeiner Effendi, High Chancellor of the Ottoman Empire, and the Lord Alexander Mauro Cordato, of the Noble House of the Scariati Privy Counsellor and Secretary of the said Empire, with the Intervention and good Offices of the most illustrious and excellent Lords, the Lord William Paget, Baron of Beaudefert, for the most Serene King of Great Britain, and Heer James Colyer for the High and Mighty States General of the United Netherlands, both Ambassadors at the sublime Ottoman Porte, and plenipotentiary’s for re-establishing a universal Peace ; who discharged the Mediatorial Office with Integrity, Diligence and Wisdom, and after invoking the Help of the everlasting God, and duly exchanging their Credentials, have to the Glory of the Divine Being, and to the Welfare of both Empires, agreed on the twenty following Articles of mutual Peace and Concord.
Ιστορία
Πιέσεις στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση να ανοικτούν τα πρακτικά της Δίκης των Ελλήνων που εκτελέστηκαν στην Αμάσεια το 1921
Ο Τούρκος βουλευτής Ισκεντέρ Μπαϊχάν ζήτησε από τη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση, να ανοιχτούν τα πρακτικά των Δικαστηρίων της Αμάσειας, τα οποία οδήγησαν σε εκτέλεση Ελλήνων που αποτέλεσαν σημαντικές προσωπικότητες στον Εύξεινο Πόντο.
Τουρκία: Ανοίξτε τα πρακτικά της Δίκης Ελλήνων που εκτελέστηκαν! Ο Τούρκος βουλευτής Ισκεντέρ Μπαϊχάν ζήτησε από τη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση, να ανοιχτούν τα πρακτικά των Δικαστηρίων της Αμάσειας
Στόχος η ταυτοποίηση όλων των εκτελεσθέντων της Αμασείας ώστε να ανευρεθεί ο ομαδικός τάφος όπου ερρίφθησαν οι σοροί των Ελλήνων μαρτύρων μετά την εκτέλεση στην αγχόνη για να μπορέσουν οι συγγενείς τους με την μέθοδο του DNA να τακτοποιήσουν καταρχάς τα υπολείμματα και αμέσως μετά να τα θάψουν με τις πρέπουσες Θρησκευτικές τιμές
Του Χρήστου Κωνσταντινίδη
Μία πολύ σημαντική κίνηση βρίσκεται σε εξέλιξη στην Τουρκία, την ώρα που ολόκληρος ο κόσμος είναι με κομμένη την ανάσα, λόγω της κορύφωσης της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή μεταξύ του Ισραήλ και του Ιράν, με τους πληρεξούσιούς του (Χεζμπολάχ, Χούθι, Χαμάς). Ο Τούρκος βουλευτής του Emek Partisi, του Εργατικού Κόμματος που εξέλεξε 8 βουλευτές στις εκλογές του Μαΐου του 2023, Ισκεντέρ Μπαϊχάν ζήτησε από τη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση, να ανοιχτούν τα πρακτικά των Δικαστηρίων της Αμάσειας, τα οποία οδήγησαν σε εκτέλεση Ελλήνων που αποτέλεσαν σημαντικές προσωπικότητες στον Εύξεινο Πόντο. Η εξέλιξη προέκυψε μετά από άρθρο του Τούρκου συγγραφέα, ερευνητή, ιστορικό και οικονομολόγο, Νεβζάτ Οναράν με θέμα τα Δικαστήρια της Αμασείας το 1921 και την απόδειξη της άμεσης εμπλοκής του Μουσταφά Κεμάλ.
Ο Οναράν (Φώτο αριστερά) αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης, από τη Σχολή Οικονομικών Επιστημών. Εργάστηκε ως λογιστής για ένα διάστημα και στη συνέχεια ως οικονομικός ρεπόρτερ για πολλές εφημερίδες και περιοδικά, συμπεριλαμβανομένης της Ozgur Gundem του PKK και της Evrensel, ενώ προσφάτως αρθρογραφεί στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας “Duvar”. Στην Τουρκία είναι γνωστός για την πολύχρονη εργασία του πάνω στο ζήτημα της Γενοκτονίας. Τον περασμένο Μάιο μίλησε στη Θεσσαλονίκη και στη Δράμα σε εκδηλώσεις με αφορμή την ημέρα μνήμης της 19ης Μαΐου με τίτλο της ομιλίας του: «Η δεύτερη φάση της εκκαθάρισης των Χριστιανών από την Ανατολία 1919-1922».
Παρατημένα στις αποθήκες της Εθνοσυνέλευσης τα πρακτικά
Στο άρθρο του αναδεικνύεται πόσο σημαντικά ήταν τα Δικαστήρια της Αμασείας για την ολοκλήρωση του σχεδίου Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Μη κυβερνητική οργάνωση Ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία που ενεργοποίησε το σωματείο Δράσης Νίκος Καπετανίδης με την νομιμοποίηση του αιτήματος από τον απόγονο του Εθνομάρτυρα Νίκου Καπετανίδη, Κώστα Καπετανίδη, έκανε έρευνα στα επίσημα Τουρκικά αρχεία ζητώντας τα πρακτικά των Δικαστηρίων της Αμασείας. Όπως ενημέρωσε ο Τούρκος βουλευτής του Emek Partisi στην Κωνσταντινούπολη Ισκεντέρ Μπαϊχάν, τα 40 σακκιά εγγράφων δεν έχουν ακόμα ταξινομηθεί στα αρχεία και αποθήκες της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης από το 1921 !
«Θα ήθελα να ευχαριστήσω το προσωπικό που έκανε τις απαραίτητες εργασίες και πληροφορίες στο Αρχείο της (τουρκικής) Βουλής. Έμαθα ότι οι διαδικασίες ταξινόμησης και ψηφιοποίησης των εγγράφων στα 77 κουτιά αρχείων που σχετίζονται με τον πρώτο τόμο του Δικαστηρίου Ανεξαρτησίας της Αμάσειας στα Αρχεία της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης της Τουρκίας δεν έχουν ολοκληρωθεί. Ελπίζω να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατό η ταξινόμηση του φακέλου σχετικά με την απόφαση αυτή. Δυστυχώς είναι καθυστερημένη δουλειά. Πέρασε ένας αιώνας, τι άλλο να περιμένουμε; Οι ερευνητές θα πρέπει να έχουν εύκολη πρόσβαση στα αρχεία του Δικαστηρίου Ανεξαρτησίας και σε παρόμοια έγγραφα. Αυτή είναι μια ιστορική ευθύνη», αναφέρει σε δήλωσή του ο συγγραφέας Νεβζάτ Οναράν.
Στόχος η ανεύρεση του ομαδικού τάφου
Όπως αναφέρει σε σχετικό δελτίο Τύπου το Σωματείο Δράσης Νίκος Καπετανίδης, “προφανώς τα πρακτικά αυτά υπάρχει λόγος που τόσα χρόνια έχουν μείνει στα υπόγεια χωρίς ψηφιοποίηση. Οι Τούρκοι είναι απόλυτα σαφές ότι έχουν χιλιάδες στοιχεία καθώς τα κατέγραφαν όλα συστηματικά. Άρα το ζήτημα της άσκησης πίεσης στο εσωτερικό της για την αποδέσμευση των εξαιρετικά σημαντικών αποδεικτικών στοιχείων είναι το μεγαλύτερο βήμα για την Αναγνώριση της Γενοκτονίας μέσα στην Τουρκία από ομάδες, πρόσωπα και οργανώσεις που αναζητούν επίσης την αλήθεια!”
Το σωματείο Δράσης Νίκος Καπετανίδης έχει θέσει ως στόχο την ταυτοποίηση όλων των εκτελεσθέντων της Αμασείας με όλα τα βιογραφικά τους στοιχεία, εκ των οποίων ο Νεβζάτ Οναράν έχει ήδη εξακριβώσει 174, ώστε να ανευρεθεί ο μαδικός τάφος όπου ερρίφθησαν οι σοροί των Ελλήνων μαρτύρων μετά την εκτέλεση στην αγχόνη για να μπορέσουν οι συγγενείς τους με την μέθοδο του DNA να τακτοποιήσουν καταρχάς τα υπολείμματα και αμέσως μετά να τα θάψουν με τις πρέπουσες Θρησκευτικές τιμές.
Δεν αγωνίζονται Έλληνες αλλά Τούρκοι βουλευτές για την ανάδειξη του θέματος
Ιστορία
Το σύνδρομο της ύβρεως
Μακάριος, ψευδαισθήσεις, εν αναμονή εισβολής
γράφει η Φανούλα Αργυρού*
« Ο Μακάριος άρχισε να επαναφέρει δημαγωγικά και εποχιακά την αξίωση για Ένωση σε μια άχαρη, άγονη και απολίτικη προσπάθειά του να λυτρωθεί από τις σκληρές κατηγορίες των πολιτικών αντιπάλων του ότι πρόδωσε την Ένωση για να γίνει Πρόεδρος του κράτους…την συντήρηση ψευδαισθήσεων, την εποχική συνθηματολόγηση, την πλήρη παραγνώριση της Τουρκίας και των επεκτατικών αλαλαγμών της, την έκαναν δόγμα όλοι οι συνεργάτες του Μακαρίου… Η δημοκρατία δεν λειτουργούσε…με τις πρώτες προεδρικές εκλογές του 1968 και τις πρώτες βουλευτικές του 1970 , άρχισε δειλά δειλά και νοθευμένα να λειτουργεί μια στοιχειώδης δημοκρατική ζωή, αλλά και πάλι κάτω από τη σκιά του Μακαρίου, που έλεγε τα πάντα. «Η Κύπρος είμαι εγώ…». Όποιος διαφωνούσε μαζί του στιγματιζόταν από τους φανατικούς οπαδούς του ως αντιμακαριακός και επικίνδυνος. Όταν ο ίδιος διακήρυττε την Ένωση ήταν πατριώτης και εθνάρχης , ενώ όταν οι αντίπαλοι του διακήρυτταν ακριβώς τα ίδια με εκείνον ήταν αντιμακαριακοί, ακραίοι, εθνικιστές και επικίνδυνοι…» («7 Προεδρικά Πορτραίτα» Κ. Ν. Χατζηκωστή 2023).
Αυτό το μικρό απόσπασμα συμπλήρωμα για το Α’ και Β’ μέρος που προηγήθηκαν.
Το τουρκικό έγγραφο για πραξικόπημα εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας
Έγγραφο που αποκάλυψε το προμελετημένο τουρκικό έγκλημα εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, με υπογραφές του αντι-προέδρου της Κύπρου Δρ. Φαζίλ Κουτσουκ και προέδρου της Κοινοτικής Συνέλευσης Ραούφ Ντενκτάς 13 Σεπτεμβρίου 1963, βρήκαν οι αρχές της ΚΔ στο γραφείο του Τουρκοκύπριου υπουργού Γεωργίας Φαζίλ Πλουμέρ. Στην βιασύνη του να το εγκαταλείψει στις 22 Δεκεμβρίου 1963 εγκατέλειψε αριθμό εγγράφων. Το περιεχόμενο του εγγράφου το οποίο προηγήθηκε των προτάσεων Μακαρίου με τα 13 σημεία, κατέγραφε τις τουρκικές εγκληματικές, κακόβουλες και προσχεδιασμένες προθέσεις εναντίον των Ελληνοκυπρίων και της Κυπριακής Δημοκρατίας. (Δημοσίευση στο βιβλίο του πρώην Υπ. Άμυνας Χριστόδουλου Βενιαμίν «Τα δύσκολα χρόνια – Αναμνήσεις μιας ζωής» και Φ.Α. «Διζωνική vs Δημοκρατία 1955-2019»).
Καθώς εξελισσόταν το τουρκικό πραξικόπημα για διάλυση της ΚΔ και αντικατάστασής της με δύο ομόσπονδα κράτη, έγραφε πλέον ο κυπριακός τύπος:
Φιλελεύθερος – 21 Φεβρουαρίου 1964: « Το σατανικό σχέδιο –Δημιουργία τουρκικής Κυπριακής Δημοκρατίας –ΤΟ ΕΓΓΡΑΦΟΝ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΣΥΝΩΜΟΣΙΑΣ- Πλήρης συνεργασία της Τουρκίας δια την εφαρμογή της ανταρσίας προς κατάλυση της Δημοκρατίας (Αναφερόταν στο έγγραφο που βρέθηκε στο γραφείο του Τουρκοκύπριου υπουργού Plumer).
Φιλελεύθερος – 23 Φεβρουαρίου 1964: ΣΥΝΤΑΡΑΚΤΙΚΑΙ αποκαλύψεις της συνωμοσίας ΑΠΡΟΚΑΛΥΠΤΟΣ η συνενοχή της Τουρκίας – ΘΑ ΜΑΣ ΕΠΕΒΑΛΛΕΤΟ Ο ΤΟΥΡΚΙΚΟΣ – Συμφώνησαν μετά του Μεντερές προ της υπογραφής των συμφωνιών Ζυρίχης επί της «τελικής λύσεως» (Η αναφορά αυτή καλύπτει την μυστική συμφωνία Βρετανού υπ. Αποικιών και Τούρκου πρωθυπουργού Menderes στην Κωνσταντινούπολη στις 16 Δεκεμβρίου 1956).
27 Φεβρουαρίου 1974: Η βρετανική Υπάτη Αρμοστεία στην Λευκωσία ανέφερε στο Λονδίνο ότι τα πράγματα στην Κύπρο χειροτέρευσαν λόγω της διαμάχης για την «ομοσπονδία» και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος σε τελευταία δήλωσή του σε Βέλγο δημοσιογράφο στις 20 Φεβρουαρίου είπε: « Οι τουρκικές απαιτήσεις θα οδηγήσουν αναπόφευκτα σε πολιτική και γεωγραφική διχοτόμηση».
Ελευθερία – 23 Απριλίου 1964: « Επιβεβαίωσης χθεσινών τηλεγραφημάτων της «Ελευθερίας» Η ΒΡΕΤΑΝΙΑ ‘ΑΠΕΦΑΣΙΣΕ’ ΔΙΧΟΤΟΜΗΣΙΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
ΤΑΥΤΟΣΗΜΟΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΙ ΤΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ ‘ΤΑΙΜΣ’ ΚΑΙ ‘ΝΤΕΙΛΥ ΤΕΛΕΓΚΡΑΦ’ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΑΙ ΕΚ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΟΥ ΒΡΕΤΑΝΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ – ΔΙΑ ΤΟΝ ΔΙΑΜΕΛΙΣΜΟΝ ΕΔΡΑΣΕ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΑΚΩΣ Ο ΠΙΚΑΡΝΤ, ΟΠΙΣΘΕΝ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΕΥΡΙΣΚΕΤΑΙ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΠΟΛΙΤΕΙΑΣ …
Φιλελεύθερος 28 Φεβρουαρίου 1964: Κύριο άρθρο – ΚΑΙ ΠΑΛΙΝ Η ΚΑΤΟΧΗ.- Αναφέρει «… Οι Άγγλοι σήμερον διεκπεραιώνουν μόνοι των το κοινό σατανικό σχεδόν της στρατιωτικής κατακτήσεως της Κύπρου και του αποικιοκρατικού διαμελισμού της μπροστά στα μάτια μας…»
Φιλελεύθερος 1 Απριλίου 1964: «Άγγλοι σκανδαλοθήραι ενσπείρουν ανησυχίας όσον αφορά τα καθήκοντα της εις Κύπρο δυνάμεως του ΟΗΕ».
Μάχη, 1 Μαΐου 1964: «Βρετανοί και βρετανίδες ενίσχυαν παντοιοτρόπως τους τρομοκράτες Πενταδακτύλου – 8η σελίδα – Και άλλο επεισόδιο μεταφοράς Τούρκων δι’ αυτοκινήτου της ΡΑΦ»
Ελευθερία 16 Μαΐου 1964: «Ο Αγγλικός Τύπος ενθαρρύνει την Τουρκία να διενεργήσει αποβάσεις εις την Κύπρο».
Επιστολή Μακαρίου προς τουρκική κυβέρνηση
Την 1η Απριλίου 1964 ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος επανήλθε στο θέμα της Συνθήκης Συμμαχίας και έστειλε επιστολή στην τουρκική κυβέρνηση ενημερώνοντάς την για την απόφασή του να τερματίσει τη Συνθήκη επικαλούμενος τις δραστηριότητες και ανάμιξη της τουρκικής δύναμης στα γεγονότα από τις 25 Δεκεμβρίου 1963 και μετά που αποτελούσαν παραβίαση των όρων εντολής της Συνθήκης. ΄Όμως με κανένα αποτέλεσμα…
Μεσολάβηση Ντίν Άτσεσον Αύγουστος 1964: Ναυάγησε καθώς τα προτεινόμενα απέρριψαν πρώτοι οι Τούρκοι, ο Μακάριος και τελικά και η Ελληνική Κυβέρνηση με τη χαριστική βολή από το Λονδίνο προς τον Αμερικανό ΥΠΕΞ να τερματιστεί η προσπάθεια. Και πως δίχως την αποδοχή της Τουρκίας δεν μπορούσε να προχωρήσει. Δεν υπήρχε εν πάση περίπτωση καμία πιθανότητα γνήσιας Ένωσης…
Κοφίνου
Στο χωριό Κοφίνου στη περιοχή Λάρνακας δημιουργήθηκε ένα ισχυρό στρατιωτικό προπύργιο των Τουρκοκυπρίων. Ήταν μία διαρκής εστία επεισοδίων. Η κυπριακή κυβέρνηση ζήτησε βοήθεια από την ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ αλλά καθυστερούσε και στις 14 Νοεμβρίου 1967 ο πρόεδρος Μακάριος διέταξε τον Γεώργιο Γρίβα να επέμβει με την Εθνική Φρουρά. Ο Γρίβας, ο οποίος ήταν ο στρατιωτικός διοικητής των κυπριακών στρατιωτικών δυνάμεων δεν δεχόταν, πίστευε ότι ήταν δουλειά της Αστυνομίας, όμως, η κυβέρνηση Μακαρίου επέμενε να αναλάβει ο στρατός οπόταν και υπάκουσε. Ο Γρίβας έστειλε ισχυρές δυνάμεις, πρώτα επιτέθηκε στο μικτό χωριό Άγιος Θεόδωρος και κατέλαβε σχεδόν χωρίς μάχη την τουρκοκυπριακή συνοικία. Στη συνέχεια προχώρησε στο γειτονικό χωριό Κοφίνου όπου σκοτώθηκαν 24 Τουρκοκύπριοι και 9 τραυματίστηκαν, σκοτώθηκε ένας Ελληνοκύπριος και τραυματίστηκαν 2…
Ο Βρετανός ΄Υπ. Αρμοστής στην Λευκωσία διαβεβαίωσε το Λονδίνο ότι όντως οι πρώτες εκτιμήσεις για ευθύνες του Γεωργίου Γρίβα δεν ευσταθούσαν. Σε συνομιλία του με τον τότε υπ. Εξωτερικών Σπύρο Κυπριανού, επανειλημμένα του έδωσε την ευκαιρία να επιρρίψει την ευθύνη στο Γρίβα αλλά ο Κυπριανού αρνήθηκε τονίζοντας ότι η απόφαση δεν ήταν δική του αλλά της κυπριακής κυβέρνησης.
Το επεισόδιο αυτό εκμεταλλεύτηκε άγρια η Τουρκία, μεγαλοποίησε το θέμα και αντέδρασε απειλώντας με εισβολή και απαιτώντας την αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας, του Γεώργιου Γρίβα και διάλυση της Εθνικής Φρουράς (τη διάλυση της τελευταίας υποστήριζαν και οι Βρετανοί καθώς και την αποχώρηση της Ε.Μ). Κατάφερε τα δύο πρώτα εντός ημερών (η Αθήνα μαζί με την Μεραρχία απέσυρε και τον Γ. Γρίβα) και το τρίτο, ο Μακάριος το υποστήριζε το 1974…
Το Νοέμβριο 1967, η Μόσχα υποκινούσε με ψίθυρους για πραξικόπημα από την Ελλάδα…Στις 5 Ιουλίου 1967 ο Ρώσος πρέσβης στο Λονδίνο προέβη σε ένα δριμύ κατηγορητήριο εναντίον της ελληνικής κυβέρνησης (σε συνάντησή του στο Φόρειν ΄Οφις)… Η Μόσχα με παντιέρα την υποστήριξη της Ανεξαρτησίας της Κύπρου στήριζε το τουρκικό αίτημα για αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας για τα δικά της συμφέροντα…
Ο Μακάριος υποστήριζε την αποχώρηση της Μεραρχίας αλλά δεν το έλεγε δημόσια
22 Νοεμβρίου 1967: Η βρετανική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον έγραψε προς το Φόρειν ΄Οφις:«… Ο Μακάριος απέρριψε την αμερικανική εισήγηση να ζητούσε ο ίδιος την μείωση των Ελληνικών Δυνάμεων στο νησί. Είπε πως αν ο ίδιος προέβαινε σε τέτοια απαίτηση θα θεωρείτο προδότης προς την Ελλάδα. ΄Ομως, θα ήταν σύμφωνος αν η μείωση των στρατευμάτων ερχόταν ως ελληνική πρωτοβουλία. Ο Belcher (Αμερικανός πρέσβης) πήρε εντολές να δείξει στον Μακάριο αναφορά από την Αθήνα που φέρει τον Βασιλέα Κωνσταντίνο να υποστηρίζει την ιδέα…»
Το 1967 και πάλι (η πρώτη φορά ήταν το 1964 όταν και η Μόσχα έκανε το ίδιο) ο Αμερικανός πρόεδρος Lyndon B. Johnson μέσω του απεσταλμένου του Cyrus Vance (αλλά και το ΝΑΤΟ) επενέβησαν και σταμάτησαν την όποια πρόθεση της Τουρκίας για εισβολή.
7 Δεκεμβρίου 1967: Ο Βρετανός πρωθυπουργός σε επιστολή του προς τον Johnson επιβεβαίωσε την συνδρομή του τελευταίου, όπως και επιστολή του ΓΓ του ΝΑΤΟ Manlio Brosio προς τον Τούρκο πρωθυπουργό στις 20 Νοεμβρίου 1967 επιβεβαίωσε την συνδρομή της συμμαχίας.
Οι ενδοκοινοτικές συνομιλίες 1968 – 1974 – Επιστροφή Ντενκτάς διευθετήθηκε από τον Μακάριο
Με την αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας και το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, στις 22 Δεκεμβρίου 1967 ο ΓΓ του ΟΗΕ υιοθέτησε ενδοκοινοτικές τοπικές συνομιλίες. Η ιδέα υποστηριζόταν από τον Αρχ. Μακάριο και την βρετανική κυβέρνηση.
13 Μαρτίου 1968: Ο Γλαύκος Κληρίδης είπε στον Βρετανό ΄Υπ. Αρμοστή ότι ο Μακάριος είχε εξουσιοδοτήσει τον Γενικό Εισαγγελέα (Κρ. Τορναρίτη) ο οποίος είχε φύγει την προηγούμενη για Λονδίνο, Στρασβούργο και Βιέννη να κάνει επαφές με τον Ραούφ Ντενκτάς για απευθείας συνομιλίες μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Στόχος, η διακοπή του ελληνο-τουρκικού διαλόγου.
8 Απριλίου 1968 : Η βρετανική «Guardian» έγραψε « ο Μακάριος έστειλε νέο διαβατήριο στον Ντενκτάς». Ο αρχιτρομοκράτης, που η κυβέρνηση Μακαρίου από το 1964 θεωρούσε προδότη της πατρίδας του και πράκτορα ξένων δυνάμεων και ένοχο εγκλημάτων (δηλώσεις Υπεξ Σπ. Κυπριανού 5.8.1965), δεν θα επέστρεφε παράνομα στην Κύπρο. Όλες οι κατηγορίες εναντίον του μπήκαν κατά μέρος και αντί να δικαστεί ορίστηκε αντιπρόσωπος των Τουρκοκυπρίων στις δικοινοτικές διαπραγματεύσεις.
Ο Ντενκτάς είχε διαφύγει στην Τουρκία τον Ιανουάριο του 1964 και συνελήφθη από την ελληνοκυπριακή αστυνομία κατά την διάρκεια της μυστικής καθόδου του στην Κύπρο σε ακτή της περιοχής Καρπασίας το 1967. Αντί να δικαστεί βοηθήθηκε από τον Γλ. Κληρίδη και την κυβέρνηση Μακαρίου να διαφύγει στην Τουρκία. Την διαφυγή του απαίτησε η Τουρκία μέσω των Βρετανών. (Λεπτομέρειες και στο βιβλίο του Χαράλαμπου Χαραλαμπίδη «Ραούφ Ντενκτάς», 2003)
Οι συνομιλίες ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1968 μεταξύ Κληρίδη και Ντενκτάς. Όμως καμία προσπάθεια δεν έγινε για λύση του θέματος. Οι Βρετανοί κάθισαν σε αναμονή και παρακολούθηση, αφήνοντας τα πράγματα να παίρνουν τον δρόμο τους…Ανταλλαγές προτάσεων. Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος έλεγε: «΄Οχι κράτος εν κράτει» και οι Τουρκοκύπριοι «αυτονομία στην δική μας περιοχή»…Στις 18 Οκτωβρίου 1971… συνομιλίες με νομικούς ειδικούς συνεχίστηκαν μέχρι τον Δεκέμβριο του 1973 όταν ο νέος Τούρκος πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετσεβίτ πήρε πιο σκληρή γραμμή για ομοσπονδιακή προσέγγιση. Οι συνομιλίες έφθασαν σε αδιέξοδο στις 2 Απριλίου 1974. Ξανάρχισαν στις 11 Ιουνίου 1974. Οι θέσεις διέφεραν κατά πολύ. Τελευταία συνάντηση πριν το πραξικόπημα, στις 9 Ιουλίου, 1974.
1972 – Ρωσικές υποσχέσεις προς Μακάριο
Φεβρουάριος 1972 εφημερίδα «Εστία» Αθηνών: Ο Μακάριος διευθέτησε τη συμφωνία για εισαγωγή τσεχοσλοβακικών όπλων κατά την επίσκεψή του στη Μόσχα (περασμένο Ιούνιο), τρεις Ρώσοι στρατιωτικοί στάλθηκαν στη Κύπρο για να εκπαιδεύσουν ένοπλους του Λυσσαρίδη ενώ άλλοι Κύπριοι στάλθηκαν στη Πράγα…Όταν έκλεισε η συμφωνία οι Ρώσοι είπαν στο Μακάριο ότι η Σοβιετική Ένωση μπορούσε να επέμβει σε υποστήριξη της κυβέρνησης της Λευκωσίας μόνο αν υπήρχε στρατιωτική επέμβαση από έξω, δηλαδή μια τουρκική απόβαση…Σε περίπτωση εσωτερικών ταραχών ο Μακάριος θα έπρεπε να ξεκαθαρίσει με τους αντιπάλους του και να απαλλαγεί από την ελληνική επιρροή με τις δικές του προσπάθειες και με την βοήθεια των συνεργατών του…» (Έκθεση Βρετ. Πρεσβείας Αθηνών).
Η Μόσχα το 1974 έδωσε, ταυτόχρονα με το Λονδίνο, την συγκατάθεσή της στον Ετσεβίτ να εισβάλει.
Συνταγματάρχης G. Stocker
Τον ίδιο χρόνο (1972) στην βρετανική Υπ. Αρμοστεία στη Λευκωσία ο επί Αμυντικών Θεμάτων Συνταγματάρχης G. Stocker προέβη σε μια περίεργη ενέργεια ενημερώνοντας το ΓΕΕΦ (Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς) στη Λευκωσία ότι η Τουρκία προτίθετο να εισβάλει στο νησί.
Στις 27 Μαρτίου 1973 έδωσε λεπτομερέστατες πληροφορίες για το τουρκικό σχέδιο εισβολής το οποίο μεταβιβάστηκε στον Αρχηγό Ενόπλων Δυνάμεων στην Αθήνα από τον Αρχηγό του ΓΕΕΦ στη Λευκωσία Στρατηγό Χαραλαμπόπουλο.
Στις 30 Ιουλίου 1973 ο Stocker επανήλθε στο ΓΕΕΦ και έδωσε φωτοτυπία Σχεδίου Εισβολής των Τούρκων που εξασφάλισε από τον συνάδελφό του στην Άγκυρα.
Στις 5 Αυγούστου 1973 ο Αρχηγός του ΓΕΕΦ στην Λευκωσία ενημέρωσε το υπ. Εσωτερικών και Άμυνας της Κύπρου. Ο Stocker ζήτησε η επαφή του να κρατηθεί μυστική. Στα συμπεράσματά του ο Stocker τόνισε ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν επρόκειτο να επέμβουν προς παρεμπόδιση ενός τοιούτου σχεδίου. Οπόταν τόσο η χουντική κυβέρνηση όσο και η κυβέρνηση Μακαρίου, ήταν ενήμερες των τουρκικών προθέσεων με τρομερή λεπτομέρεια.
Στις 28 Αυγούστου 1973 και ο Αμερικανός Στρατιωτικός Ακόλουθος στη Λευκωσία Συντ. Whitley, συναντήθηκε με τον Διοικητή της ΕΛΔΥΚ (Ελληνική Δύναμη Κύπρου – βάση των Συμφωνιών του 1960) … η Αμερική υποστήριζε μια ανεξάρτητη Κύπρο και ότι οι ενωτικοί Κύπριοι έπρεπε να άλλαζαν το πιστεύω τους αλλιώς θα υπέφεραν. (Βιβλίο Χρ. Βενιαμίν, «Τα Δύσκολα Χρόνια αναμνήσεις μιας ζωής.»)
Αυτά γράφονται για να τονιστεί ότι ο Μακάριος τον Ιούλιο του 1974 (βλέπε Δ’ Μέρος τελευταίο που θα ακολουθήσει) γνώριζε πλήρως πλέον τα τουρκικά σχέδια. Που δεν θα άλλαζαν μέχρι σήμερα.
Ο περίεργος Συνταγματάρχης G. Stocker τέλος Απριλίου 1974 υποστήριξε σε έκθεσή του την αντικατάσταση του Μακαρίου και ότι «θα χρειαστεί μια αποφασιστική αντιμετώπιση από την Αθήνα και πρέπει να αποχωρήσουν τόσο οι Έλληνες διδάσκαλοι όσο και οι Έλληνες αξιωματικοί από την Εθνική Φρουρά…»
*Ερευνήτρια/δημοσιογράφος
Τέλος Γ’ Μέρους συνεχίζεται με το τελευταίο.
(Πηγές Βρετανικό Εθνικό Αρχείο Φ.Α. « Διζωνική vs Δημοκρατία 1955-2019»).
ΠΗΓΗ:ΣΗΜΕΡΙΝΗ 6/10/2024
Ιστορία
Σαν σήμερα η Δίκη της Νυρεμβέργης: 6 ξεχασμένα γεγονότα – Μια Σοβιετική στην αγκαλιά του Γκέρινγκ – Ο στρατάρχης της Βέρμαχτ που έκαψε τους Ναζί
Είναι η σπουδαιότερη δίκη του 20ου αιώνα: η Δίκη της Νυρεμβέργης. Έξι ξεχασμένα γεγονότα που χαϊδεύουν τη σκόνη του χρόνου από το… σαλόνι της Ιστορίας.
Ήταν Τρίτη, μια μέρα σαν σήμερα, 1η Οκτωβρίου του 1946, όταν οι δικαστές ανακοινώνουν την ετυμηγορία τους· οι κατηγορούμενοι θα ακούσουν ανέκφραστοί τις ποινές που τους επιβάλλονται για τα απεχθή εγκλήματά τους.
Ακόμα και σήμερα, 78 χρόνια μετά, κάποια γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της Δίκης ακούγονται με έκπληξη· ας διαβάσουμε 6 από αυτά.1. Η έδρα του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου ήταν στο Βερολίνο, όχι στη Νυρεμβέργη: Η σοβιετική ηγεσία επέμενε να διεξαχθεί η δίκη στο Βερολίνο όπου οι νικήτριες δυνάμεις είχαν ιδρύσει το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου- την ανώτατη διοικητική αρχή των νικητών στο έδαφος της ηττημένης Γερμανίας.
Όμως οι Δυτικοί Σύμμαχοι επέμεναν για τη Νυρεμβέργη που βρισκόταν στην αμερικανική ζώνη κατοχής. Το Μέγαρο της Δικαιοσύνης ήταν άθικτο και συνδεόταν μέσω υπόγειας διάβασης με μια φυλακή, κάτι που δεν είχε το Βερολίνο. Ο χώρος θεωρήθηκε επίσης συμβολικός: στη Νυρεμβέργη είχαν πραγματοποιηθεί όλα τα συνέδρια του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος από το 1927. Στο τέλος επιλέχθηκε το Βερολίνο ως έδρα του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου και στις αρχές Οκτωβρίου του 1945 πραγματοποιήθηκαν εκεί- στο κτίριο του Συμμαχικού Συμβουλίου Ελέγχου- αρκετές συναντήσεις με οργανωτικά θέματα. Η πρώτη συνεδρίαση του δικαστηρίου πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο της Δικαιοσύνης στη Νυρεμβέργη στις 20 Νοεμβρίου 1945.
2. Επτά κατηγορούμενοι απέφυγαν την τιμωρία: Απαγγέλθηκαν κατηγορίες εναντίον 24 από τους πιο διαβόητους εγκληματίες των Ναζί. Από αυτούς 12 κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε θάνατο, όμως δύο κατάφεραν να αποφύγουν την εκτέλεση.
Ο Χέρμαν Γκέρινγκ, ο ανώτατος ηγέτης των SA, στρατηγός των στρατευμάτων των SS, υπουργός Αεροπορίας του Ράιχ και διάδοχος του Χίτλερ, καταδικάστηκε σε θάνατο. Πριν από την εκτέλεσή του, όμως, αυτοκτόνησε καταπίνοντας υδροκυάνιο.
Ο Μάρτιν Μπόρμαν, επικεφαλής της Καγκελαρίας του Ναζιστικού Κόμματος και ο προσωπικός γραμματέας του Φίρερ, καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο αφού δεν βρέθηκε για να δικαστεί. Ο Μπόρμαν φέρεται να σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια σοβιετικού βομβαρδισμού του Βερολίνου. Ωστόσο, το σώμα του δεν βρέθηκε ποτέ. Το 1972 ανακαλύφθηκαν λείψανα που φέρεται ότι ανήκουν στον Μάρτιν Μπόρμαν και το 1998 ένα τεστ DNA το απέδειξε.
Ο Ρόμπερτ Λέι, πρόεδρος του Γερμανικού Εργατικού Μετώπου, απαγχονίστηκε στο κελί του πριν από την έναρξη της δίκης στις 25 Οκτωβρίου 1945, λίγες μέρες μετά την παραλαβή του κλητηρίου θεσπίσματος.
Ο Γκούσταβ Κρουπ φον Μπόλεν, επικεφαλής του βιομηχανικού ομίλου «Krupp» που χρηματοδότησε και κατασκεύασε την πολεμική μηχανή των Ναζί, επικαλέστηκε ανίατη ασθένεια. Κατά τη διάρκεια μιας προκαταρκτικής ακροαματικής διαδικασίας στις 15 Νοεμβρίου 1945, πριν καν ξεκινήσει η δίκη, οι κατηγορίες εναντίον του πολυεκατομμυριούχου επιχειρηματία αποσύρθηκαν!
Τρεις άλλοι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν – ο αντικαγκελάριος Φραντς φον Πάπεν, ο Χανς Φρίτσε, επικεφαλής του Τμήματος Ραδιοφώνου του Υπουργείου Δημόσιας Διαφώτισης και Προπαγάνδας του Ράιχ και ο Ζάλμαρ Σαχτ υπουργός Οικονομικών του Ράιχ.
3. Κατηγορούμενοι κάθονταν στα εδώλια φορώντας γυαλιά ηλίου: Φωτογραφίες και βίντεο αρχείου από το δικαστήριο δείχνουν πολλούς συμμετέχοντες να φορούν γυαλιά ηλίου. Ο λόγος ήταν ότι ο φωτισμός στην αίθουσα του δικαστηρίου ήταν έντονος. Έτσι περιέγραψε τον φωτισμό ο Μπόρις Πολεβόι, ειδικός ανταποκριτής της εφημερίδας Pravda στο δικαστήριο, στο βιβλίο του «The Final Reckoning: Nuremberg Diaries»: «Ένα, κάπως απρόσωπο και καταπιεστικό φως, στο οποίο τα πάντα γύρω αποκτούσαν μια πρασινωπή, θανατηφόρα απόχρωση». Οι κουρτίνες σε όλα τα παράθυρα ήταν τραβηγμένες. Σύμφωνα με τον Πολεβόι, ο διοικητής της φυλακής των ΗΠΑ, συνταγματάρχης Μπάρτον Άντρους, είπε κάποτε στους δημοσιογράφους: «Θα φροντίσω να μην δει ποτέ ξανά κανένας από αυτούς τον ήλιο»! Το φως εκείνο στην αίθουσα του δικαστηρίου, προκάλεσε πόνους στα μάτια σε πολλούς, έτσι οι παρευρισκόμενοι, συμπεριλαμβανομένων των κατηγορουμένων, φορούσαν μερικές φορές σκούρα γυαλιά.
4. Ο αμερικανικός Τύπος έγραψε ότι ο σοβιετικός εισαγγελέας πυροβόλησε τον Γκέρινγκ: Στις 10 Απριλίου 1946, η εφημερίδα του αμερικανικού στρατού Stars and Stripes δημοσίευσε ένα ρεπορτάζ που έγραφε ότι ο σοβιετικός εισαγγελέας Ρόμαν Ρουντένκο είχε εξοργιστεί τόσο πολύ από τη συμπεριφορά του Γκέρινγκ σε μια από τις συνεδριάσεις που τράβηξε το υπηρεσιακό του περίστροφο και πυροβόλησε τον πρώην Reichsmarschall. Ωστόσο, η εφημερίδα δημοσίευσε στη συνέχεια μια διάψευση: «Η αναφορά ότι ο σοβιετικός γενικός εισαγγελέας στη δίκη πυροβόλησε τον Γκέρινγκ σε μια κρίση οργής αποδείχθηκε ότι δεν ισχύει. Σύμφωνα με έναν ανταποκριτή από τη Νυρεμβέργη, ο Γκέρινγκ είναι ζωντανός και πρόθυμος να απαντήσει στις ερωτήσεις του εισαγγελέα»! Η παρανόηση ότι ο Γκέρινγκ είχε πυροβοληθεί προήλθε από λανθασμένη ερμηνεία μιας φράσης που χρησιμοποίησε ο σοβιετικός ανταποκριτής, ο οποίος είχε αναφέρει ότι ο στρατηγός Ρουντένκο είχε «πυροβολήσει ηθικά» τον Γκέρινγκ.
5. Μια σοβιετική διερμηνέας ήταν η «τελευταία γυναίκα που έπεσε στην αγκαλιά του Γκέρινγκ»: Μια μέρα κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, η 24χρονη διερμηνέας Τατιάνα Στουπνίκοβα πήγαινε βιαστικά στη θέση της στην αίθουσα του δικαστηρίου. Ενώ έτρεχε στον διάδρομο, κατά λάθος γλίστρησε και κόντεψε να πέσει.
«Όταν ανέκτησα την ψυχραιμία μου και κοίταξα τον διασώστη μου, ήρθα αντιμέτωπος με το χαμογελαστό πρόσωπο του Χέρμαν Γκέρινγκ ακριβώς μπροστά μου. Κατάφερε να μου ψιθυρίσει στο αυτί: “Vorsicht, mein Kind!” («Να προσέχεις, παιδί μου!»), αφηγείται η Στούπνικοβα στα απομνημονεύματά της. Όταν η Τατιάνα μπήκε στην αίθουσα του δικαστηρίου, ένας γάλλος ανταποκριτής ήρθε κοντά της και της είπε στα γερμανικά: «Ήσουν η τελευταία γυναίκα που κράτησε στην αγκαλιά του ο Γκέρινγκ»!
6. Στρατάρχης της Βέρμαχτ κατέθεσε ως μάρτυς της Σοβιετικής Ένωσης: Το φθινόπωρο του 1946 οι δικαστικές διαδικασίες είχαν βαλτώσει. Άρχισαν να ακούγονται ισχυρισμοί από την υπεράσπιση και τους ίδιους τους κατηγορούμενους ότι η επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας στην ΕΣΣΔ ήταν προληπτικό μέτρο. Η σοβιετική αντιπροσωπεία έπρεπε να παράσχει ισχυρά επιχειρήματα ότι η επίθεση από το Γ’ Ράιχ είχε σχεδιαστεί πολύ καιρό πριν.
Ο άνθρωπος που έδωσε την κατάθεση που χρειάζονταν οι Σοβιετικοί ήταν ο στρατάρχης Φρίντριχ Πάουλους, ο οποίος είχε παραδωθεί στο Στάλινγκραντ στις 31 Ιανουαρίου του 1943. Η σοβιετική ηγεσία έφερε με κάθε μυστικότητα τον Πάουλους στο Μέγαρο της Δικαιοσύνης για να καταθέσει. Κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του, ο Γερμανός πρώην στρατάρχης δήλωσε: «Όλες οι προετοιμασίες για την επίθεση στην Σοβιετική Ένωση που έλαβε χώρα στις 22 Ιουνίου είχαν στην πραγματικότητα σχεδιαστεί από το φθινόπωρο του 1940»!
Το απόφθεγμα που έμεινε από τη Δίκη της Νυρεμβέργης ήταν η φράση του δικαστή Robert H. Jackson: «The Grave Responsibility of Justice» (Η βαριά ευθύνη της δικαιοσύνης) και δικαιοσύνη είχε αποδοθεί. Όσο για την τιμωρία; Ο Ευριπίδης το είχε ξεκαθαρίσει χρόνια πολλά πριν: «Σχέτλια μεν έπαθες, ανόσια δ’ ειργάσω.» (Έπαθες φρικτά, αλλά έκανες απαίσια)…
Πηγή: Έθνος
-
Ιράν24 ώρες πριν
Κόκκινος συναγερμός στο κεντρικό Ισραήλ! Εκτοξεύτηκε βαλλιστικός πύραυλος από την Υεμένη – Αναχαιτίστηκε με επιτυχία λέει ο IDF
-
Video1 ημέρα πριν
Ισραήλ: Αν χτυπήσει πυρηνικά, αρχίζει η καταστροφή
-
Video1 ημέρα πριν
Ασταμάτητο το Ισραήλ! Βομβάρδισε Ρωσική βάση στην Συρία
-
Εθνική Άμυνα9 ώρες πριν
Έτοιμος σε 3 χρόνια ο ελληνικός Σιδερένιος Θόλος! Πόσο θα κοστίσει;
-
Αναλύσεις3 ημέρες πριν
Quo vadis κύριε Γεραπετρίτη;
-
Ιστορία5 ώρες πριν
Πιέσεις στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση να ανοικτούν τα πρακτικά της Δίκης των Ελλήνων που εκτελέστηκαν στην Αμάσεια το 1921
-
Γενικά θέματα3 ημέρες πριν
Μία νέα αρχή για το «Γεωπολιτικό»
-
Video1 ημέρα πριν
Σάββας Καλεντερίδης: Δείτε ποιοι μας κυβέρνησαν και ποιοι μας κυβερνούν!