Ακολουθήστε μας

Αναλύσεις

The Diplomat: Διαδηλώσεις και βία στο κατεχόμενο από το Πακιστάν Κασμίρ (PoK)

Με την τρομοκρατία στα δυτικά σύνορα και την ένταση με την Ινδία στα ανατολικά, η χώρα δεν αντέχει ένα ακόμη μέτωπο κρίσης.

Δημοσιεύτηκε στις

Οι διαμαρτυρίες στο Αζάντ Τζαμού και Κασμίρ (AJK) δεν αφορούν απλώς επιδοτήσεις ή τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος. Είναι μια απαίτηση για αξιοπρέπεια, εκπροσώπηση και λογοδοσία.

Του Syed Mushahid Hussain Naqvi, The Diplomat

Το Κασμίρ υπό πακιστανική διοίκηση (AJK) βιώνει μία από τις σοβαρότερες κρίσεις των τελευταίων ετών. Μία γενική απεργία και καθολική στάση εργασίας, με πρωτοβουλία της Κοινής Επιτροπής Λαϊκής Δράσης του Τζαμού και του Κασμίρ (JAAC), έχει παραλύσει κάθε δραστηριότητα. Αγορές, καταστήματα και μέσα μεταφοράς παραμένουν κλειστά, οι πορείες διεξάγονται υπό αυστηρά μέτρα ασφαλείας, ενώ οι τηλεπικοινωνίες και το διαδίκτυο έχουν διακοπεί, αποκόπτοντας τους κατοίκους από τον έξω κόσμο σε μια κρίσιμη στιγμή.
Οι ταραχές έχουν ήδη στοιχίσει τη ζωή εννέα ανθρώπων, ενώ δεκάδες έχουν τραυματιστεί – μια τραγική υπενθύμιση ότι η καταστολή δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη διακυβέρνηση.


Στην καρδιά της κρίσης βρίσκεται το 38σημο ψήφισμα αιτημάτων της JAAC, το οποίο εκφράζει τη λαϊκή αγανάκτηση για τις εξωφρενικές αυξήσεις στο ρεύμα και στα τρόφιμα και τα προνόμια της τοπικής ελίτ. Παρά τους επανειλημμένους γύρους διαλόγου με τις αρχές, το αδιέξοδο παραμένει. Αυτό που ξεκίνησε ως στοχευμένη διαμαρτυρία έχει εξελιχθεί σε ένα από τα μαζικότερα κινήματα διαμαρτυρίας των τελευταίων χρόνων, αποκαλύπτοντας μια βαθιά κρίση νομιμοποίησης και εκπροσώπησης.


Αντί να προσφέρει λύσεις, η πολιτική ηγεσία του AJK επέλεξε τον δρόμο της προπαγάνδας. Το περιβόητο «κρυπτογράφημα» που φέρεται να συνδέει τις διαμαρτυρίες με την Ινδία εμφανίστηκε στις 16 Σεπτεμβρίου, όταν ο πρώην πρωθυπουργός του AJK Ράτζα Φαρούκ Χάιντερ Χαν το παρουσίασε σε συνέλευση κομμάτων στο Ισλαμαμπάντ. Πολλοί συμμετέχοντες απέρριψαν αμέσως το έγγραφο ως συνωμοσία, προειδοποιώντας ότι τέτοιοι αντιπερισπασμοί υπονομεύουν το λαϊκό κίνημα.

Σε συνδυασμό με τα σχέδια για φιλοκυβερνητικές πορείες υπό το σύνθημα Pakistan Zindabad, η κίνηση αυτή αποσκοπούσε στο να στρέψει την οργή προς τα έξω, παρουσιάζοντας τη λαϊκή δυσαρέσκεια ως ξένη παρέμβαση. Όμως το σχέδιο απέτυχε παταγωδώς.

Αντί να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, αποκάλυψε την αδυναμία της διακυβέρνησης. Οι αρχές, ερμηνεύοντας τις κοινωνικές διεκδικήσεις ως «ξένη υποκίνηση», απέδειξαν ότι δεν θέλουν ή δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν ουσιαστικά τα προβλήματα. Για τους πολίτες, το «κρυπτογράφημα» δεν ήταν απόδειξη ινδικής ανάμειξης, αλλά παράδειγμα ελιτίστικης άρνησης της πραγματικότητας.


Οι διαδηλώσεις ανέδειξαν το βαθύ χάσμα μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων στο Κασμίρ.
Ενώ οι πολιτικές ελίτ φροντίζουν τα προνόμιά τους και επιδεικνύουν πίστη στο Ισλαμαμπάντ και το Ραβαλπίντι, οι πολίτες ζητούν δικαιότερη εκπροσώπηση, ανακούφιση από την οικονομική πίεση και πραγματική λογοδοσία.
Τα μέτρα καταστολής, οι διακοπές επικοινωνιών και οι αντί-πορείες ενισχύουν την εικόνα μιας κυβέρνησης που αρνείται να ακούσει.

Τα πακιστανικά ΜΜΕ συνέβαλαν επίσης σε αυτή την αποξένωση, προβάλλοντας ελάχιστη ή προκατειλημμένη κάλυψη των γεγονότων. Οι κινητοποιήσεις παρουσιάζονται συχνά ως «διασπαστικές» ή «υποκινούμενες από ξένες δυνάμεις». Έτσι, οι φωνές των Κασμιριών λογοκρίνονται, και η διαμαρτυρία ταυτίζεται με την προδοσία.


Το πρόβλημα όμως είναι δομικό.
Για δεκαετίες, το πολιτικό και διοικητικό σύστημα του AJK λειτουργεί όχι ως αυτόνομη κυβέρνηση, αλλά ως διοικητικό παράρτημα του πακιστανικού κράτους.
Οι τοπικοί ηγέτες αναδεικνύονται ανάλογα με τη σχέση τους με τους ισχυρούς του Ισλαμαμπάντ, ενώ οι αποφάσεις για πόρους, δικαιώματα και πολιτική εκπροσώπηση λαμβάνονται εκτός περιοχής.
Αυτό έχει αφήσει τους πολίτες απογοητευμένους και δύσπιστους απέναντι στο αφήγημα της «αυτοδιοίκησης».


Η νεολαία του Κασμίρ ενσαρκώνει σήμερα αυτή τη δυσαρέσκεια.
Οι διαμαρτυρίες τους υπερβαίνουν τα οικονομικά αιτήματα – θέτουν ζήτημα ταυτότητας, αξιοπρέπειας και αυτοδιάθεσης.
Απορρίπτουν τους παραδοσιακούς εκπροσώπους που θεωρούνται όργανα της ομοσπονδίας.
Αυτή η γενιά δεν αντιδρά σπασμωδικά· διαμορφώνει νέα πολιτική συνείδηση. Ζητά αξιοπρέπεια και έλεγχο του μέλλοντός της – απαιτήσεις που δεν καταπνίγονται με τη βία.


Για το Ισλαμαμπάντ, το διακύβευμα υπερβαίνει την εσωτερική κρίση.
Η κακή διαχείριση των ταραχών στο AJK αποδυναμώνει το ίδιο το αφήγημα του Πακιστάν για το Κασμίρ.
Επί δεκαετίες, το Πακιστάν εμφανίζεται διεθνώς ως «υπερασπιστής της αυτοδιάθεσης των Κασμιριών».
Όμως, όταν οι ίδιοι οι Κασμίριοι που ζουν υπό τη διοίκησή του διαμαρτύρονται για οικονομική εξαθλίωση και πολιτική περιθωριοποίηση, το Ισλαμαμπάντ τους αντιμετωπίζει ως πράκτορες ξένων δυνάμεων.

Αυτή η αντίφαση διαβρώνει την αξιοπιστία του Πακιστάν και ενισχύει τη διπλωματική θέση της Ινδίας, η οποία υποστηρίζει ότι το Ισλαμαμπάντ αρνείται την πραγματική αυτονομία των περιοχών που ελέγχει.
Οι εικόνες από κλειστές πόλεις, κηδείες και “μαύρα” διαδικτυακά δίκτυα ενισχύουν αυτή την αφήγηση.


Σε μια περίοδο που η πακιστανική οικονομία δοκιμάζεται σκληρά, η παρατεταμένη αστάθεια στο AJK προστίθεται ως νέα απειλή.
Με την τρομοκρατία στα δυτικά σύνορα και την ένταση με την Ινδία στα ανατολικά, η χώρα δεν αντέχει ένα ακόμη μέτωπο κρίσης.
Η επιλογή της βίας αντί της μεταρρύθμισης μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνη αποσταθεροποίηση, τη στιγμή που οι στρατηγικές και οικονομικές της αδυναμίες είναι ήδη εμφανείς.


Οι διαδηλώσεις στο AJK δεν είναι απλώς ζήτημα επιδοτήσεων ή τιμολογίων ρεύματος.
Είναι έκκληση για αξιοπρέπεια, εκπροσώπηση και λογοδοσία.
Οι θάνατοι των πολιτών στις πρόσφατες συγκρούσεις υπενθυμίζουν το ανθρώπινο κόστος της αδιαφορίας.
Τα επικοινωνιακά τεχνάσματα, οι φιλοκυβερνητικές πορείες και η επιλεκτική ενημέρωση δεν μπορούν να αποκρύψουν την πραγματικότητα:
Η κρίση στο AJK είναι δομική, όχι επιφανειακή.

Η αντιμετώπιση της διαμαρτυρίας ως «ξένης συνωμοσίας» μπορεί να εξασφαλίσει πρόσκαιρη πολιτική κάλυψη, αλλά αποτελεί επικίνδυνη πλάνη μακροπρόθεσμα.


Το Ισλαμαμπάντ έχει δύο επιλογές:
είτε να συνεχίσει να κυβερνά το AJK με αυταρχικά διατάγματα και καταστολή,
είτε να αναγνωρίσει τη νομιμότητα των αιτημάτων και να ξεκινήσει τη δύσκολη πορεία δημοκρατικής ανασυγκρότησης.

Προς το παρόν, η κυβέρνηση έχει επιλέξει τη θεατρική διαχείριση αντί της μεταρρύθμισης.
Όμως το μήνυμα από τους δρόμους του Κασμίρ είναι ξεκάθαρο:
Ο λαός απαιτεί φωνή και αξιοπρέπεια — και κανένα “κρυπτογράφημα” δεν μπορεί να το σβήσει.

Είναι ο άγνωστος Χ, αλλά φυσικό πρόσωπο που βοηθάει στην παραγωγή ειδήσεων στο Geopolitico.gr, αλλά και τη δημιουργία βίντεο στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη. Πολλοί τον χαρακτηρίζουν ως ανθρώπινο αλγόριθμο λόγω του όγκου των δεδομένων και πληροφοριών που αφομοιώνει καθημερινώς. Είναι καταδρομέας με ειδικότητα Χειριστή Ασυρμάτων Μέσων.

Αναλύσεις

Οι εθνικές προκλήσεις της Αρμενίας και η Διασπορά

Mελετώντας το παρελθόν, γίνεται φανερό ότι ο βάρβαρος γείτονας ποτέ δεν ικανοποιείται με μονομερείς υποχωρήσεις, ενώ η Δύση παραμένει μακρινή και αδιάφορη απέναντι στα προβλήματα της περιοχής μας.

Δημοσιεύτηκε

στις

Οι εθνικές προκλήσεις της Αρμενίας και η Διασπορά

Άρθρο του Ζακ Νταμαντιάν στην εφημερίδα Αζάτ Όρ

Μετά τον 44ήμερο Πόλεμο του Αρτσάχ, άρχισε να κυκλοφορεί μια άποψη σύμφωνα με την οποία «οι Αρμένιοι της Διασποράς δεν πρέπει να μιλούν για την πολιτική της Αρμενίας, αφού δεν ζουν μέσα στη χώρα, και η κυβέρνηση έχει εκλεγεί από τον λαό».

Αναμφίβολα, σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα είναι σεβαστή τόσο η γνώμη του πολίτη όσο και η ελεύθερη έκφραση διαφορετικών απόψεων.

Ωστόσο, προκαλεί εντύπωση ότι τέτοιες αντιλήψεις δεν υπήρχαν πριν από τη “βελούδινη επανάσταση”, παρόλο που οι Αρμένιοι της Διασποράς ασκούσαν σφοδρή κριτική στις μετασοβιετικές κυβερνήσεις, επισημαίνοντας τη συντριπτική φτώχεια των κατοίκων και την προφανή οικονομική ανισότητα.

Εκείνες οι κυβερνήσεις είχαν καταδικαστεί στη συνείδηση του αρμενικού λαού με την κατηγορία της «διαφθοράς», αν και η θεμελιώδης αρχή της δικαιοσύνης ορίζει πως «κάθε κατηγορούμενος θεωρείται αθώος μέχρι να αποδειχθεί ένοχος από το δικαστήριο».

Αλλά είναι άραγε η διαφθορά ένα αποκλειστικά μετασοβιετικό φαινόμενο;

Ανατρέχοντας στην παγκόσμια ιστορία, από τη γένεση των αρχαίων κρατών και τη βασιλεία του ινδιάνικου φύλου των Ίνκας έως τις σύγχρονες δημοκρατίες, βλέπουμε πως ακόμη και οι πιο ανεπτυγμένες κοινωνίες δεν έχουν μείνει αλώβητες.

Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η ποινή φυλάκισης πέντε ετών του πρώην προέδρου της Γαλλίας, Νικολά Σαρκοζί, για τη δωροδοκία που φέρεται να έλαβε από τον Καντάφι.

Στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, κάθε άνθρωπος δεν είναι μόνο πολίτης του κράτους του, αλλά και πολίτης του κόσμου.

Όταν διεξάγονται εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες, στη Γερμανία, στην Τουρκία ή στη Γαλλία, τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης προβάλλουν ζωντανές αναλύσεις, όπου δημοσιογράφοι, πολιτικοί και ειδικοί εξετάζουν τα αποτελέσματα και τις επιπτώσεις τους.

Ο Έλληνας πολίτης σχολιάζει την πολιτική αυτών των χωρών. Γιατί, λοιπόν, να μην έχει και ο Αρμένιος της Διασποράς το δικαίωμα να μιλήσει για την Αρμενία;

Ή μήπως θα του αφαιρεθεί αυτό το «δικαίωμα» απλώς και μόνο επειδή είναι Αρμένιος στην καταγωγή;

Κατά τον πόλεμο στη Γάζα, Εβραίοι διανοούμενοι που δεν ζουν στο Ισραήλ επέκριναν ανοιχτά τον Νετανιάχου, παρότι είχε εκλεγεί δημοκρατικά από τον λαό του.

Παρά το γεγονός ότι το Ισραήλ εξήλθε στρατιωτικά νικηφόρο, πολεμώντας ταυτόχρονα σε δύο μέτωπα, είναι αυτονόητα καταδικαστέα η σφαγή αμάχων, ιδιαίτερα παιδιών.

Ωστόσο, δεν μπορεί να αγνοηθεί πως ένα κράτος των δέκα εκατομμυρίων κατάφερε να γονατίσει ένα των ενενήντα, λαμβάνοντας σημαντική διπλωματική στήριξη από την εβραϊκή Διασπορά.

Στις δημοκρατίες υπάρχουν αμέτρητα παραδείγματα ηγετών που δεν εφάρμοσαν τα προεκλογικά τους προγράμματα.

Ας θυμηθούμε πως ακόμη και ο Χίτλερ ανήλθε στην εξουσία της Γερμανίας μέσω εκλογών.

Όσον αφορά την αρμενική πραγματικότητα, δεν ήταν η Διασπορά εκείνη που πριν τον πόλεμο αποφάσισε να ακυρώσει τις διαπραγματεύσεις για τη λύση του «ζητήματος του Αρτσάχ», ούτε εκείνη που απέρριψε τις προτάσεις για ειρήνευση.

Οι οργανώσεις της αρμενικής Διασποράς πάντοτε απέφευγαν τις πολεμοχαρείς δηλώσεις.

Ωστόσο, στις προσωπικές συνομιλίες, δεν λείπει το πικρό ερώτημα:

«Αφού δεν υπήρχε καμία πιθανότητα νίκης, γιατί θυσιάστηκε το άνθος της νεολαίας μας;»

Το δικαίωμα του πολίτη της Αρμενίας να ζει με ειρήνη και αξιοπρέπεια είναι αδιαπραγμάτευτο, όπως και για όλους τους λαούς του κόσμου.

Όμως μπορούν αυτά τα δικαιώματα να διασφαλιστούν με την παραίτηση από τα εθνικά σύμβολα και δικαιώματα;

Ανατρέχοντας στη σοβιετική περίοδο, βλέπουμε ότι η Αρμενία, όσο της επέτρεπαν οι συνθήκες, διατήρησε τα εθνικά της σύμβολα. Ακόμη και στις πιο σκληρές σταλινικές εποχές δεν αρνήθηκε ποτέ το Αραράτ.Είναι γνωστός ο διάλογος του Νικίτα Χρουστσόφ με έναν Τούρκο πολιτικό, όταν εκείνος τον ρώτησε:

«Γιατί επιτρέπετε στους Αρμενίους να χρησιμοποιούν το όρος Αραράτ, αφού δεν τους ανήκει;»

Και ο Σοβιετικός ηγέτης απάντησε:

«Κι εσείς έχετε τη Σελήνη στη σημαία σας. Σας ανήκει μήπως;»

Το 1980, στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Μόσχας, το Αρμενικό Κρατικό Συγκρότημα Χορού παρουσίασε τον χορό «Berd», ενώ στο στάδιο «Λουζνίκι» απεικονιζόταν περήφανα το Αραράτ.

Η γεωγραφική θέση της Αρμενίας είναι αναμφίβολα δύσκολη.

Η σημερινή κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Αρμενίας φαίνεται να αποκηρύσσει το Αραράτ ως εθνικό σύμβολο, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών φέρει το όνομα… Αραράτ Μιρζογιάν.

Ο πρωθυπουργός, μέσα από τις αναρτήσεις του στα κοινωνικά δίκτυα, παρουσιάζει στιγμιότυπα όπου διαβάζει την «Ιστορία των Αρμενίων».

Μα μελετώντας το παρελθόν, γίνεται φανερό ότι ο βάρβαρος γείτονας ποτέ δεν ικανοποιείται με μονομερείς υποχωρήσεις, ενώ η Δύση παραμένει μακρινή και αδιάφορη απέναντι στα προβλήματα της περιοχής μας.

ԱԶԱՏ ՕՐ 31-10-2025
Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Θα Κρατήσει Εκεχειρία στην Γάζα;

Συνέντευξη του πρέσβη ε.τ. Ελευθέριου Καραγιάννη στον Σταύρο Καλεντερίδη

Δημοσιεύτηκε

στις

Ανοιχτή συζήτηση με τον πρέσβη ε.τ. Ελευθέριο Καραγιάννη για τις τελευταίες εξελίξεις στην Λωρίδα της Γάζας και τις προβλέψεις για τον πόλεμο στην Μ. Ανατολή

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Η Τουρκία, από κορυφαίος καταχραστής της INTERPOL, επιδιώκει τώρα να την διοικήσει

Η υποψηφιότητα προκαλεί έντονες ανησυχίες διεθνώς, καθώς η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατηγορείται εδώ και χρόνια ότι χειραγωγεί τους μηχανισμούς της INTERPOL για πολιτικούς σκοπούς, στοχοποιώντας αντιφρονούντες, δημοσιογράφους και εξόριστους αντιπάλους του καθεστώτος.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η Άγκυρα ανακοίνωσε επίσημα την υποψηφιότητά της για την προεδρία της INTERPOL, ενόψει της ετήσιας Γενικής Συνέλευσης που θα πραγματοποιηθεί στις 24–27 Νοεμβρίου 2025 στο Μαρακές. Ο υποψήφιος της Τουρκίας είναι ο Μουσταφά Σερκάν Σαμπαντζά, επικεφαλής του τουρκικού Εθνικού Γραφείου της INTERPOL–Europol. Αν εκλεγεί, θα αναλάβει θητεία τετραετίας.

Η υποψηφιότητα προκαλεί έντονες ανησυχίες διεθνώς, καθώς η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατηγορείται εδώ και χρόνια ότι χειραγωγεί τους μηχανισμούς της INTERPOL για πολιτικούς σκοπούς, στοχοποιώντας αντιφρονούντες, δημοσιογράφους και εξόριστους αντιπάλους του καθεστώτος.


Κατάχρηση διεθνών μηχανισμών

Σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει το Nordic Monitor, οι τουρκικές αρχές έχουν καταθέσει χιλιάδες αιτήματα “Red Notice” εναντίον επικριτών του καθεστώτος, καλυμμένα ως κοινές ποινικές υποθέσεις. Το 2024, ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιλμάζ Τουντς παραδέχθηκε ότι η Τουρκία υπέβαλε 1.774 αιτήματα έκδοσης σε 119 χώρες, τα περισσότερα εκ των οποίων απορρίφθηκαν.

Μια εσωτερική διαβαθμισμένη οδηγία της 18ης Ιουνίου 2025 ζητούσε από εισαγγελείς να αποφεύγουν την αναφορά σε “τρομοκρατία” ή δεσμούς με το κίνημα Γκιουλέν όταν στέλνουν αιτήματα στην INTERPOL, προτείνοντας τη χρήση συνηθισμένων κατηγοριών, όπως «παράνομη απόκτηση προσωπικών δεδομένων», ώστε να περνούν τον έλεγχο του οργανισμού.

Η Άγκυρα, επιπλέον, αξιοποιεί τη βάση Stolen and Lost Travel Documents (SLTD) για να δηλώνει διαβατήρια αντιφρονούντων ως “χαμένα” ή “ανακληθέντα”. Το αποτέλεσμα είναι απαγορεύσεις εξόδου, συλλήψεις στα σύνορα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, αναγκαστικές επιστροφές.


Καταγγελίες διεθνών θεσμών

Έκθεση της Μικτής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Βρετανικού Κοινοβουλίου (30 Ιουλίου 2025) τοποθετεί την Τουρκία ανάμεσα στους μεγαλύτερους καταχραστές του συστήματος ειδοποιήσεων της INTERPOL, μαζί με την Κίνα και τη Ρωσία.

Η επιτροπή αναφέρει ότι αυταρχικά καθεστώτα χρησιμοποιούν τη διεθνή αστυνομική συνεργασία για να καταδιώκουν πολιτικούς αντιπάλους στο εξωτερικό, ενώ υπογραμμίζει πως η Τουρκία παραποιεί στοιχεία για να δικαιολογήσει συλλήψεις και εκδόσεις.

Η πρακτική αυτή εντάσσεται στην ευρύτερη εκστρατεία διακρατικής καταστολής που εντάθηκε μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016. Σύμφωνα με οργανώσεις δικαιωμάτων και δυτικές υπηρεσίες, η ΜΙΤ έχει πραγματοποιήσει πάνω από 100 απαγωγές ή “renditions” πολιτικών αντιπάλων από το εξωτερικό, κυρίως ατόμων συνδεδεμένων με το κίνημα Γκιουλέν.


Σύγκρουση με το Σύνταγμα της INTERPOL

Το Άρθρο 3 του Καταστατικού της INTERPOL απαγορεύει οποιαδήποτε εμπλοκή σε υποθέσεις πολιτικής, στρατιωτικής, θρησκευτικής ή φυλετικής φύσης. Παρ’ όλα αυτά, τα στοιχεία δείχνουν ότι η Άγκυρα παρακάμπτει συστηματικά τον κανόνα, μεταμφιέζοντας πολιτικά διωκόμενους σε “κοινούς εγκληματίες”.

Αν η Τουρκία αποκτήσει την προεδρία, οι αναλυτές προειδοποιούν ότι θα αποκτήσει επιρροή στις επιτροπές, στις διαδικασίες και στους εσωτερικούς κανονισμούς του οργανισμού, θέτοντας σε κίνδυνο την ουδετερότητα και αξιοπιστία του διεθνούς αστυνομικού δικτύου.


Αυξανόμενη δυσπιστία

Πολλές ευρωπαϊκές χώρες αρνούνται πλέον να εφαρμόσουν τουρκικά “Red Notices” ή να προχωρήσουν σε εκδόσεις, επικαλούμενες πολιτικά κίνητρα και κινδύνους βασανιστηρίων. Πολλές περιπτώσεις αφορούσαν πρόσφυγες με άσυλο, προστατευμένους από το διεθνές δίκαιο.

Την ίδια ώρα, η Τουρκία καταγράφει δραματική αύξηση οργανωμένου εγκλήματος. Σύμφωνα με τον Global Organized Crime Index (2023), η χώρα βαθμολογήθηκε με 7,03/10, καταλαμβάνοντας την 14η θέση παγκοσμίως και την 1η στην Ευρώπη. Το ίδιο ρεπορτάζ επισημαίνει εκτεταμένα κυκλώματα εμπορίας ανθρώπων, όπλων και μαφίας που διατηρούν διασυνδέσεις με πολιτικά και δικαστικά κέντρα εξουσίας.


Ένα κρίσιμο τεστ για τη διεθνή νομιμότητα

Η εκλογή του επόμενου προέδρου της INTERPOL στο Μαρακές θα αποτελέσει δοκιμασία αξιοπιστίας για τον οργανισμό. Η ερώτηση είναι απλή:
Μπορεί ένα κράτος που κατηγορείται ότι εργαλειοποιεί την INTERPOL να τη διοικήσει χωρίς να την υπονομεύσει;

Η απάντηση, όπως σημειώνει το Nordic Monitor, θα δείξει αν η INTERPOL παραμένει ανεξάρτητος θεματοφύλακας της διεθνούς αστυνόμευσης ή εάν υποκύπτει στις πιέσεις της πολιτικής εξουσίας.

Συνέχεια ανάγνωσης

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ41 λεπτά πριν

Το Σουδάν, οι σφαγές και ο ματωμένος χρυσός του RSF

Αυτά γνωρίζουμε για  το Σουδάν και τις σφαγές του εμφυλίου πολέμου σε  μια από τις φτωχότερες χώρες στον κόσμο -...

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ1 ώρα πριν

Συμφιλίωση δεν σημαίνει λήθη, ούτε ισοπέδωση της ιστορίας

Οι Ελληνοκύπριοι αγνοούμενοι και πεσόντες είναι θύματα μιας διεθνώς καταδικασμένης στρατιωτικής εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής — πράξεων που συνιστούν κρατική...

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ2 ώρες πριν

Ενιαίο Πολιτιστικό Δόγμα: Η ιστορία κτυπά δυνατά την πόρτα μας

Καλούμε τους ανθρώπους του πολιτισμού και τις υγιείς δυνάμεις της κοινωνίας να συνταχθούν μαζί μας στον αγώνα τον ωραίο, τον...

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ2 ώρες πριν

Το πρώτο ατόπημα της Γκίλφοϊλ

Αγνοεί το πρωτόκολλο που επικρατεί σε αυτές τις περιπτώσεις.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ3 ώρες πριν

Η Ελλάδα έχει τη σκληρότερη μεταναστευτική πολιτική στην Ευρώπη λέει ο Πλεύρης (ΒΙΝΤΕΟ)

Για τη συνεργασία με την Τουρκία στο μεταναστευτικό ο υπουργός Μετανάστευσης είπε ότι «η συνεργασία γίνεται σε δυο επίπεδα, σε...

Δημοφιλή