Χειρότερες από την αρχή της πανδημίας εξελίσσονται οι επιπτώσεις από την κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα και οι συνεχιζόμενες επιθέσεις των ανταρτών Χούθι σε φορτηγά πλοία και δεξαμενόπλοια, σύμφωνα με έκθεση της κορυφαίας ναυτιλιακής συμβουλευτικής εταιρείας Sea-Intelligence.

Τα δεδομένα δείχνουν ότι η μεγαλύτερη διαδρομή γύρω από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας έχει ήδη μεγαλύτερο αντίκτυπο στην παράδοση – παραλαβή εμπορευματοκιβωτίων, από την εποχή του κορωνοϊού. Οι κορυφαίες ναυτιλιακές εταιρείες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των Maersk, Hapag-Lloyd και της Mediterranean Shipping Company (MSC), έχουν αναστείλει όλες τις δραστηριότητές τους στην Ερυθρά Θάλασσα για να αποτρέψουν επιθέσεις στα πλοία τους, τα οποία πρέπει τώρα να περάσουν από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας για να φτάσουν στην Ευρώπη, αυξάνοντας τη διαδρομή από δύο έως τρεις εβδομάδες.

Το κόστος ενός εμπορευματοκιβωτίου μήκους 12,19 μέτρων για τη μεταφορά εμπορευμάτων από την Κίνα και την Ανατολική Ασία στη βόρεια Ευρώπη έχει τριπλασιαστεί από τις 22 Δεκεμβρίου και εκτοξεύθηκε στα 5.410 δολάρια, σύμφωνα με την πλατφόρμα logistics Freightos. Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Sea-Intelligence, Άλαν Μέρφι, η τρέχουσα μείωση της ναυτιλιακής ικανότητας είναι η δεύτερη μεγαλύτερη τα τελευταία χρόνια. «Για να ξεπεράσουν το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, οι ναυτιλιακές εταιρείες χρειάζονται ένα ή δύο επιπλέον πλοία για να καλύψουν τις καθυστερήσεις», εξήγησε ο Mέρφι. Η ναυτιλιακή βιομηχανία έχει πλέον διαθέσιμα νέα πλοία, αλλά κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού όλα τα πλοία χρησιμοποιήθηκαν καθώς η ζήτηση έφτασε στο υψηλό όλων των εποχών. Σύμφωνα με τη Sea Intelligence και άλλες ναυτιλιακές εταιρείες, περίπου το 10% του παγκόσμιου στόλου δεν χρησιμοποιείται επί του παρόντος.

Ο Μέρφι αναμένει από τις ναυτιλιακές εταιρείες να προσθέσουν περισσότερα πλοία μετά την Κινεζική Πρωτοχρονιά στις αρχές Φεβρουαρίου. «Είναι προς το συμφέρον όλων να έχουμε μια λύση στο Σουέζ», τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος  της Sea-Intelligence. Οι κύριες ναυτιλιακές εταιρείες του κόσμου ανέστειλαν όλες τις δραστηριότητές τους στην Ερυθρά Θάλασσα. Ο αποκλεισμός της Ερυθράς Θάλασσας έχει αυξήσει το κόστος του εμπορίου μεταξύ Ασίας και Ευρώπης και απειλεί να αποσταθεροποιήσει τις εφοδιαστικές αλυσίδες σε βιομηχανίες που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες σε καθυστερήσεις, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, και να αυξήσει τις τιμές για τους καταναλωτές. Οι καθυστερήσεις στην άφιξη βασικών προϊόντων στον τομέα των τροφίμων, όπως το φοινικέλαιο, το σιτάρι, το καλαμπόκι και το ρύζι, μπορούν επίσης να συμβάλουν στην ώθηση των τιμών, σύμφωνα με ειδικούς. Τη στιγμή μάλιστα, που οι κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν να δίνουν «νομισματική μάχη» ενάντια στενά στον πληθωρισμό.

Η εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων Ostrum Asset Management δηλώνει από την πλευρά της ότι αν και δεν αναμένεται «πληθωριστικό σοκ» παρόμοιο με αυτό του 2021, η διακοπή εμπορικών οδών που δεν είναι πλέον ασφαλείς μπορεί να αποτελέσει καταλύτη για αυξήσεις στο μέλλον.

Ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας, που εξαρτάται ιδιαίτερα από τις διεθνείς παραδόσεις, παραμένει επίσης σε εγρήγορση λόγω της κρίσης. Στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, η Volvo και η Tesla αναγκάστηκαν να αναστείλουν ορισμένα τμήματα της παραγωγής τους στην Ευρώπη λόγω έλλειψης εξαρτημάτων. Η Michelin έχει απενεργοποιήσει επίσης μέρος της παραγωγής στα τέσσερα εργοστάσιά της στην Ισπανία , λόγω της μείωσης  των αποθεμάτων καουτσούκ.

Μάρκες όπως η Seat, η Renault και η Ford έχουν δηλώσει ότι οι αλυσίδες τους λειτουργούν κανονικά προς το παρόν, ενώ η Stellantis, μητρική εταιρεία των Citroën, Opel και Peugeot, έχει καταφύγει στις αεροπορικές μεταφορές για να αντισταθμίσει συγκεκριμένες καθυστερήσεις με τα πλοία.

Καθυστερήσεις και στο LNG

Η κρατική εταιρεία του Κατάρ, Qatar Energy, δεν επιτρέπει προς το παρόν σε κανέναν μεταφορέα LNG να ταξιδεύει μέσω της Ερυθράς Θάλασσας. Η Shell την προηγούμενη εβδομάδα προχώρησε μαζί με τη BP στο πάγωμα των εργασιών της στην Ερυθρά Θάλασσα.

Τα τάνκερ μέχρι στιγμής έχουν επηρεαστεί λιγότερο από τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, γεγονός που συνέβαλε στη συγκράτηση της αύξησης του αργού πετρελαίου, αλλά αυτό το σενάριο αρχίζει να αλλάζει.

«Οι τιμές δεν έχουν ακόμη μεταφερθεί στον καταναλωτή, αλλά θα καταλήξουν να συμβούν εάν η κατάσταση επιδεινωθεί» τονίζουν στη Ναυτεμπορική, ναυτιλιακές πηγές. Ένα από τα μοντέλα με τα οποία αναλύει την κατάσταση το βρετανικό υπουργείο Οικονομικών προβλέπει ότι η κρίση θα αυξήσει την τιμή του πετρελαίου περισσότερο από 10 δολ. ανά βαρέλι και την τιμή του φυσικού αερίου έως και 25%, μια αύξηση που μπορεί επίσης να συμβάλει στην αναζωπύρωση του πληθωρισμού.

«Τίποτα από όλα αυτά δεν πρόκειται να επιλυθεί σε λίγες μέρες ή εβδομάδες, δυστυχώς, και σε αυτήν την περίπτωση οι διαταραχές θα κλιμακωθούν», δήλωσε  ο Μάρκο Φορτζιόνε, γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εξαγωγών και Διεθνούς Εμπορίου.

Φιλελεύθερος