Η Ευρώπη, ήταν πάντα, ένα μεγάλο θέατρο πολέμων. Εκτός από τους δύο μεγάλους πολέμους, που ξεκίνησαν από την Ευρώπη και αργότερα επεκτάθηκαν σε άλλες περιοχές του κόσμου, μακρόχρονοι πόλεμοι, δεκάδων ετών διάρκειας, αιματοκύλισαν τη Γηραιά Ήπειρο πολλές φορές και άφησαν παρά μόνο συντρίμμια.
Μετά από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ευρώπη έγινε το πεδίο μάχης του Ψυχρού Πολέμου, μεταξύ της Δύσης και του Σοβιετικού μπλοκ. Οι ένοπλες συρράξεις, έκτοτε, αποφεύχθηκαν, πλην των βομβαρδισμών στην πρώην Γιουγκοσλαβία.
Η ίδρυση της ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ομολογουμένως συνέβαλε τα μέγιστα στην επίλυση των διαφορών αναίμακτα, χωρίς πολέμους εκτός του Ρωσοουκρανικού.
Ωστόσο, σε αυτό, που η Ευρωπαϊκή Ένωση απέτυχε, είναι η διαμόρφωση κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας. Στην αποτυχία αυτή συνέτειναν πολλοί παράγοντες, ανάμεσα σ’ αυτούς, η κυριαρχία της εξυπηρέτησης των εθνικών συμφερόντων επί του κοινού συμφέροντος (αυτό σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική) και η ύπαρξη του ΝΑΤΟ και της επιρροής των ΗΠΑ (σε ό,τι αφορά την πολιτική ασφάλειας).
Και βεβαίως, κυριαρχεί η εξυπηρέτηση των εθνικών σκοπών των μεγάλων χωρών.
Από τις πάλαι ποτέ μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις των προηγούμενων αιώνων, που ήταν και αποικιοκρατικές, δηλαδή την Ισπανία, την Ιταλία, την Πορτογαλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Βρετανία, έμειναν να δεσπόζουν η Γερμανία και η Γαλλία.
Και έτσι, έχουμε μια Ευρώπη, χωρισμένη κατά κύριο λόγο σε δύο σφαίρες επιρροής, της Γερμανίας και της Γαλλίας και πιο μικρές υποομάδες, που όμως είναι περιστασιακές.
Η Γερμανία, η οποία ουδέποτε υιοθέτησε κοινοτική νοοτροπία, ουδέποτε έγινε ευρωπαϊκή Γερμανία, αλλά παρέμεινε στην ουσία μια φανατικά εθνικιστική κατάσταση, με βαθιές ρίζες στα Ράιχ, επιδιώκει να δημιουργήσει τη Γερμανική Ευρώπη.
Η Γαλλία, εμποτισμένη με τα νάματα του Διαφωτισμού, με έντονη ευρωπαϊκή νοοτροπία, επιδιώκει να αμφισβητήσει τη γερμανική κυριαρχία και να διαμορφώσει μια Ευρώπη, που να αποτελέσει πραγματικά ένα τρίτο πόλο στο παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό.
Δεν ισχυρίζομαι ότι η Γαλλία δεν θέλει να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της, αλλά θέλει να το κάνει μέσα από μια ενωμένη, στην ουσία, Ευρώπη, ενώ η Γερμανία θέλει να εξυπηρετήσει τα θέλω της, μέσα από μια κατακερματισμένη και αποδυναμωμένη Ευρώπη.
Αυτή η διαφορά, αυτός ο γαλλο – γερμανικός πόλεμος, εκδηλώνεται έντονα στα περιφερειακά θέματα του Αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου, στα οποία φυσικά εμπλέκεται αναπόφευκτα η Κύπρος και η Ελλάδα και η Τουρκία, η οποία προκαλεί, με τις παρανομίες της, όλη την ανωμαλία.
Η Τουρκία, για κάποιους λόγους, κυρίως οικονομικούς, είναι σύμμαχος της Γερμανίας, η οποία, αντί να απορρίψει τις παρανομίες της συμμάχου της, έναντι δύο χωρών – μελών της ΕΕ, σιγοντάρει την παρανομία, αδιαφορώντας για τη συνοχή της ΕΕ.
Στον αντίποδα είναι η Γαλλία, η οποία θεωρεί ότι ο φυσικός και γεωπολιτικός πλούτος της Κύπρου και της Ελλάδος, ανήκουν στην ΕΕ και είναι η ΕΕ, που πρέπει να επωφεληθεί από τον πλούτο αυτό. Θα επωφεληθεί και η Γαλλία, αλλά όχι σε βάρος του συνόλου, δηλαδή της ΕΕ.
Η αντι – ευρωπαϊκή στάση της Γερμανίας είναι που προκαλεί την ποντιοπιλατική στάση της ΕΕ έναντι της Κύπρου και της Ελλάδος. Είναι η Γερμανία και οι χώρες – δορυφόροι της, που μπλοκάρουν τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας και που εκβιάζουν την Ελλάδα, να προσέλθει σε δήθεν διάλογο με την Τουρκία.
Όλο αυτό το σκηνικό, φαίνεται να έχει ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη από τα επιτελεία της εξωτερικής πολιτικής Λευκωσίας και Αθήνας. Η έντονη κινητικότητα στην περιοχή, η παρουσία της Γαλλίας, ακόμα και η λυσσαλέα προσπάθεια της Γερμανίας για δήθεν διάλογο, αποδεικνύει ότι οι χειρισμοί είναι γενικά ορθοί.
Αυτό, που αναμένουμε, είναι η ορθή πολιτική, να συνεχιστεί με σταθερότητα.
Σημερινή