Του Marc Champion
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν περιέγραψε την αλλαγή στο πυρηνικό του δόγμα, οδηγώντας σε προβλέψιμες προειδοποιήσεις για έναν πυρηνικό Αρμαγεδδώνα σε περίπτωση που οι ΗΠΑ επιτρέψουν στην Ουκρανία να χρησιμοποιήσει αμερικανικούς πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς εναντίον στόχων στη Ρωσία. Αυτός ήταν, φυσικά, ο σκοπός του.
Η τελευταία αλλαγή του δόγματος θα πρέπει να θεωρηθεί ως μια προσπάθεια του Κρεμλίνου να αποκαταστήσει την αξιοπιστία των πυρηνικών απειλών που έχουν αρχίσει να χάνουν την ισχύ τους. Αλλά, παρά την απειλή του Πούτιν, παραμένουν τα τεράστια εμπόδια που θα επέτρεπαν την πραγματοποίηση μιας πυρηνικής επίθεσης.
Ωστόσο, η Ρωσία στέλνει και άλλες, πιο αληθοφανείς προειδοποιήσεις κλιμάκωσης που έχουν λάβει λιγότερη προσοχή. Η μία, ίσως ειρωνικά, ήρθε μέσω του προέδρου της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι, όταν δήλωσε ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών του είχαν ανακαλύψει ότι ο στρατός της Ρωσίας σχεδιάζει να θέσει εκτός λειτουργίας τα εναπομείναντα πυρηνικά εργοστάσια της Ουκρανίας βομβαρδίζοντάς τα. Αυτό είναι κάτι που θα μπορούσε να συμβεί.
Οι πυραυλικές επιθέσεις της Ρωσίας πριν από το χειμώνα στο δίκτυο ηλεκτροδότησης της Ουκρανίας ήταν επιτυχείς, με αποτέλεσμα δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, αντί να προσπαθήσουν να επιβιώσουν το χειμώνα σε μη θερμαινόμενες πολυκατοικίες. Υπάρχουν λίγες περαιτέρω ενέργειες στις οποίες θα μπορούσε να προβεί ο Πούτιν για να κλονίσει τη βούληση της Ευρώπης να συνεχίσει να στηρίζει την πολεμική προσπάθεια του Κιέβου, από το να προκαλέσει για παράδειγμα ένα ακόμη κύμα προσφύγων ανάλογο με τα εκατομμύρια άτομα που έφυγαν το 2022.
Μια επίθεση σε έναν πυρηνικό σταθμό θα μπορούσε να έχει στόχο να τον αποσυνδέσει από το δίκτυο χωρίς να χτυπηθεί ένας αντιδραστήρας και να προκληθεί ένα δεύτερο Τσερνόμπιλ. Ωστόσο, η βαθιά απερισκεψία μιας τέτοιας κίνησης θα σηματοδοτούσε καλύτερα από οποιαδήποτε αλλαγή στο πυρηνικό δόγμα την προθυμία του Πούτιν να “παίξει” με την πυρηνική ραδιενέργεια, είτε επιτιθέμενος σε ένα εργοστάσιο είτε απευθείας μέσω ενός πυρηνικού πλήγματος.
Οι ισχυρισμοί του Ζελένσκι δεν επαληθεύονται. Μπορεί να ήθελε να δώσει μηνύματα στο παγκόσμιο ακροατήριο που συγκεντρώθηκε στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών. Ή οι μυστικές υπηρεσίες του μπορεί να άκουσαν αυτό που ήθελε να ακούσει το Κρεμλίνο. Όπως και να έχει όμως, η απειλή είναι αληθοφανής.
Ένας άλλος λόγος ανησυχίας προέρχεται από ένα δημοσίευμα του Reuters στις 24 Σεπτεμβρίου, στο οποίο σημειώνεται ότι η Ρωσία συζητά την παροχή εξελιγμένων πυραύλων κατά πλοίων στους Χούθι της Υεμένης, οι οποίοι ελέγχουν τη διέλευση από την Ερυθρά Θάλασσα προς τη διώρυγα του Σουέζ. Η ισλαμιστική ομάδα στοχεύει – και σε ορισμένες περιπτώσεις βυθίζει – εμπορικά πλοία που διέρχονται από το στενό μετά την εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα. Οι ρωσικοί πύραυλοι θα βελτίωναν σημαντικά το βεληνεκές και την ισχύ των χτυπημάτων των Χούθι.
Ο Πούτιν απείλησε με κάτι τέτοιο τον Ιούνιο, λέγοντας ότι αν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους έδιναν στην Ουκρανία πυραύλους μεγαλύτερου βεληνεκούς για να χτυπήσει το Κίεβο βαθειά στη Ρωσία, θα μπορούσε να ανταποδώσει προμηθεύοντας πυραύλους στους εχθρούς των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο. Αυτή η απειλή, και πάλι, είναι εύλογη και θα έθετε σε σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο τόσο την εμπορική ναυτιλία μέσω του Σουέζ όσο και τα πλοία που αποστέλλονται για την προστασία τους. Ειδικά δεδομένης της απομόνωσής της λόγω των κυρώσεων, η Ρωσία έχει πολύ λιγότερα να χάσει από τη διαταραχή αυτής της παγκόσμιας εμπορικής οδού.
Αυτού του είδους τα μηνύματα θα πρέπει να θεωρούνται από μόνα τους ως όπλα, γεγονός που καθιστά ζωτικής σημασίας τη διάκριση μεταξύ του πραγματικού και του προσποιητού. Στις σύντομες, τηλεοπτικές του δηλώσεις στις 25 Σεπτεμβρίου σε σύνοδο του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας, ο Πούτιν είπε δύο πράγματα που πρέπει να λάβουμε στα υπόψη: Το πρώτο είναι ότι στο εξής η Ρωσία θα θεωρεί μια επίθεση στο έδαφός της από ένα μη πυρηνικό κράτος που υποστηρίζεται από ένα πυρηνικό κράτος ως κοινή προσπάθεια. Το δεύτερο είναι ότι οποιαδήποτε μαζική αεροπορική επίθεση κατά της Ρωσίας θα είναι επαρκής αιτία για πυρηνική απάντηση.
Είναι εύκολο να συγχέουμε αυτά τα σημεία, εκλαμβάνοντάς τα ως απειλή ότι αν, ας πούμε, η Ουκρανία εκτοξεύσει έναν βρετανικής κατασκευής πύραυλο κρουζ Storm Shadow σε ένα αεροδρόμιο ή σε μια αποθήκη όπλων εντός της Ρωσίας, το νέο δόγμα θα επιτρέψει ένα πυρηνικό πλήγμα τόσο κατά της Ουκρανίας όσο και κατά της Βρετανίας. Ο Πούτιν μπορεί φυσικά να κάνει ό,τι θέλει, αλλά δεν είπε αυτό. Το δεύτερο σημείο σχετικά με μια “μαζική” επίθεση έχει σημασία – ένας πύραλος Storm Shadow δεν εντάσσεται σε κάτι τέτοιο.
Στην πραγματικότητα, η αλλαγή στο δόγμα είναι λιγότερο σημαντική για τη συζήτηση σχετικά με το αν η Ουάσινγκτον θα πρέπει να άρει τους περιορισμούς στη χρήση από την Ουκρανία των βαλλιστικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς ATACMS και των Storm Shadows. Το μεγαλύτερο ερώτημα είναι πώς θα αντιδράσουν οι ΗΠΑ εάν η Ρωσία ξεπεράσει το πυρηνικό ταμπού για την επίτευξη των πολεμικών της στόχων στην Ουκρανία.
Οι ΗΠΑ έχουν καταστήσει σαφές ότι πιθανότατα δεν θα απαντήσουν με κάποιου είδους πυρηνική σύγκρουση, αποφεύγοντας το ενδεχόμενο ταχείας και καταστροφικής κλιμάκωσης. Αντιθέτως, έχουν απειλήσει με μια μαζική συμβατική δράση, κατά την οποία θα προκαλούσαν σοβαρές ζημιές στις στρατιωτικές δυνατότητες της Ρωσίας.
Αλλά κατά μία έννοια αυτό χάνει το νόημα. Το πυρηνικό δόγμα της Ρωσίας είναι ένα πολιτικό έγγραφο. Δημιουργεί ένα πλαίσιο για τις επιχειρησιακές διαδικασίες που ελέγχουν την πυρηνική χρήση και δεν βλέπουν ποτέ το φως της δημοσιότητας. Το δημόσιο δόγμα έχει σχεδιαστεί ώστε να είναι αρκετά ασαφές ώστε ο αρχιστράτηγος να μπορεί να λάβει λίγο πολύ οποιαδήποτε απόφαση για πυρηνική χρήση κρίνει απαραίτητη, ενώ παράλληλα να στέλνει μηνύματα για τις ρωσικές προθέσεις.
Το Κρεμλίνο έχει χρησιμοποιήσει αυτό το είδος της πυρηνικής απειλής για να επιβάλει υπερβολική προσοχή στον ρυθμό και την πολυπλοκότητα της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Αυτή η τακτική έχει μακρά ιστορία, η οποία χρονολογείται από μια τεχνική που υιοθετήθηκε από τον σοβιετικό στρατό τη δεκαετία του 1970 και ονομάζεται “αντανακλαστικός έλεγχος” (reflexive control).
Ο στόχος είναι η κατανόηση πρώτα και στη συνέχεια ο επηρεασμός των αποφάσεων ενός εχθρού, έτσι ώστε να καταλήξει σε επιλογές που είναι επιζήμιες για αυτόν, αλλά επωφελείς για τη Μόσχα. Αυτό περιλαμβάνει την αναδιαμόρφωση των αφηγημάτων, έτσι ώστε μόλις η άλλη πλευρά καθίσει να αποφασίσει πώς θα ενεργήσει, αυτό να συμβεί μέσα σε ένα πλαίσιο που σχεδιάστηκε στη Μόσχα.
Η δημοσίευση στρατιωτικών δογμάτων είναι στη λίστα των εργαλείων που γράφτηκαν για τους Ρώσους διοικητές για να επιτύχουν “αντανακλαστικό έλεγχο”, μαζί με άλλα τεχνάσματα. Ένα σοβιετικό παράδειγμα ήταν η παρέλαση μεγάλων, ψεύτικων πυραύλων πολλαπλών κεφαλών στην Κόκκινη Πλατεία, ακολουθούμενη από ψεύτικα έγγραφα και συνομιλίες που σχεδιάστηκαν για να βρεθούν από ξένους κατασκόπους και να φανεί το ψεύτικο ως αληθινό.
Η σοβαρότητα των πυρηνικών απειλών της Ρωσίας δοκιμάζεται καθώς οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους ξεπερνούν τη μία φανταστική κόκκινη γραμμή μετά την άλλη. Ο Πούτιν δεν επρόκειτο ποτέ να πατήσει το δικό του κόκκινο κουμπί, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα πατήσει άλλα.
Απόδοση – Επιμέλεια: Στάθης Κετιτζιάν
capital.gr